Στοιχεία οπτικής γλώσσας στο “1917” του Μέντες.

Η πρόσφατη ταινία του Σαμ Μέντες (1917) είναι ως προς τη θεματική της μία κλασική πολεμική ταινία. Με φόντο τον πρώτο παλλαϊκό πόλεμο της ανθρωπότητας,  τον Α’ Παγκόσμιο, γινόμαστε μάρτυρες μιας σημαντικής αποστολής.

Δύο νεαροί στρατιώτες της Μεγάλης Βρετανίας λαμβάνουν την εντολή της μεταφοράς ενός μηνύματος σε ένα τάγμα του δικού τους στρατού.

Η μοναδική, εφικτή τους διαδρομή την οποία και παρακολουθούμε σε όλο το φιλμ,  είναι μέσω των εγκαταλελειμμένων θέσεων των Γερμανών. Ο Μέντες θα μπορούσε να δημιουργήσει μία ταινία συμβατική, με υπερβολικά ψηφιακά εφέ και απλά να μην αφήσει κάποιο στίγμα.

Μονόπλανο: η τεχνική της ταινίας

Η τακτική, όμως, που ακολούθησε είναι εκείνη του μονοπλάνου: αξιοποιεί δηλαδή ένα ιδιαίτερο μόρφημα της κινηματογραφικής γλώσσας, εκείνο του ενιαίου πλάνου σεκάνς, κυρίως με την τεχνική του travelling.

Η πρόθεση του σκηνοθέτη δεν ήταν προφανώς να αναπαραστήσει ένα σημαντικό επεισόδιο του πολέμου αλλά να μας βοηθήσει να εισχωρήσουμε σε αυτό.

Αν και ο Σεργκέι Αϊζενστάιν, ένας από τους πρώτους θεωρητικούς της έβδομης τέχνης, τόνισε πως στον κινηματογράφο ο ρεαλισμός εκπίπτει λόγω του τεμαχισμού της εμπειρίας σε πολλαπλά σεκάνς με το μοντάζ, στην περίπτωση του ”1917” η αληθοφάνεια είναι υψίστου βαθμού.

Συνεχίζοντας την παραπάνω άποψη, θα υποστήριζα πως στην ταινία πλανιέται πέρα από τον ρεαλισμό, που κυριαρχεί, και μία νότα νατουραλισμού.

Οι ήρωες τοποθετούνται σε μία κατάσταση και εμείς, μαζί με τον σκηνοθέτη και τον σεναριογράφο, καταγράφουμε τις αντιδράσεις, τις κινήσεις τους και εν τέλει μία φέτα της ίδιας τους της ζωής.

1917

Τι εμπειρία μας μεταδίδει η ταινία;

Η δική μας θέση είναι και αυτή πολύ σημαντική: ζούμε για δύο ώρες σχεδόν στον δικό τους χωροχρόνο.

Η εικόνα είναι σα να αποτελεί μία αφηγηματική τεχνική, εκείνης της εσωτερικής εστίασης, με ευθύγραμμη αφήγηση. Λείπει ο κεντρικός πυλώνας, δηλαδή ο αφηγητής αλλά ενυπάρχουν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία. Ο χρόνος δεν διαταράσσεται παρά μόνο μία φορά (την οποία δεν θα μαρτυρήσω για ευνόητους λόγους) με την τακτική της επιτάχυνσης.

Η Julia Kristeva έχει δηλώσει πως η έλλειψη μοντάζ είναι μία προσπάθεια του κινηματογράφου να δείξει την γλώσσα του, όχι από γλωσσολογική άποψη αλλά περισσότερο από μία φαινομενολογική πλευρά (Kristeva 2000, 35).*

Όπως υποστηρίζει ο Christian Metz, το φωνολογικό πεδίο της γλώσσας παραλλάσσεται σε οπτικό και με αυτόν τον τρόπο οι λέξεις γίνονται σκηνές και οι φράσεις σεκάνς (Metz 1968).**

Μία φαντασμαγορική σεκάνς

Οπότε σίγουρα στην περίπτωση του “1917” αντιμετωπίζουμε μία τεράστια φράση, μία μεγάλη σεκάνς μιας πραγματικότητας από την οποία κανείς δεν ξεφεύγει, ούτε οι ήρωες ούτε και εμείς οι ίδιοι.

Επικουρικά με όλα τα παραπάνω, η ύπαρξη μιας οπτικής γλώσσας δίχως να ομιλεί κανείς εντοπίζεται και  στο τέλος της ταινίας: το πλάνο είναι οι οικογενειακές εικόνες του δεκανέα.

Τι συμβολίζει η απουσία γλώσσας σε αυτό το πλάνο;

Δηλώνει την ”την παράλογη σύζευξη του εδώ και του άλλοτε” και την “πραγματικότητά […] μέσα στην οποία νιώθει ασφαλής” ο δεκανέας (Kristeva 2000, 34).*


-Η σύζευξη κινηματογράφου, σημειωτικής και γλωσσολογίας δεν είναι ένα πρόσφατο πεδίο. Ξεκίνησε ως τάση μέσα στη δεκαετία του ’90.

*Julia Kristeva, ”Η οπτική γλώσσας. Η φωτογραφία και ο κινηματογράφος”, περ. Κινηματογράφος και επικοινωνία, 2000, 34-6.

**Christian Metz, Essais sur la signification du cinéma, Paris, Klincksieck, 1968.

Σχόλια