H ζωή δεν είναι ένα απ’ αυτά τα παραμύθια
που θα έρθει ο ήρωας να σε σώσει.

Δυστυχώς.

Πόσο θα θέλαμε να είμαστε όλες μας η Λόις Λέιν, που έχει τον Σούπερμαν να τη σώζει σε κάθε πτώση, σε κάθε αρπαγή, μέσα από έναν κρυφό έρωτα που στο τέλος του επεισοδίου θα ολοκληρωθεί.. Πόσο θα θέλαμε να είμαστε η Άριελ, που περιμένει ένα φιλί από τον πρίγκιπά της για να πάρει πίσω τη φωνή της, ανώδυνα και εύκολα.

Κάθε μέρα κρυφά μέσα μας αδημονούμε για μια σωτήρια αλλαγή που θα μας απαλλάξει από κάτι. Κάτι απροσδιόριστο συνήθως. Λέμε ότι είναι αυτή η δουλειά ή αυτή η συνήθεια, η καθημερινότητα ή το μέρος στο οποίο ζούμε. Τελικά δεν είναι τίποτα από αυτά.

Αυτό που πάντα θέλουμε είναι κάποιον ή κάτι να μας σώσει από τον εαυτό μας. Αυτόν τον σκληρό άνθρωπο, γεμάτο ατέλειες, ανασφάλειες και ελαττώματα που σε τίποτα δε μοιάζει με τους δυναμικούς κυρίαρχους του κόσμου. Με όσους τα έχουν καταφέρει πραγματικά στη ζωή τους.

Ζούμε με την ελπίδα ότι θα έρθει ο πρίγκηπας με το άσπρο άλογο ή η πριγκίπισσα με το πιο λαμπερό χαμόγελο, το μεγάλο έρωτα, σε κάθε περίπτωση και καθόμαστε και περιμένουμε. Εμμένοντας (σ)τον εαυτό μας όπως είναι, χωρίς να θέλουμε να αλλάξουμε τίποτα στην κάθε μέρα που … επιβιώνουμε.

Και όταν αυτός ο κάποιος έρθει, κλεινόμαστε. Θυμόμαστε ότι δεν εμπιστευόμαστε κανέναν σαν τον εαυτό μας, τον οποίο κατακρίνουμε ανελέητα. Σταματάμε να ανοιγόμαστε γιατί φοβόμαστε. Ότι θα ανοιχτούμε πολύ ή ότι θα πληγωθούμε. Ή ότι θα συμβούν και τα δύο και μετά δε θα μπορούμε να μαζέψουμε τα κομμάτια μας.

Και όταν αυτό το κάτι έρθει, το διώχνουμε, γιατί φοβόμαστε ότι όλα θα αλλάξουν και η αλλαγή είναι κακό πράγμα. Αλλά πώς θα σωθούμε αν δεν αλλάξουμε κάτι;

Χρειάζεται όντως να σωθούμε; Χρειάζεται να περιμένουμε κάτι που θα μας σώσει; Αντίστοιχα, κάποιος άλλος κάπου περιμένει να του δώσουμε την ευκαιρία να σωθεί. Μπορούμε να το κάνουμε εμείς αυτό; Μπορούμε να σώσουμε κάποιον όταν πνιγόμαστε μέσα στη δική μας αιμορραγία;

Τόσες ερωτήσεις χωρίς καμία θρασεία απάντηση.

Ας έρθει κάποιος να μου πει «ναι». «Ναι, θα σε σώσω. Γιατί εγώ τα κατάφερα. Γιατί δεν κάνω λάθη, μετά από τόσα που έμαθα».  Τότε θα πω κι εγώ «ναι».

Αλλά η ζωή δεν είναι ένα εργοστάσιο πραγματοποίησης ευχών. Δυστυχώς για εσένα… Και για εμένα… Και για όλους μας.

Αυτό που εγώ μπορώ να κάνω είναι να σου διώξω λίγους φόβους. Μπορώ να σε βοηθήσω να καταλάβεις λίγο καλύτερα αυτό που είσαι, γιατί θα σε ρωτάω για να σε μάθω. Μπορώ, ίσως, να σε κάνω να κλαις λιγότερο και να γελάς περισσότερο. Να ξεφύγεις από αυτό που σε δεσμεύει. Αρκεί να με αφήσεις να μπω και μ’ εμπιστευτείς. Να μη φοβηθείς ότι μετά θα πρέπει να μου χρωστάς αιώνια ευγνωμοσύνη. Γιατί θα το έχω κάνει επειδή θέλω και επειδή σε αγαπάω.

Πώς θα το δεχόμουν εγώ όμως αυτό, αν εσύ μου το πρότεινες;

Έχουμε πάντα στο μυαλό μας αυτήν την ευκαιρία-κλειδί, τον άνθρωπο που γνωρίσαμε και που θέλει να είναι εκεί. Έχουμε το πανό που φωτίζει μέσα στο σκοτάδι που κρύβουμε στο μυαλό μας και που λέει «Είμαι εδώ. Μη με χάσεις».

Και ελέγχουμε για πόσο καιρό θα είναι εκεί, γιατί πιστεύουμε ότι είμαστε οι δεσμοφύλακες του χρόνου, γιατί πιστεύουμε ότι ο χρόνος θα είναι καλός μαζί μας, ενώ είναι ηλίθια αμείλικτος… Να δούμε, θα μείνει, δε θα μείνει; Αν μείνει, είμαστε σίγουροι ότι ήταν για εμάς. Όντως, μπράβο, ναι, άντεξε στο χρόνο.

Αν δε μείνει, η καρδιά ανεβάζει σφυγμούς, ραγίζει και σπάει σε χίλια κομμάτια.

Αυτό είναι. Φοβόμαστε ότι η καρδιά θα σπάσει πάλι σε χίλια κομμάτια.  Το χειρότερο απ’ όλα όμως είναι, να σπάσει όταν πια θα θέλουμε να αρπάξουμε την ευκαιρία και δε θα είναι πια εκεί.

Σχόλια