Το ξέρω.
Αναλωθήκαμε πολύ στο να ξεψαχνίζουμε πολιτικά κείμενα τελευταία, να μαθαίνουμε όσα περισσότερα προλαβαίνουμε, να ζυγίσουμε ότι  άρπαξε το αυτί μας, ότι είπαν στις ειδήσεις, όσα δεν είπαν, να μπαλώσουμε κάθε απολιτίκ στοιχείο προκειμένου να φτάσουμε σε μια σωστή κατ’εμάς ψήφο.

Στην ελληνική πραγματικότητα, παρατηρήσαμε μια πρωτόγνωρη κινητικότητα, όχι σαν του πολυάσχολου Αθηναίου που τρέχει μη φύγει το τρένο, αλλά του συγχυσμένου Έλληνα που έχει χάσει ήδη το δρομολόγιο και ψάχνει εναλλακτικό.

Το άγχος για την διεκδίκηση  στο ένα άκρο και το ρίσκο της κατάρρευσης στο άλλο, τροφοδότησε τον φόβο του Έλληνα οικογενειάρχη να σκεφθεί με το πατριωτικό του ένστικτο ή να προστατεύσει την οικογένεια του μ’ ένα τρόπο που αντίκειται στην ιδεολογία του αλλά τουλάχιστον του είναι πιο οικείος  απ’ τον πρώτο.
Ο φόβος συσκότισε την κοινωνία και η κοινωνία τα μέλη της…

Ο οπτιμισμός αναγνωρίστηκε  ως προϊόν  σθένους και όχι πολυτελείας.

Και όμως, επιλέξαμε στη πλειοψηφία μας να υψώσουμε ανάστημα και να ξεθάψουμε αυτή την ανάγκη για διεκδίκηση μετά από την παθητική εκτέλεση μας ρουτίνας που διδαχθήκαμε ασυναίσθητα, κάνοντας μας, να εκτιμούμε την ελληνική ιστορία μόνο ως σύγγραμμα και πρωτοτυπία γεγονότων μέχρι την εφηβεία.

Και σαφώς ξέραμε και φοβόμασταν  ότι με την αντίσταση αυτή έχουμε πολλά να χάσουμε και η αμφιταλάντευση γεννούσε κρύο ιδρώτα.
Εν τέλει, 400.000 άτομα στο Σύνταγμα το βράδυ της Παρασκευής 3/7 και άλλα αναρίθμητα που παρευρέθηκαν έστω εγκεφαλικά εκεί, ήρθαν για μας πουν ότι έχουμε ήδη χάσει πολλά, ας κάνουμε κάτι γι’ αυτό.
Και δεν πρόκειται για  επαναστατική ανάγκη της νέας γενιάς, αλλά κάθε ηλικία ήταν εκεί.
Κάθε ηλικία που δε φοβήθηκε την προπαγάνδα, που φάνηκε έτοιμη ή θέλησε να πιστέψει ότι θα τα καταφέρει και αξίζει να συμβάλλει με τον τρόπο της σ’ ένα κοινό στόχο. Και ναι ακούγεται κάτι μεγάλο, όμως προσωπικά με έπιασα (και όχι μόνο εμένα) να είναι η πρώτη φορά που νοιάζομαι τόσο πολύ για τον συλλογισμό/κίνητρο της ψήφου μου.

Ως Έλληνες, έχουμε κατηγορήσει λίγες ή πολλές φορές την χώρα μας για τις διάφορες παροχές ή αδυναμίες. Είναι και φορές που περα από δυο-τρια στηρίγματα, έχουμε ντραπεί γι’ αυτή σκύβοντας το κεφάλι.
Είδαμε εκμετάλλευση, για καταστάσεις που δεν προξενήσαμε όλοι μαζί, που προυπήρχαν πριν γεννηθούμε.
Απογοητευόμαστε, αναστοχαζόμαστε, προσπαθούμε για κάτι αλλά οι συνθήκες δεν επιτρέπουν να ξέρουμε το ‘’τι’’ αφού δεν τα γνωρίζουν πρώτα απ’ όλους οι εκ των έσω στο κράτος μας.
Τώρα μας δόθηκε η ευκαιρία να αποφασίσουμε σαν λαός και να πάρουμε μια κατάσταση στα χέρια μας σαν πλειοψηφία.
Η αντίσταση, η επικράτηση του «όχι» στην ώθηση ενός άσεμνου τρόπου ζωής ήταν όντως μια νίκη.
Δεν θα μιλήσουμε σαν αριστεροί, δεξιοί, ούτε καν ως πλήρως πολιτικοποιημένα όντα, μα ως άνθρωποι.
Και ως άνθρωποι είμαστε περήφανοι για την χώρα μας, συγκινημένοι από μια συγκέντρωση που έδειξε ότι υπάρχει ακόμη συλλογικότητα και φιλευσπλαχνία ανάμεσα σε ξένους και πως στη συνέχεια δεν είμαστε και τόσο ξένοι γενικά…

Την σημασία του πατριωτισμού…
Την αξία του αγώνα και τον εγωισμό του μέσου πολίτη…

Ξέρω το άγνωστο είναι φοβικό και όλοι φοβόμαστε.
Και όλοι βιώνουμε το φόβο διαφορετικά.
Και δεν  ξέρουμε τι μας ξημερώνει αύριο, γιατί η δικαιοδοσία μας στη διαχείριση της απόφασης πέρασε.
Όμως όπως και να χει είμαστε νικητές, έστω ηθικά γιατί δεν ενδώσαμε σε απειλές στηριζόμενοι στο φόβο και δε προτιμήσαμε, το βόλεμα της συνήθειας το οποίο θα οδηγούσε σε κλιμάκωση της έντασης της. Το μονοπάτι γνώριμο.
Είμαστε νικητές γιατί δικαιώσαμε την ιστορία.
Είμαστε νικητές γιατί είμαστε ασυμβίβαστοι. Και γιατί αποδείχθηκε πως η δύναμη της κοινωνικής επιρροής είναι μεγάλη, αλλά της κριτικής σκέψης ποιοτικότερη.
Είμαστε νικητές γιατί δεν ερωτευτήκαμε τον ατομικισμό!
Και είμαστε νικητές γιατί για ότι ξημερώσει, θα το υποστούμε όλοι μαζί και θα προσαρμοστούμε όλοι μαζί, για να τα καταφέρουμε.
Γιατί είμαστε νικητές όλοι μαζί συνειδησιακά και  άτυπα είναι ο πιο όμορφος χαρακτηρισμός,ο οποίος μπορεί να στεφθεί σ’ ένα κράτος.

na ksekinas

Σχόλια