Ο Νanni Moretti έπειτα από 4 χρόνια (Habemus Papam) επιστρέφει στις σκοτεινές αίθουσες αυτή την φορά με την βιογραφική ταινία Mia Madre, η οποία αναφέρεται στην περίοδο κατά την οποία έχασε την μητέρα του. Στο πρόσωπο της Margherita Buy βρίσκεται το alter ego του σκηνοθέτη.

Η υπόθεση της ταινίας αφορά την Margherita (Margherita Buy) μια Ιταλίδα σκηνοθέτης η οποία στη νέα της ταινία έχει επιλέξει για πρωταγωνιστή έναν διάσημο Αμερικανό ηθοποιό, τον Barry Huggins (John Turturro). Μόνο που η συνεργασία τους αποδεικνύεται ιδιαίτερα απαιτητική και γεμάτη προβλήματα. Ιδίως αφού ο Huggins αποδεικνύεται ιδιαίτερα αμελής στην προετοιμασία του. Η κρίση στη ζωή της Margherita επεκτείνεται και στα προσωπικά της, καθώς χωρίζει με τον σύντροφό της, ενώ παράλληλα έχει να διαχειριστεί και την είσοδο της κόρης της Livia (Beatrice Mancini) στην εφηβεία και την ασθένεια της μητέρας της. Σε αυτό έχει προσφερθεί να τη βοηθήσει και ο αδελφός της, ο Giovanni (Nanni Moretti).

Η ταινία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως αυτούσιο δράμα αλλά και ούτε ως κωμωδία.Είναι μια μίξη των δυο ειδών. Από την μία πλευρά έχουμε την Margherita η οποία προβληματίζεται με την νέα της ταινία, με την μητέρα της η οποία αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας αυτό θα λέγαμε είναι το δραματικό κομμάτι της ταινίας. Βέβαια η μεταξύ τους σχέση δεν αναλύεται όσο θα έπρεπε, μάλλον δίνεται περισσότερο βάρος στην ζωή της πρωταγωνίστριας. Από την άλλη όλα τα κωμικοτραγικά σκηνικά που συμβαίνουν με τον πρωταγωνιστή της νέας της ταινίας ‘ελαφρύνουν’ σχετικά την ατμόσφαιρα. Άλλωστε ίσως αυτό που θέλει να περάσει και ο σκηνοθέτης είναι ότι το χιούμορ σίγουρα είναι αρωγός ώστε να ξεπεράσεις κανείς τις δυσκολίες που συναντά.

Η Margherita Buy ανταποκρίνεται επάξια στον πρωταγωνιστικό ρόλο τόσο στα δραματικά κομμάτια όσο και στις πιο κωμικές σκηνές αποδεικνύει ότι έχει μεγάλη γκάμα στις υποκριτικές της ικανότητες. Ιδιαίτερα όταν βρίσκεται στην ίδια σκηνή με τον John Turturro οι αμήχανες αντιδράσεις προκαλούν άπλετο γέλιο. Ο Nanni Moretti καταλαμβάνει έναν δευτερεύοντα ρόλο αφού υποδύεται τον αδερφό της πρωταγωνίστριας ο οποίος της συμπαραστέκεται συνεχώς,είναι μια ήρεμη δύναμη δίπλα της. Με αυτόν τον τρόπο ο Nanni Moretti εμμέσως είναι πρωταγωνιστής μέσω της Margherita αλλά κατέχει και έναν δευτερεύοντα ρόλο. Πέρα από σκηνοθέτης είναι και πολύ καλός ηθοποιός. Ο John Turturro επίσης ένας αξιόλογος ηθοποιός εκτός από έναν ρόλο καρικατούρα αναλαμβάνει ουσιαστικά να φέρεις εις πέρας και όλο το κωμικό μέρος της ταινίας.

Μία κοινωνική ταινία η οποία θίγει την απώλεια και το πόσο διαφορετικά την διαχειρίζεται κανείς αλλά και την σκληρή πραγματικότητα η οποία απαιτεί να υπάρχει άριστη συνύπαρξη μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής.

Συνέντευξη με τον Nanni Moretti (Απόσπασμα)

Ο χαρακτήρας τη Margherita είναι το alter ego σας;

Δεν μου πέρασε ποτέ από το μυαλό να παίξω τον κεντρικό ρόλο σε αυτήν την ταινία. Σταμάτησα να το κάνω αυτό εδώ και καιρό και χαίρομαι με αυτή μου την απόφαση. Παλιά μου άρεσε, αλλά τώρα πια δεν με καθοδηγεί αυτή η εμμονή να θέλω να συνθέτω τον χαρακτήρα μου ταινία με την ταινία. Ήθελα αυτός ο χαρακτήρας να είναι μία γυναίκα και σκηνοθέτις και να την υποδύεται η Margherita Buy για έναν απλό λόγο: μία ταινία με την Margherita Buy στον πρωταγωνιστικό ρόλο θα ήταν πολύ καλύτερη απ’ ότι με μένα πρωταγωνιστή! Είναι πολύ καλύτερη ηθοποιός από μένα. Φορτώθηκε στους ώμους της το μεγαλύτερο φορτίο της ταινίας. Από τις εβδομήντα μέρες γυρισμάτων, απείχε μόνο μία μέρα και αυτό για μία σκηνή που τελικά την έκοψα στο μοντάζ!

Παρ’ όλα αυτά, δίνεται η εντύπωση ότι η ταινία έχει πολλά δικά σας στοιχεία…

Στη σκηνή μπροστά από τον κινηματογράφο Capranichetta στη Ρώμη, όπου ο αδελφός της Margherita, τον οποίο υποδύομαι ο ίδιος, της ζητάει να διαλύσει τουλάχιστον ένα από τα διακόσια ψυχολογικά της μοτίβα, ήταν σαν να μιλούσα στον εαυτό μου. Από την άλλη όμως, όσο προχωράω, τόσο αυτό το αίσθημα της δυσθυμίας φουντώνει. Επομένως, η ταινία δεν είναι μία προσωπική εξομολόγηση. Υπάρχουν πλάνα και κάδρα, επιλογές και ερμηνείες. Δεν είναι η πραγματική ζωή.

Πότε αρχίσατε να σκέφτεστε το σενάριο;

Συνήθως, αφήνω μεγάλα χρονικά διαστήματα ανάμεσα στις ταινίες μου. Χρειάζεται να αφήσω πίσω μου την ψυχολογική και συναισθηματική επένδυση στην προηγούμενη ταινία. Μου παίρνει χρόνο να επαναφορτίσω τις μπαταρίες. Αυτή τη φορά, μόλις κυκλοφόρησε το Habemus Papam, άρχισα να σκέφτομαι την επόμενη ταινία μου. Ξεκίνησα να γράφω όταν τα γεγονότα που διηγούμαι στην ταινία μόλις μου είχαν συμβεί. Και αυτό πιθανώς επηρέασε την αφήγηση.

Πώς χειριστήκατε το θέμα του πένθους;

Στο La Stanza del Figlio, ξόρκιζα έναν φόβο. Εδώ, αναφέρομαι σε μία εμπειρία που πολλοί άνθρωποι μοιράζονται. Ο θάνατος της μητέρας είναι μία σημαντική εμπειρία στη ζωή και ήθελα να τη διηγηθώ χωρίς να είμαι σαδιστής με το κοινό. Έτσι, όταν κάνεις μία ταινία, είσαι βυθισμένος σε αυτό που κάνεις: δουλεύεις τους διαλόγους, τη σκηνοθεσία, το μοντάζ και ως εκ τούτου το θέμα που πραγματεύεσαι δε σε βρίσκει με την όλη δυναμική του. Ακόμα και όταν το αίσθημα είναι πολύ δυνατό, νομίζω ότι ο σκηνοθέτης δεν επιτρέπει να επηρεαστεί εντελώς.

Είναι πιο δύσκολο να γυρίσει, να σκεφτεί και να διηγηθεί κανείς μία τέτοια ιστορία συγκριτικά με κάποια άλλη;

Όχι, δεν νομίζω. Σε κάποια φάση της συγγραφής του σεναρίου αποφάσισα να ξαναδιαβάσω το ημερολόγιο που διατηρούσα όσο ήταν άρρωστη η μητέρα μου. Και το έκανα γιατί ίσως οι συζητήσεις μας, αυτές οι ατάκες θα μπορούσαν να προσδώσουν βάρος και να βοηθήσουν τις σκηνές ανάμεσα στη Margherita και τη μητέρα της να ακούγονται πιο αληθινές. Στην πραγματικότητα, ήταν επώδυνη διαδικασία.

Τι άλλο διαβάσατε ή είδατε κατά την προετοιμασία της ταινίας;

Κατά τη διάρκεια έντονης εργασίας και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, συγκεντρώνομαι σε μία σειρά πραγμάτων. Όταν τελείωσα το γύρισμα αυτή της ταινίας, κατάλαβα ότι δεν είχα καιρό για τα βιβλία και τις ταινίες που πίστευα ότι έπρεπε να ξαναδιαβάσω και να ξαναδώ καθώς πραγματεύονταν τον πόνο, την απώλεια ή τον θάνατο. Ήταν μεγάλη ανακούφιση για μένα να καταλάβω ότι δεν τα χρειαζόμουν πια. Είδα ξανά το Another Woman του Woody Allen, αλλά δεν είδα το Amour του Haneke, που ήταν πάνω στο γραφείο μου. Και πάνω από όλα, δεν διάβασα Roland Barthes. Μετά τον θάνατο της μητέρας μου, μία φίλη μου χάρισε το Ημερολόγιο Πένθους, το οποίο ο Barthes έγραψε αμέσως μετά τον θάνατο της μητέρας του. Μου είπα ότι την είχε βοηθήσει. Άνοιξα μία τυχαία σελίδα και διάβασα δύο γραμμές, που ήταν μαχαιριά στην καρδιά και το έκλεισα. Στο τέλος των γυρισμάτων, πήρα το βιβλίο από το γραφείο μου και το έβαλα στο ράφι. Ευτυχώς, δεν μου ήταν πια απαραίτητο να βυθιστώ στο πένθος.

Η μητέρα σας ήταν καθηγήτρια…

Δίδαξε για 33 χρόνια σε λύκειο της Ρώμης λογοτεχνία και αργότερα λατινικά και ελληνικά. Τουλάχιστον ένα άτομο κάθε εβδομάδα μου έλεγε ότι ήταν δασκάλα του. Πολλοί από τους πρώην μαθητές της έρχονταν να τη δουν χρόνια μετά τις εισαγωγικές εξετάσεις. Ποτέ μου δεν είχα τέτοια σχέση με τους δασκάλους μου, όπως εκείνη με τους μαθητές της. Και θα εξομολογηθώ κάτι επώδυνο: μετά τον θάνατο της μητέρας μου, μέσα από τα πράγματα που μου είπαν οι πρώην μαθητές της, ένιωθα ότι κάτι πολύ σημαντικό για την προσωπικότητα της μου είχε διαφύγει, κάτι που οι πρώην μαθητές της είχαν συλλάβει και μοιράζονταν μαζί μου. Κάτι ουσιαστικό.

Τι μάθατε κάνοντας αυτήν την ταινία;

Μπορώ να απαντήσω πολύ συγκεκριμένα. Νιώθω ακριβώς όπως όταν έκανα την πρώτη μου ταινία, το ίδιο άγχος, την ίδια σύγχυση, την ίδια έλλειψη αυτοπεποίθησης. Δεν νομίζω ότι έτσι είναι για όλους. Πιστεύω ότι για πολλούς ανθρώπους με εμπειρία, η γνώση του επαγγέλματος και η αποστασιοποίηση μετράει. Εγώ από την άλλη, έχω αυτή την ξεκάθαρη εντύπωση: νιώθω πάντα σαν να κάνω την πρώτη μου ταινία. Αυτή τη φορά, είχα παραπάνω αγωνία. Υπάρχουν άνθρωποι που λένε ότι είναι η πιο προσωπική μου ταινία. Ίσως γι’ αυτό. Αλλά δεν ξέρω και σίγουρα. Μπορώ να πω, όμως, ότι έχω μάθει κάτι με τον καιρό. Είμαι πιο καλός στους ηθοποιούς, είμαι πιο πρόθυμος να τους υποστηρίξω. Έμαθα και κάτι άλλο, πολύ γρήγορα. Το γεγονός ότι η ταινία βγαίνει, σημαίνει ότι πια δεν σου ανήκει. Το κοινό τη βλέπει, τη μεταμορφώνει. Υπάρχουν πράγματα που σου έχουν διαφύγει εντελώς και το κοινό τα αλιεύει, τα αποκαλύπτει και τα φωτίζει…
«Θέλω να δω τον ηθοποιό δίπλα στον χαρακτήρα», είναι μία ατάκα της Margherita που την επαναλαμβάνει συχνά στους ηθοποιούς της.
Είναι κάτι που λέω όλη την ώρα. Δεν ξέρω αν οι ηθοποιοί την καταλαβαίνουν, αλλά στο τέλος της ταινίας, είμαι σε θέση να πάρω αυτό που θέλω από αυτούς.

Πηγή: Culturenow.gr

Aπoλαύστε μια μικρή γεύση από την ταινία:

Σχόλια