Οι πολλές αποβολές κατά τα μαθητικά χρόνια, η μεταστροφή του από την μηχανολογία στο θεατρικό σανίδι, η αγάπη του για τα πιο underground είδη. Ο Μιχάλης Μαθιουδάκης σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης…

Βλέποντας τον Μιχάλη Μαθιουδάκη πάνω στη σκηνή, δεν μπορεί παρά να σχηματιστεί, αυθόρμητα, ένα χαμόγελο στα χείλη σου κι αυτό, χωρίς να χρειαστεί καν να αρχίσει, ο ίδιος, το performance του. Αντικρίζοντας και μόνο τη φυσιογνωμία του, μπορεί κανείς εύκολα να διακρίνει το καθαρό του βλέμμα και την όμορφη ψυχή του.

Το πηγαίο ταλέντο του, δεν αργεί να ξεδιπλωθεί σε όλες του τις αποχρώσεις, ήδη από την έναρξη του show του. Μια περιπέτεια nonstop γέλιου ξεκινά…

Την αγάπη που αισθάνεται για την τέχνη του standup comedy, καταφέρνει να την μεταδώσει μέσω της μοναδικής παραστατικότητας και αμεσότητας του με το κοινό, που δεν διστάζει να τον χειροκροτά πάμπολλες φορές, κατά τη διάρκεια της παράστασης.

Η ειλικρίνεια και η τιμιότητα με την οποία αντιμετωπίζει το είδος που υπηρετεί είναι άξια θαυμασμού, ενώ η εγγύτητα που δημιουργεί με τον κόσμο είναι κάτι που σπάνια κανείς συναντά.

Μιχάλης Μαθιουδάκης

Μιχάλης… on stage!

Πίσω όμως από τη γνήσια κωμική στόφα του καλλιτέχνη, κρύβεται ένας άνθρωπος με προβληματισμούς και προσωπική αντίληψη επί των πραγμάτων.

Συναντώντας από κοντά τον Μιχάλη Μαθιουδάκη, καταλαβαίνεις αμέσως γιατί όλες του οι εμφανίσεις είναι sold out. Επειδή αυτό ακριβώς που εισπράττεις παρακολουθώντας τον on stage,το ίδιο ακριβώς είναι και στη ζωή του. Ένα καλό παιδί, που κάνει τον κόσμο να γελάει, μέσα από αυτό που τόσο αγαπά.

Καλησπέρα, Μιχάλη. Θα ήθελα να ξεκινήσουμε από την παιδική σου ηλικία. Ποια είναι τα πρώτα σου βιώματα, οι εικόνες και αναμνήσεις εκείνες που σου ξυπνούν, όταν αναφέρεσαι στην πρώιμη αυτή περίοδο της ζωής σου; Ως παιδί ήσουν άταχτος ή περισσότερο συνεσταλμένος; Πώς θυμάσαι τον εαυτό σου;

Ήμουνα ένα πολύ άταχτο παιδί.Με θυμάμαι να με κυνηγάει η μάνα μου σε όλο το σπίτι με την σκούπα, γιατί έκανα πολλές σκανδαλιές όταν ήμουν μικρός. Με θυμάμαι να παίζω με τις κατσίκες στο χωριό του παππού μου, καθώς και τον ίδιο τον παππού μου να μου μαθαίνει ποδήλατο.

Ακόμα, από τις πρώτες εικόνες που μου έρχονται στο μυαλό, πολύ έντονα, είναι και η πρώτη μου μέρα στο νηπιαγωγείο. Υπήρχαν, θυμάμαι, παιδιά που ουρλιάζανε, κλαίγανε ενώ εγώ πάλι ήμουνα πολύ cool, γιατί θα γνώριζα καινούρια παιδάκια.

Ήσουν, δηλαδή, κοινωνικός από πολύ μικρός…

Ναι, ήμουνα πολύ κοινωνικός. Μου άρεσε! Χαιρόμουν πολύ να βρίσκομαι με κόσμο.

Μεγαλώνοντας και φτάνοντας στο στάδιο της εφηβείας, συνέχισες να είσαι ατίθαση φύση, μιας και συχνά σ’ αυτό το μεταβατικό στάδιο, τα παιδιά είτε βρίσκονται στη φάση που ξεσπούν ακόμα περισσότερο, είτε αναπτύσσουν μία πιο έντονη εσωστρέφεια;

Α, εγώ χειροτέρεψα! Να φανταστείς, με έχουν διώξει από το γυμνάσιο μου, από το φροντιστήριο των αγγλικών και από το φροντιστήριο της δέσμης. Ήμουν πολύ άταχτος, εγώ ήμουν –μάλιστα- αυτός που οργάνωνα και τους άλλους.

Και πότε ήρθε η στιγμή που άρχισε να βγαίνει το κομμάτι εκείνο του εαυτού σου, το πιο καλλιτεχνικό και ευαίσθητο; Ποια είναι τα ερεθίσματα που σε έστρεψαν προς την τέχνη του θεάτρου;

Αυτό έγινε κάπου στα είκοσι μου, όταν είχα περάσει αρχικά στα ΤΕΙ Κοζάνης και μετά στα ΤΕΙ Χαλκίδας, με μεταγραφή. Σπούδαζα μηχανολόγος αλλά από μαθήματα είχα περάσει μόνο τα αγγλικά! Κάπως έτσι, λοιπόν, συνειδητοποίησα ότι δεν είναι αυτό που πραγματικά ήθελα να κάνω, οπότε πήρα τα «μπογαλάκια» μου και γύρισα στο σπίτι. Ανακοίνωσα στους γονείς μου ότι θέλω να γίνω ηθοποιός και τότε, η μάνα μου έπαθε μια μικρή υστερία

Στο παρελθόν δεν είχε τύχει να ασχοληθείς με το θέατρο και να συμμετάσχεις σε κάποια παράσταση;

Όχι. Μια φορά, θυμάμαι, μόνο με έβαλαν στο γυμνάσιο να κάνω ένα ρόλο και η διευθύντρια με έβγαλε γιατί δεν της άρεσα.

Επομένως, η ενασχόληση σου με την υποκριτική ξεκίνησε ουσιαστικά στην ηλικία των είκοσι.

Ναι. Γράφτηκα σε μια σχολή, δούλευα παράλληλα για να την πληρώνω, και έτσι προχώρησε το όλο πράγμα.

Και πώς επέλεξες το συγκεκριμένο είδος θεάτρου, το standup comedy;

Έκανα θέατρο για δέκα χρόνια. Αρχικά σε μια πειραματική ομάδα που λεγόταν «Άσκηση», και έπειτα στην ομάδα «Blitz». Στην συνέχεια, συνεργάστηκα με τον Δημήτρη Καρατζά, τον Δημήτρη Ξανθόπουλο και διάφορους άλλους σκηνοθέτες. Μόλις στα τριάντα δύο μου αποφάσισα να ασχοληθώ με το stand-up, εδώ και τρία χρόνια δηλαδή.

Πώς και πήρες την απόφαση αυτή; Είχες παρακολουθήσει κάτι αντίστοιχο που σε έστρεψε προς σ’ αυτήν την κατεύθυνση;

Είχα δει το «Raw» του Έντι Μέρφι στα εικοσιένα μου και είχα πάθει πλάκα. Ήταν τότε που είπα ότι θέλω να κάνω, κι εγώ, αυτό το πράγμα! Υπήρχε, δηλαδή, πάντα στο μυαλό μου, αλλά οι δουλειές και το θέατρο, πάντα με κρατούσαν απασχολημένο. Ώσπου κάποια στιγμή βρέθηκε η ευνοϊκή συνθήκη, πιέστηκα σωστά, είχα δίπλα μου και έναν άνθρωπο που με στήριξε και έτσι το έκανα.

Ξεκίνησες, λοιπόν, κατευθείαν δημιουργώντας τα δικά σου κείμενα.

Ναι, γιατί έτσι γίνεται, άλλωστε, πάντα στο stand-up comedy. Ο ίδιος γράφεις και εκτελείς το performance.

Δε Variete vol.2 “Ρεπετισιόν”

Το standup comedy αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Πώς βλέπεις αυτή την εξέλιξη; Ο κόσμος είναι εξοικειωμένος πια με το νέο αυτό είδος; Πώς αξιολογείς τις αντιδράσεις του;

Εξοικειώνεται όλο και περισσότερο. Αυτό είναι θετικό για την stand-up σκηνή, όσον αφορά την εύρεση δουλείας και στο ότι υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες στο να γίνουν τέτοιες παραστάσεις. Βέβαια από την άλλη, αυτό δεν είναι απαραίτητα και καλό, γιατί παύει να είναι underground.

Παύει να είναι το κίνητρο κάποιων ανθρώπων να κάνουν κωμωδία και μπορεί να αρχίζουν να γίνονται τα κίνητρα πιο ύποπτα. Δηλαδή του να βγάλουν λεφτά, που είναι θεμιτό μεν, απλά όταν κάτι αρχίζει και γίνεται pop, χάνει ένα μέρος της αρχικής του ποιότητας και αγνότητας.

Θέλεις να πεις ότι γίνεται κάτι πιο μαζικό και εμπορικό.

Ναι, δηλαδή, εγώ προσωπικά, χαίρομαι πάρα πολύ που έχουν οι παραστάσεις μου κόσμο, όμως, μου αρέσει που η σκηνή του stand-up είναι ακόμα ψιλο-underground και έχει κάτι το παρεΐστικο. Μου αρέσει που το Αθηνόραμα δεν την αναφέρει ή μάλλον την αναφέρει, αλλά δεν την αναλύει διεξοδικά, όπως γίνεται με άλλες παραστάσεις και που οι κριτικοί δεν ασχολούνται με αυτό το είδος.

Σε μια ευρωπαϊκή χώρα, το stand-up είναι ο μόνος τρόπος κωμωδίας τους, όπως επίσης και στην Αμερική που δεν υπάρχει επιθεώρηση αλλά το συγκεκριμένο είδος. Οπότε γράφονται κριτικές και είναι πλήρως ενταγμένο μέσα στο σύστημα, κάτι που είναι απολύτως θεμιτό. Πάντως, εδώ σχεδόν προτιμώ που είναι εκτός.

Οι προηγούμενες παραστάσεις σου είχαν τους τίτλους «The heart of man» και «Κακή Πίστη». Από που τους εμπνεύστηκες, καθώς και τη θεματολογία αυτών; Αντλείς υλικό από την επικαιρότητα;

Το ακριβώς αντίθετο! Τα θέματα μου δεν είναι καθόλου επίκαιρα. Το επίκαιρο ενέχει και το στοιχείο του εφήμερου, δηλαδή κάτι σε αφορά τώρα και σε έξι μήνες σου είναι εντελώς αδιάφορο. Εγώ θέλω τα κείμενα μου να έχουν διάρκεια.

Το «The heart of man» είναι τίτλος ενός τραγουδιού από μια ταινία και το πήρα από εκεί. Συνειρμικά το συγκεκριμένο stand-up σχετίζεται με τη σχέση μου με το άλλο φύλο. Δεν ήταν μόνο αυτό, αλλά είχα κυρίως αναπτύξει την προβληματική μου σε σχέση με τις γυναίκες, οπότε το «the heart of man», κολλούσε ακριβώς μιας και αφορά «την καρδιά του άνδρα».

Το «Κακή Πίστη» με τι σχετιζόταν;

Κακή πίστη λέμε όταν ένας άνθρωπος τρέφει αυταπάτες, όταν έχει μια αντίληψη για κάτι η οποία είναι εσφαλμένη, αλλά παράλληλα τον βολεύει. Για παράδειγμα, κακή πίστη είναι οι γενικεύσεις, ή όταν κάποιος πιστεύει ότι για όλα φταίνε οι άλλοι, όπως το ότι η κοινωνία φταίει που καταντήσαμε έτσι. Στην ουσία είναι ένας μηχανισμός που βγάζεις τη δύναμη από μέσα σου και τη μεταθέτεις αλλού.

Η κακή πίστη, δηλαδή, έχει να κάνει με πράγματα που δεν είναι ακριβώς αλήθεια, έχουν μέρος αλήθειας, είναι κυρίως ψέματα, όμως μας βολεύουν να τα πιστεύουμε.

Έτσι και το υλικό αυτής της παράστασης είχε να κάνει με έναν τρόπο με την κακή μου πίστη για κάποια πράγματα. Βέβαια, όταν βάζω έναν τίτλο στο stand-up, δεν σημαίνει ότι διατρέχει ως άξονας όλα τα θέματα ή φιλτράρονται τα πάντα αποκλειστικά από αυτόν. Σαν γενική αίσθηση, όμως, σου δίνει κάτι.

Αυτόν τον καιρό εμφανίζεσαι στο Bios με την παράσταση «Όλο λάθος». Πώς σου φαίνεται το «λάθος» ως έννοια;

Μου αρέσει το λάθος. Τρελαίνομαι… Ειδικά όταν η πρόθεση σου είναι να κάνεις κάτι άλλο και σου προκύπτει ένα λάθος που σε εκθέτει, είναι μαγική στιγμή. Το γουστάρω!Ένας φίλος μου έχει μια μπλούζα που γράφει: «Το λάθος είναι ανώτερο της τέχνης». Στο θέατρο, πολλές φορές, το λάθος είναι πηγή για να αντλήσεις έμπνευση. Είναι ωραία τα ατυχήματα που συμβαίνουν και σε βγάζουν εκτός της νόρμας.

Όταν γίνεται κάτι λάθος ο οργανισμός σου λειτουργεί αντανακλαστικά και επιστρέφει στην πραγματικότητα. Λειτουργεί αυτό το ένστικτο της επιβίωσης για τον performer, κάτι το οποίο είναι πολύ γόνιμο. Στην καθημερινότητα είναι κάτι που έχει πάρα πολύ πλάκα, αλλά και στην ποιητική του μορφή μου αρέσει πολύ. Όταν, δηλαδή, οι άνθρωποι πιστεύουν λάθος πράγματα.

Ίσως, βέβαια, να είναι και πιο ωραίο όταν το βιώνεις «απέξω», γιατί συνήθως όταν το ζεις ο ίδιος είναι αρκετά ψυχοφθόρο.

Ναι, μπορεί να είναι οδυνηρό αλλά είναι μέρος της διαδικασίας. Επίσης, είναι υπέροχο ένας άνθρωπος να κάνει λάθη.Όταν ένας άνθρωπος έχει στη ζωή του μια σειρά από λάθη σημαίνει ότι έχει κάνει μια σειρά από απόπειρες. Σημαίνει ότι έχει τολμήσει, έχει ρισκάρει και το σέβομαι αυτό. Εκτιμώ βαθιά τους ανθρώπους που έχουν κάνει πολλά λάθη.

Πώς βιώνεις την εμπειρία με το δικό σου «λάθος» στο Bios;

Τώρα πια αισθάνομαι πιο έμπειρος. Τα κείμενα μου τα έγραψα ξεκάθαρα με σκοπό να γελάσει ο κόσμος και να περάσει καλά. Δεν είμαι τόσο προβληματισμένος, όσο ήμουν σε άλλα. Τα έγραψα ως entertainer, ως performer, με στόχο να διασκεδάζουν το κοινό μου. Το feedback που παίρνω από όλους είναι, ότι μπορεί να μην είναι τα πιο βαθιά κείμενα που έχω γράψει ποτέ, αλλά σίγουρα είναι τα καλύτερα, από άποψη αποτελεσματικότητας.Έτσι κι εγώ, νιώθω ότι μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ότι είμαι πιο καλός.

Όπως είμαι τώρα έχω όρεξη να το κάνω αυτό, να εξερευνήσω αυτή την περιοχή και τον συγκεκριμένο τρόπο γραφής. Τα γέλια του κόσμου είναι πιο πυκνά και είμαι κι εγώ πιο επιθετικός απέναντι σε αυτόν. Πιο παλιά δεν μιλούσα στο κοινό, τώρα το κάνω, για να δημιουργηθεί αυτό το ωραίο κλίμα που δημιουργείται στο stand-up comedy. Αυτό είναι κάτι που δεν συμβαίνει συχνά.

Οι παραστάσεις στο Bios πότε θα ολοκληρωθούν;

Ξεκινήσαμε στις 5 Οκτώβρη και θα βρισκόμαστε εκεί μέχρι και τις 9 Νοεμβρίου.

Θα υπάρξει κάποια παράταση, μιας και όλες οι εμφανίσεις σας είναι sold out;

Όχι, δεν θα υπάρξει. Απλώς οι τελευταίες θα είναι διπλές, η πρώτη στις 9.00 και η δεύτερη στις 10.30 ώστε να έρθουν όσοι προλαβαίνουν ακόμη. Έπειτα, με τον συνεργάτη μου Βύρωνα Θεοδωρόπουλο, που κάνει το «άνοιγμα» της παράστασης, θα φύγουμε και θα πάμε στην Θράκη, και λίγο στη Μακεδονία, για περιοδεία. Μετά θα κάνω μόνος μου κάποιες εμφανίσεις, σε Ξάνθη και Θεσσαλονίκη, και ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα, θα βρούμε ένα χώρο, όπου θα «παίζουμε» μαζί με τον Βύρωνα. Θα υπάρχουν κάποια κείμενα από το «Όλο λάθος», τα καλύτερα μου, και κάποια καινούργια του Βύρωνα.

Οπότε το «Όλο λάθος» δεν έχει τελειώσει οριστικά, κάνει απλώς μια παύση.

Ακριβώς, δεν σταματάει τώρα. Απλά θα γίνει η περιοδεία και μετά θα συνεχιστεί σε ένα άλλο πλαίσιο, όπου θα συνυπάρχει ο μονόλογος μου με αυτόν του Βύρωνα, μέσα σε ένα άλλο show. Οπότε όποιος μας «χάσει» τώρα, ας μην ανησυχεί! Θα τα βρει αυτά τα κείμενα, είτε παρακολουθώντας με σε κάποιο μπαράκι, είτε στο θέατρο στην καινούργια σεζόν με τον Βύρωνα.

Όποιος, λοιπόν, ενδιαφέρετε μπορεί να βρει τις πληροφορίες για την περιοδεία και τις μετέπειτα εμφανίσεις σας στην ιστοσελίδα σου.

Ναι, από την σελίδα μου στο facebook και στο youtube.

Υπάρχει κάποιος επόμενος στόχος ή κάποιο προσωπικό σου όνειρο που θα ήθελες να γίνει πράξη;

Θέλω να γράψω επιθεώρηση. Ήδη έχω βοηθήσει λίγο και έχω συνεργαστεί ως ένα βαθμό σε κάποια κείμενα του Λάμπρου Φισφή, ο οποίος γράφει μια επιθεώρηση. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ να μπω σιγά σιγά σε αυτόν τον χώρο, ως συγγραφέας και ως performer. Με ιντριγκάρει πάρα πολύ!

Μίλησε μου λίγο για το project της Unicef στο οποίο συμμετείχες.

Γίνεται κάθε χρόνο επετειακά τα τελευταία τρία χρόνια. Ο Γιώργος Χατζηπαύλου το οργανώνει από κοινού με το ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και τη Unicef. Κάνουν μία παράσταση, τα έσοδα της οποίας διατίθενται στη Unicef. Από εκεί περνάει ένα μεγάλο μέρος των κωμικών της ελληνικής σκηνής.Υπάρχει ένα πολύ όμορφο κλίμα, με πάρα πολλούς και καλούς κωμικούς, μα πάνω απ’όλα για να στηριχθεί η Unicef. Φέτος πήρα μέρος και εγώ, πριν από μερικούς μήνες, και ήταν μια πολύ όμορφη εμπειρία.

Ωραία, κάτι τελευταίο που θα ήθελες να προσθέσεις, ή να πεις στον κόσμο;

Υπομονή!

Χάρηκα πολύ για την συνομιλία μας, Μιχάλη! Σε ευχαριστώ για τον χρόνο σου.

Εγώ σ’ ευχαριστώ!

Σχόλια