Να ανοιγόμαστε, να μιλάμε ξεκάθαρα κι ειλικρινά, να χτίζουμε πιο ουσιαστικές διαπροσωπικές σχέσεις, κι όχι να λειτουργούμε μες στην αποξένωση…

Χτυπά το ξυπνητήρι. Άλλο ένα συννεφιασμένο, μουντό πρωινό Δευτέρας ξημέρωσε. Σηκώνεται βαριεστημένα, κλείνει το ξυπνητήρι. «Άλλη μια μέρα σαν την προηγούμενη, σκέφτηκε. Άντε να περάσει κι αυτή.» Ετοιμάζεται για δουλειά, ντύνεται και φεύγει απ’το σπίτι. Έξω βροχή, κακοκαιρία, μια μουντή μάζα από σύννεφα, βουητό, κινητικότητα. Οι γρήγοροι ρυθμοί της καθημερινότητας την έχουν τρομοκρατήσει.

Φτάνει στη δουλειά, τακτοποιεί παθητικά το γραφείο και κάθεται. Άτομα πηγαινοέρχονται, φέρνουν έγγραφα, ψελλίζουν ένα τυπικό καλημέρα, και αποχωρούν. Κανένα ενδιαφέρον, καμία συλλογική προσπάθεια, καμία απόπειρα συνεργασίας. Όλοι κοιτούν πώς θα ολοκληρώσουν ταχύτερα τη δουλειά τους και φεύγουν. Στο γραφείο διαχέεται μια αποπνικτική ατμόσφαιρα βαρεμάρας και μονοτονίας.

Γρήγοροι ρυθμοί επικρατούν παντού. Άτομα απόμακρα, αποξενωμένα, ζουν στη σκιά των γρήγορων, σπασμωδικών κινήσεων, βιώνουν μια σύγχυση, έχουν το μυαλό τους προσηλωμένο αποκλειστικά στην πραγμάτωση των εργασιών που τους έχουν ανατεθεί. Η επικοινωνία αποτελεί πλέον μια έννοια ξεχασμένη, τα προβλήματα της καθημερινότητας έχουν καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος της ψυχοσύνθεσής τους, αγνοώντας την ύπαρξη του διπλανού τους και την επίτευξη μιας ουσιαστικής σχέσης στο εργασιακό τους περιβάλλον.

Οι ώρες περνούν μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή. Το πληκτρολόγιο έχει πάρει φωτιά. «Άντε να τελειώνουμε», σκέφτεται. Η εργασία δεν την ολοκληρώνει, αντιθέτως, η παντελής έλλειψη δημιουργικής διάθεσης και οι άχρωμες εκφάνσεις των εργασιακών δραστηριοτήτων την καταρρακώνουν ψυχολογικά. «Μήπως έκανα λάθος επιλογή; Αυτή η δουλειά με αδειάζει, αδιάκοπη γραφειοκρατία, τελματωμένες φιλοδοξίες, απραγματοποίητα όνειρα.  Δε με εκφράζει, δεν ανταποκρίνεται στην ουσία του εαυτού μου».

αποξένωση

Η χαρά της δημιουργίας έχει πλέον εξαφανιστεί. Οι συνθήκες και το προϊόν της εργασίας της δεν την εκφράζουν, δε φέρουν τη σφραγίδα της προσωπικότητας και της ιδιοσυγκρασίας της. Η ίδια έχει καταστεί ένα άβουλο, απρόσωπο πιόνι της παραγωγικής διαδικασίας, ανήμπορη να ξετυλίξει και να αναπτύξει τις εργασιακές της δυνατότητες. Οι δείκτες του ρολογιού συνεχίζουν να διαγράφουν την πορεία τους, η ανυπομονησία για την ώρα της αποχώρησης εντείνεται.

Το ρολόι δείχνει αργά το απόγευμα. Η δουλειά τελείωσε. Το γραφείο αδειάζει, τα άτομα μηχανικά αποχωρούν, και η ίδια παίρνει το δρόμο της επιστροφής προς το σπίτι. Στην αποβάθρα του μετρό ο κάθε άνθρωπος φαίνεται απομακρυσμένος, απρόσιτος, εγκλωβισμένος στην πολύβουη ζωή του, παλεύοντας με τους δικούς του δαίμονες, τα δικά του ανομολόγητα προβλήματα.

Σχεδόν όλοι είναι απορροφημένοι στις οθόνες του κινητού τους, αδιάφοροι για το τι συμβαίνει γύρω τους. Η ουσιαστική διαπροσωπική επικοινωνία, και το ενδιαφέρον έχουν αντικατασταθεί από την απάθεια, ή σε άλλη περίπτωση την επιφανειακή συζήτηση, απογυμνωμένη από κάθε φυσική επαφή ή ψυχική επένδυση στο άτομο με το οποίο συναναστρέφονται.  Σπάνια κάποια ψήγματα χαμόγελου εμφανίζονται στο πρόσωπο κάποιου, προσθέτοντας λίγο χρώμα στο απρόσωπο περιβάλλον.

αποξένωση

Και επιτέλους το κλειδί της πόρτας του σπιτιού γυρίζει και βρίσκεται μέσα στο χώρο της. Στο χώρο όπου κανείς δεν την παρεξηγεί, όπου έρχεται αντιμέτωπη με τα συναισθήματα και τους φόβους της. Βουλιάζει στον καναπέ, ανοίγει το κινητό της, χαζεύει για λίγο μηχανικά τις δημοσιεύσεις στο Facebook. Την αιφνιδιάζει η εισερχόμενη κλήση από τη φίλη της. Απαντάει, πιάνουν την κουβέντα, κανονίζουν να βρεθούν μετά από λίγο.

Ετοιμάζεται και ξεκινά για το μέρος όπου έχουν δώσει συνάντηση. Συναντώνται, και με το που μπαίνουν μέσα στο μπαρ σάστισε. Άνθρωποι κρυμμένοι πίσω απ’τα πληκτρολόγια, ενώ παλιότερα χόρευαν, κοινωνικοποιούνταν και φλέρταραν, χωρίς αισθήματα ντροπής ή φόβο. Οι άνθρωποι δυστυχώς ψυχαγωγούνται κι επικοινωνούν πλέον απαλλαγμένοι από τα πλεονεκτήματα της ουσιαστικής προσωπικής επαφής. Στη διαπροσωπική επικοινωνία δημιουργούνται τείχη, ο κάθε άνθρωπος κλείνεται στο κουκούλι του εαυτού του, η θέληση για κουβέντα παραγκωνίζεται.

Κάθονται στο τραπέζι. Αρχίζουν να μιλούν για την καθημερινότητά τους, τη δουλειά τους, πώς κύλησε η μέρα τους. Συζήτηση ουδέτερη, άχρωμη, επιφανειακή. Πού και πού κάποιο αστείο προκαλεί ένα τρεμάμενο χαμόγελο στα χείλη τους, αλλά αδυνατούν να επικοινωνήσουν ουσιαστικά. Καμία δε λέει για τα προβλήματα που τη βαραίνει, τα θέματα που τη δυσκολεύουν, τις πραγματικές της σκέψεις. Δυσκολεύονται να εκμεταλλευτούν αυτή τη συνάντηση και να τη χειριστούν ως μια ευκαιρία κάθαρσης, μιλούν αποκλειστικά για επιφανειακά θέματα, αποκρύπτοντας την ουσία.

Φεύγουν αργά το βράδυ από το μαγαζί, οι δρόμοι τους χωρίζουν. Στο δρόμο της επιστροφής το σιγανό μουρμουρητό των σκέψεών της την καταλαμβάνει. Φτάνει στο σπίτι, μπαίνει μέσα, κάθεται για λίγο στον καναπέ. Το νυχτερινό υπόβαθρο εντείνει τη μελαγχολική διάθεση. Μια τεράστια μάζα συσσωρευμένων κι ανομολόγητων συναισθημάτων της βασανίζει το μυαλό. Όνειρα τραβηγμένα στο βυθό της δειλίας και της έλλειψης δράσης, ενώ η μουντή καθημερινότητα καταπίνει αχόρταγα κάθε όρεξη για δράση και αλλαγή. Η αίσθηση ότι δε μπορεί να απευθυνθεί σε κάποιον και να μιλήσει ανοιχτά, κρυμμένη καθημερινά πίσω από ένα προσωπείο, ένα ψεύτικο χαμόγελο και μια υποκριτική εύθυμη διάθεση, την κατατρώει.

αποξένωση

Αισθάνεται πως κανείς δε μπορεί να βοηθήσει, ότι η ίδια δε μπορεί να ανασάνει, κλείνεται όλο και περισσότερο στον εαυτό της. «Και να πω το οτιδήποτε από αυτά που νιώθω σε κάποιον, θα με καταλάβει;», σκέφτεται. «Μάλλον όχι». Η αποξένωση είναι πλέον αισθητή σε κάθε επίπεδο της προσωπικής της ζωής. Το μόνο που υπάρχει αυτή τη στιγμή είναι η ίδια στο σκοτάδι, μαζί με την κενότητα που αφήνει πίσω της αυτή η αποξένωση. Καταρρακωμένη από συνθήκες και σκέψεις, νιώθει άδεια κι ανίσχυρη. Η ανάγκη για ψυχική εκδήλωση γίνεται ολοένα και εντονότερη, τα συναισθήματα που κρατά φυλακισμένα μέσα της την πνίγουν.

Η μάχη με τον εαυτό της και τα συναισθήματά της συνεχίζεται. Η μιζέρια της καθημερινότητας και η απουσία ενδιαφέροντος και ουσιαστικής επικοινωνίας τη βασανίζουν. Μερίδιο ευθύνης ωστόσο αναγνωρίζει και η ίδια στον εαυτό της. Άμεσο απότοκο της αποξένωσης είναι η αυτοαποξένωση, η απώλεια της ουσίας ή της φύσης ενός ατόμου.

Με την πάροδο του χρόνου η ρουτίνα εισήλθε στην καθημερινή της ζωή, έμαθε να συμβιβάζεται και λησμόνησε πώς να απομακρύνει τη μονοτονία απ’τη ζωή της. Αφέθηκε απλώς στην ευκολία των πραγμάτων και των συνθηκών. Αυτό το συνονθύλλευμα σκέψεων κι ανομολόγητων συναισθημάτων την κούρασε. Ξαπλώνει στο κρεβάτι της ταλαιπωρημένη. «Ας ελπίσουμε η αυριανή μέρα ν’αποδειχτεί καλύτερη», ψιθύρισε κι αποκοιμήθηκε.

Για να βγει κανείς νικητής σε αυτή τη δύσκολη μάχη με τη ζωή και τις εκπλήξεις της, οφείλει να συνεχίσει να παλεύει. Να παλεύει για την πραγμάτωση μιας καλύτερης εκδοχής του εαυτού του, μιας πιο φιλόδοξης, πιο ονειροπόλας, πιο ειλικρινούς εκδοχής. Όταν έχεις προβλήματα κι αμφιβολίες που σε βαραίνουν, εκφράσου, εξωτερίκευσέ τα.

Μπορεί να θεωρείς ότι κανένας δε θα έχει όρεξη να σε ακούσει, μιας και η δική του ψυχοσύνθεση είναι ταλαιπωρημένη από τα προσωπικά του προβλήματα, αλλά ως επί το πλείστον των περιπτώσεων αυτό δεν υφίσταται. Όλο και κάποιο άτομο από το φιλικό ή το οικογενειακό περιβάλλον θα είναι εκεί να σου συμπαρασταθεί, μην υποτιμάς την ύπαρξή τους λοιπόν. Και όταν νιώθεις πως θες να ξεσπάσεις, κάντο, επιφέρει λύτρωση.

αποξένωση

Μήπως ήρθε η ώρα να στρέψουμε το ενδιαφέρον μας και να αφιερώσουμε πολύτιμο χρόνο στα άτομα που μας ενδιαφέρουν πραγματικά, προσπαθώντας να αφουγκραστούμε τις ανάγκες και τα προβλήματά τους; Κι εμείς οι ίδιοι οφείλουμε στον εαυτό μας να ανοιγόμαστε, να μιλάμε ξεκάθαρα κι ειλικρινά γι’αυτά που μας απασχολούν, να χτίζουμε πιο ουσιαστικές διαπροσωπικές σχέσεις, κι όχι να λειτουργούμε μες στην αποξένωση και τη μοναξιά.

Ας μην υποτιμάμε λοιπόν τη διαφορά που μπορεί να κάνει μια κουβέντα, μια χειρονομία, ένα χαμόγελο, στην πληγωμένη ψυχοσύνθεση του άλλου, είναι πράξεις μικρές, δεν κοστίζουν τίποτα, αλλά άκρως θεραπευτικές.

 

Σχόλια