Η ταινία “1968” του Τάσου Μπουλμέτη προβάλλεται από την Πέμπτη στους κινηματογράφους και ήταν ο καλύτερος λόγος για να ξαναρχίσουν οι cineυρέσεις

Μέσα από τη νοσταλγική, γλυκιά και συναισθηματική ματιά του, ο Τάσος Μπουλμέτης αναπαριστά την Ελλάδα του 1968, για να περιγράψει τα γεγονότα που οδήγησαν την ΑΕΚ στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου Μπάσκετ μέσα στο Παναθηναϊκό Στάδιο και μπροστά σε 80.000 κόσμο, απέναντι σε μια ομάδα μεγαθήριο της εποχής, τη Slavia Πράγας.

Για μένα η cineύρεση αυτή είναι ιδιαίτερα συγκινητική, καθώς κλείνει γλυκά έναν πολύ όμορφο κύκλο συνεργασίας με αυτόν τον σπουδαίο σκηνοθέτη, που μου έδωσε την ευκαιρία να είμαι μέρος της υπέροχης ταινίας του!

Ευχαριστώ πολύ την Ηώ Πάσχου για την ευγενική παραχώρηση των φωτογραφιών!

Με αφορμή τα 50 χρόνια από την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου μπάσκετ από την ΑΕΚ, εξιστορείτε τα γεγονότα εκείνης της εποχής στη νέα σας ταινία «1968». Μιλήστε μας για την ταινία.

Είναι μια ταινία που ζητήθηκε από τον πρόεδρο της μπασκετικής ΑΕΚ, τον κ. Αγγελόπουλο πριν δύο χρόνια. Μου πρότεινε να κάνουμε μια ταινία μυθοπλασίας. Εγώ εκείνη την εποχή δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι μπορούσα να γράψω ένα σενάριο, γιατί ήταν η εποχή που βγήκε ο «Νοτιάς» και επίσης έπρεπε να κάνω λίγη μελέτη. Παρόλο που ήταν μια βιωματική εμπειρία, καθώς έζησα τη βραδιά του τελικού του Κυπέλλου Ευρώπης, έπρεπε να μελετήσω την ιστορία της μπασκετικής ΑΕΚ βαθύτερα. Έπρεπε να μελετήσω όλα όσα συνέβησαν εκείνο το βράδυ, όπως και όσα οδήγησαν την ΑΕΚ στον τελικό.

Πήρε 6 μήνες να φτιάξουμε το πρώτο πακέτο συνεντεύξεων, που ήταν 17 ώρες υλικό. Πήραμε και ένα δεύτερο πακέτο συνεντεύξεων, που ήταν άλλες 6 ώρες και από αυτές τις συνεντεύξεις γράφτηκε ένα σενάριο το οποίο πήρε και μυθοπλαστικά στοιχεία. Έγινε, δηλαδή, μια υβριδική ταινία που χαρακτηρίζεται «Docufiction».

Το περιεχόμενο της ταινίας έχει να κάνει με διάφορες ιστορίες ανθρώπων την ώρα που παρακολουθούν τον αγώνα από το ραδιόφωνο, μέσα από τις οποίες αναδεικνύονται οι σχέσεις, τα ήθη και τα έθιμα της εποχής. Βρισκόμαστε στο 1968, ένα χρόνο αφότου έχει εδραιωθεί η Χούντα και σε έναν πλανήτη ο οποίος βράζει.

Πώς αποφασίσατε να δώσετε στην ταινία «1968» αυτή την υβριδική μορφή του «Docu-fiction», του συνδυασμού δηλαδή ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας;

Πάντα ήθελα να κάνω μια τέτοια ταινία. Θεωρώ ότι με το «1968» μου δόθηκε η ευκαιρία. Βεβαίως, συμφώνησε και η διοίκηση της ΑΕΚ και ο κ. Αγγελόπουλος πως είναι ο κατάλληλος δρόμος, γιατί σε μια τέτοια ταινία που είναι επετειακή και πανηγυρική, δεν μπορούσαμε να αφήσουμε απ’ έξω τις μαρτυρίες των ανθρώπων που συνέβαλαν στο γεγονός αυτό. Όσοι βλέπουν την ταινία θεωρούν ότι οι συνεντεύξεις είναι ισότιμα δυνατές με τη μυθοπλασία.

Ο Τάσος Μπουλμέτης στα γυρίσματα της ταινίας "1968"

Ο Τάσος Μπουλμέτης στα γυρίσματα της ταινίας “1968”

Είναι το «1968» ακόμη μια ταινία με αυτοβιογραφικά στοιχεία; Εσείς πώς βιώσατε τη μεγάλη αυτή επιτυχία της ΑΕΚ;

Σαφώς και είναι. Εγώ ήμουν τότε 11 χρονών. Ήμουν ΑΕΚτζής και άκουγα τον αγώνα με τον πατέρα μου και τη μητέρα μου στο σπίτι μας στην Πεύκη. Μετά τον αγώνα άρχισε ο κόσμος να βγαίνει στους δρόμους, ακούγαμε κορναρίσματα. Εμείς πήγαμε στην κοντινή αγορά που υπήρχε εκεί. “13η στάση” ονομαζόταν τότε. Ο κόσμος πανηγύριζε μέσα στα αυτοκίνητα κρατώντας ελληνικές σημαίες.

“Με το «1968» θεωρώ ότι κλείνει η τριλογία των ταινιών (μαζί με την Πολίτικη Κουζίνα και το Νοτιά) των 60’s και 70’s της ζωής μου και ολοκληρώνω ένα κύκλο αφήγησης.”

Πώς νιώθετε που η ταινία αυτή κατάφερε να φέρει κοντά, αυτή τη φορά όχι στο γήπεδο, αλλά στη σκηνή του Παλλάς την ημέρα της επίσημης Πρεμιέρας, τους παίκτες της Slavia Πράγας και της ΑΕΚ, 50 χρόνια μετά;

Ήταν μια πρωτοβουλία της διοίκησης της ΑΕΚ, την οποία είχαμε συζητήσει εδώ και ένα χρόνο. Λέγαμε πως θα ήταν πάρα πολύ συγκινητικό να μπορέσουν να έρθουν στην Ελλάδα οι παίκτες της Slavia. Εγώ πήγα στην Πράγα και πήρα τις συνεντεύξεις μαζί τους. Όταν τους κάλεσα να έρθουν στην Ελλάδα, ήταν πολύ θετικοί και πολύ συγκινημένοι. Όταν τελειώσαμε τις συνεντεύξεις, ο Ζίντεκ ήρθε, με αγκάλιασε και με φίλησε.

Αυτό που έχει πολύ ενδιαφέρον είναι ότι δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί δώσαμε τόσο μεγάλη διάσταση σε αυτή τη νίκη. Αυτοί κέρδιζαν κάθε δύο χρόνια έναν Ευρωπαϊκό τίτλο. Επίσης ζούσαν σε ένα καθεστώς που δεν είχες τη δυνατότητα να πανηγυρίζεις με τέτοιο αυθορμητισμό. Συν τοις άλλοις ίσως παίζει ρόλο και η γεωγραφική θέση. Σε μια ευρωπαϊκή χώρα του Βορρά δεν γινόντουσαν τέτοιοι πανηγυρισμοί, όπως γινόντουσαν εδώ, στο ζεστό Νότο. Αναρωτήθηκαν, «τόσο σημαντικό ήταν για σας;».

Όταν, βέβαια τους εξηγήσαμε, ότι ήταν η πρώτη συλλογική νίκη εκτός Ελλάδος, από καταβολής Ελληνικού κράτους, κατάλαβαν ότι για μας είχε πολύ μεγαλύτερη σημασία. Πριν από την Πρεμιέρα έγινε ένα δείπνο και ήταν όλοι πολύ συγκινημένοι.

boulmetis-kafetzopoulos-agrafiadis-soukses

Ο Τάσος Μπουλμέτης με τους ηθοποιούς Α. Καφετζόπουλο, Α. Αγραφιάδη, Γ. Σουξέ,

Οι εποχές έχουν αλλάξει και πλέον, ενώ το κοινό βλέπει πολλές ταινίες, δεν τις βλέπει στο σινεμά. Πώς θα μπορούσαμε να φέρουμε ξανά τον κόσμο στις αίθουσες;

“Το σινεμά πια, δεν το επιλέγεις τόσο πολύ για να δεις μια ταινία στη μεγάλη οθόνη, όσο για την κοινωνικοποίηση που προσφέρει.”

Η τεχνολογία αυτή τη στιγμή , καλώς ή κακώς, παρέχει τη δυνατότητα να μπορείς να δεις μια ταινία στο σπίτι. Εδώ, επίσης, υπεισέρχεται το θέμα του κόστους. Μια οικογένεια προτιμά να κάτσει σπίτι και να δει μια ταινία στη μεγάλη οθόνη της τηλεόρασης τρώγοντας μια πίτσα, από το να πληρώσει για να τη δει στο σινεμά. Δεν γνωρίζω πως θα μπορέσουμε να φέρουμε τον κόσμο πίσω στο σινεμά. Διάβαζα μια ομιλία που έβγαλε ο Spielberg πριν μερικούς μήνες σε ένα πανεπιστήμιο. Έλεγε πως ο κινηματογράφος προσανατολίζεται σιγά σιγά προς την παραγωγή πολύ ακριβών ταινιών, από 500 εκατομμύρια δολάρια ή 1 δισεκατομμύριο δολάρια και πάνω, οι οποίες θα προβάλλονται σε πολύ μεγάλους κινηματογράφους με άρτιες συνθήκες για πολλά χρόνια, όπως συμβαίνει με κάποια θεατρικά μιούζικαλ του Broadway.

Λόγω της τεχνολογίας, αλλά και της πειρατείας, η κινηματογραφική απόλαυση έχει αντικατασταθεί από την παρακολούθηση σειρών. Ο κόσμος κάθεται στις πολύ μεγάλες οθόνες του και βλέπει σειρές, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα, λόγω της δομής τους, να έχουν πολύ πιο πυκνά και πολυεπίπεδα σενάρια. Κάποιοι άνθρωποι αφιερώνουν μια ολόκληρη μέρα για να δουν 10 επεισόδια ενός κύκλου. Είναι σαν να βλέπουν μια ταινία των 7-8 ωρών.

Εργάζεστε εδώ και πολλά χρόνια στη διαφήμιση. Πώς έχει επηρεάσει αυτό στην κινηματογραφική σας ματιά;

Με έχει επηρεάσει με 2 τρόπους. Πρώτον, μέσα από την επαφή μου με την τεχνολογία, έμαθα να βρίσκω ψηφιακές λύσεις στην κινηματογράφηση με τρόπους που δεν θα μπορούσε να μου δώσει η πραγματικότητα του γυρίσματος. Δεύτερον, λόγω της διαφήμισης, στην οποία επιβάλλεται η οικονομία στην αφήγηση, μπορώ να περιορίζω τους πλατειασμούς και τις φλυαρίες.

Αφήνοντας στην άκρη τεχνικά χαρακτηριστικά και σκηνοθετικές προσεγγίσεις ποια ταινία σημάδεψε τη ζωή σας; Ποια ταινία είδατε και επιθυμήσατε να γίνετε από θεατής, δημιουργός;

Εγώ είμαι φανατικός Κιουμπρικός και μου αρέσουν σχεδόν όλες οι ταινίες του. Μου αρέσουν πάρα πολλές ταινίες του Polanski. Θα ήθελα πάρα πολύ να είχα κάνει και εγώ μια «Chinatown». Έχω ζηλέψει πάρα πολύ τη «Συνομιλία» του Coppola και την τριλογία του Νονού. Ως πιτσιρικάς, βέβαια, δεν φανταζόμουν να δημιουργώ ταινίες, όσο φανταζόμουν να παίζω σε ταινίες δίπλα στη Βουγιουκλάκη και τη Ζωή Λάσκαρη. Δεν φανταζόμουν ότι θα γίνω σκηνοθέτης. Όταν έγινα σκηνοθέτης απέκτησα κάποιες άλλες αγάπες. Μία ταινία που θεωρώ  καταπληκτική, είναι το «Bad Timing» του Nicolas Roeg.

Έχετε υπάρξει καθηγητής σκηνοθεσίας για πολλά χρόνια. Ποια είναι η συμβουλή που θα δίνατε σε ένα νέο κινηματογραφιστή;

Να είναι έντιμος με το θέμα του στην πρώτη του ταινία. Να μην κάνει το λάθος που έκανα εγώ, όπως και πολλοί νέοι σκηνοθέτες, όπου στις πρώτες τους ταινίες θεωρούν ότι πρέπει να δείξουν μια τεχνική αρτιότητα και συνέπεια και αδιαφορούν για το σενάριο και τη θεματική του. Πρέπει ο νέος σκηνοθέτης να βγάζει από την πρώτη στιγμή αυτό που πραγματικά τον απασχολεί, οτιδήποτε και αν είναι αυτό, ας είναι ένα ψυχολογικό δράμα, ή μια αποτυχημένη σχέση, μια προβληματική σχέση με το περιβάλλον του, με τους φίλους ή τους οικείους του.

Η εντιμότητα με το θέμα είναι αυτή που σε ωριμάζει και σε κάνει καλύτερο δημιουργό, από το να έχεις τη ναρκισσιστική επιθυμία να δείξεις πόσο καλά ξέρεις να σκηνοθετείς.

Σχόλια