Ένας αθεράπευτα αντισυμβατικός καλλιτέχνης με ένα άδοξο τέλος. Η έμπνευση του εισχωρεί μέσα στα έργα και αντικατοπτρίζει όλα τα στοιχεία του μοντέρνου. Όλα αυτά σε μια έκθεση που σίγουρα θα μείνει στην ιστορία.

Πόσοι από εμάς διαφυλάσσουμε τα όνειρα μας; Πόσοι τα ακολουθούμε με πίστη υπομονή και επιμονή; Πόσοι από εμάς τα προδίδουμε και τα στριμώχνουμε σε μια γωνία κρυμμένα μέσα μας;

Μερικές σκέψεις καθώς περπατούσα στο παγωμένο Λονδίνο… αλλά και καθώς παρατηρούσα το βαθύ μελαγχολικό βλέμμα των ανθρώπων στα πορτρέτα του Μοντιλιάνι. Η Tate Modern  φιλοξενεί αυτή την περίοδο και μέχρι τις 2 Απριλίου 2018 την πιο μεγάλη αναδρομική έκθεση των έργων του Μοντιλιάνι και αφού βρισκόμουν ήδη στην Αγγλία καταλαβαίνεις πως δεν θα το έχανα με τίποτα.

“It is your duty in life to save your dream.” Αμαντέο Μοντιλιάνι (1884-1920). 

Η έκθεση περιλαμβάνει περίπου 100 έργα τα οποία αποτελούν ένδειξη του πειραματισμού και της πορείας του Ιταλού ζωγράφου – γλύπτη την περίοδο που διέμενε στο Παρίσι. Πριν σου μιλήσω όμως για τη ζωή του στο Παρίσι ας ρίξουμε μια κλεφτή ματιά στον πρότερο βίο του.

Ο Αμαντέο Μοντιλιάνι γεννήθηκε στο Λιβόρνο της Ιταλίας, το 1884. Στα 14 αρχίζει μαθήματα ζωγραφικής και ολοκληρώνει τις σπουδές του μετά από σπουδές στο Λιβόρνο, στη Βενετία και στη Φλωρεντία. Μετά την Βενετία εκπληρώνει το όνειρο του και ακολουθεί την μποέμικη ζωή των ζωγράφων στο Παρίσι. Το 1905 σε ηλικία 21 ετών μετακομίζει στην γεμάτη μαγεία Μονμάρτη, εκεί όπου ήταν μαζεμένοι όλοι οι σπουδαίοι καλλιτέχνες.

Στο Παρίσι έζησε ένα πολυτάραχο βίο, με πολλές καταχρήσεις (ναρκωτικά και αλκοόλ), αδιέξοδα και πενιχρά έσοδα από την ζωγραφική. Αν και όλοι τον θεωρούσαν ένα ανήσυχο πνεύμα με έντονες αυτοκαταστροφικές τάσεις, στην τελευταία βιογραφία του με τίτλο «Μοντιλιάνι: Μια ζωή» αναφέρεται πως ο καλλιτέχνης έβρισκε επίτηδες καταφύγιο στις καταχρήσεις για να κρύψει την ασθένεια του, την φυματίωση. «Ήταν χαρούμενος όταν οι άλλοι των θεωρούσαν μεθύστακα και ναρκομανή. Έτσι δεν έβλεπαν πάνω του τα σημάδια της φυματίωσης. Οι αλκοολικοί, άλλωστε ήταν αποδεκτοί. Οι φυματικοί όχι.»

Στο πλαίσιο της ταραχώδους ζωής μπορούμε να φανταστούμε έναν καλλιτέχνη, που πουλούσε τα έργα του για ένα κομμάτι ψωμί, έναν άνθρωπο γεμάτο ανησυχίες και σκοτεινές σκέψεις. Λέγεται, πως για μέσα στα μπαρ σχεδίαζε σκίτσα και τα αντάλλασσε εκείνη την ώρα με κάμποσα ποτά και κρασιά. 

Εξαιτίας της φτώχειας αναγκάζεται να μετακομίσει στο Λιβόρνο,  για λίγο καιρό, μέχρι που επιστρέφει μόνιμα πια, στην πόλη του φωτός.  Στο Μονπαρνάς, μια φτωχή συνοικία γνωρίζει τον γλύπτη Κ. Μπρανκούζι και με την γνωριμία αυτή γεννιέται η μεγάλη αγάπη του για την γλυπτική.  Ο Μοντιλιάνι υπήρξε φοβερά δημιουργικός αν σκεφτούμε πως από το 1915 έως το 1920 ζωγράφισε πάνω από τριακόσιους πίνακες παράλληλα με την ενασχόληση του με την γλυπτική.

Στις 25 Ιανουαρίου του 1920 (σε ηλικία 36 ετών) ο Μοντιλιάνι αφήνει την τελευταία του πνοή αφού βάλλεται από μηνιγγίτιδα. Ωστόσο, δυστυχώς δεν έφυγε μόνος. Σε αυτή την μικρής διάρκειας ζωή ο τελευταίος του έρωτας, η Ζαν Εμπιτερν, τον αγάπησε τόσο βαθιά που την επόμενη κιόλας ημέρα μετά τον θάνατο του, αυτοκτονεί όντας έγκυος στο δεύτερο παιδί τους.

Οι πίνακες του σήμερα κοστολογούνται με αστρονομικά ποσά, μη ξεχνάς πως θεωρείται κορυφαίος καλλιτέχνης του 20ου αιώνα. Όλα αυτά στα γράφω γιατί πολλές φορές βλέπουμε κάποιους πίνακες χωρίς να γνωρίζουμε την φάση ζωής του εκάστοτε καλλιτέχνη. Σε αυτή την έκθεση, λοιπόν, με αξιοσημείωτη οργάνωση, το κοινό μπορούσε να συνοδεύει την περιήγηση του με ακουστικό υλικό που σχετίζεται με την ζωή του, θα λέγαμε δηλαδή πως είχε την δυνατότητα μιας οπτικοακουστικής απόλαυσης. Ακόμα σε μια ξεχωριστή αίθουσα παίζονταν φιλμάκια από την ζωή του.

Μου έκανε εντύπωση που δεν είδα κάπου την ταινία του Μ. Ντείβις “Μοντιλιάνι: Ο καταραμένος ζωγράφος”. Πίστεψε με είναι από τις πιο ωραίες ταινίες που μπορείς να δεις, ξεχωρίζει η ερμηνεία του Άντι Γκαρσία και η υψηλή αισθητική της κάθε σκηνής.

Καθώς ολοκλήρωνα την περιήγηση μου στην έκθεση, συνειδητοποίησα πως καθ’ όλη την διάρκεια «έπαιζε» η ταινία στο μυαλό μου. Εξάλλου είχα εγκαταλείψει από νωρίς το τεχνικό κομμάτι και είχα αφεθεί στα συναισθήματα που μου προκαλεί ο κάθε πίνακας.  

Εκείνο το απόγευμα ταξίδεψα στις σκέψεις μου, ένιωσα πλήρης, είχαν χορτάσει τα μάτια μου και είχε ανοίξει το μυαλό μου. Βγαίνοντας από την Tate, παρατηρώντας τους επισκέπτες, άλλους πάνω στις μεγάλες κούνιες, άλλους ξαπλωμένους στο απέραντο χαλί, άλλους χωμένους μέσα στα βιβλία του shop σκέφτηκα:  So… is our duty in life to save our dreams!

 

Δες εδώ την έρευνα για το πόσο χρόνο αφιερώνουμε σε ένα έργο τέχνης;

Σχόλια