Κυριακή απόγευμα στην πλατεία Εξαρχείων. Ένας ιταλός ανιμέιτορ με περίμενε μεταξύ Θεμιστοκλέους και Μπενάκη. Με πυξίδα την αγάπη και  με ένα σακίδιο στην πλάτη του  ο Thomas Kunstler έκανε τη διαδρομή Ρώμη-Αθήνα με τα πόδια σε 51 ημέρες. Τρελό; Παράλογο; Τίποτα δεν είναι παράλογο όταν το κάνεις με αγάπη.

Ο Thomas Kunstler γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ρώμη, σπούδασε Film Production στο Κεντ της Αγγλίας αλλά μια παρέα Ελλήνων  και η αγάπη του για το ρεμπέτικο τον έφεραν στην Ελλάδα. Ο κόσμος των κινουμένων σχεδίων,ο Πατριάρχης του ρεμπέτικου Μάρκος Βαμβακάρης, οι ρεμπέτικες βραδιές με μπύρα και σουβλάκι έχουν δώσει άλλη πνοή στην ζωή του από τότε που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα.

Καθίσαμε σε ένα γωνιακό μεζεδοπωλείο στην Μεταξά. Σε λίγο θα ξεκινούσαν τα όργανα. Θα έπαιζαν την “Αχάριστη” του Τσιτσάνη, τη “Φραγκοσυριανή”, το “Χωρίσαμε ένα δειλινό” και άλλα πολλά. Το ρεμπέτικο ζει ακόμη μέσα από τα μάτια και την τέχνη νέων καλλιτεχνών. Ελπιδοφόρο ή παράδοξο  θα έλεγε κανείς σε μια εποχή που οι βουτηγμένοι στον έρωτα  στίχοι του ρεμπέτικου μοιάζουν άγνωστες λέξεις  για πολλούς αν και κερδίζουν σε likes και stories.

Ξεκινήσαμε λίγο πριν ακουστεί η πρώτη νότα στο μπουζούκι, όπως έπρεπε.

Πώς ξεκίνησε η ιδέα για αυτό το ταξίδι;

Η δουλειά μου είναι να λέω ιστορίες. Πάντα σκεφτόμουν να το κάνω γιατί μου αρέσει να περπατάω. Μου αρέσουν οι μεγάλες βόλτες, ειδικά όταν δεν είμαι σε καλή διάθεση. Με βοηθά να βάζω τις σκέψεις μου σε μια τάξη,να βάζω ένα στόχο πού θα φτάσω, πόσα βήματα θα διανύσω για ένα προορισμό.

Ένας από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες, ο Werner Herzog είχε δηλώσει ότι για να γίνεις σκηνοθέτης δεν χρειάζεται να πας σε  κάποια σχολή αλλά  πρέπει να διανύσεις πολλά χιλιόμετρα, 5.000 για την ακρίβεια. Δεν έκανα τόσα αλλά ήταν μια αρχή.

Ποια  ήταν  τα πρώτα βήματα που έκανες όταν πήρες την απόφαση για αυτό το εγχείρημα;

Αρχικά το ανακοίνωσα στην οικογένεια μου, η οποία με  υποστήριξε σε αυτό. Έπειτα, πήγα να αγοράσω σκηνή, πυξίδα και κάποια βασικά πράγματα που θα χρειαζόμουν. Το βασικό μου εργαλείο ήταν το Google Earth καθώς δεν μπορούσα να αυτοσχεδιάσω με τη διαδρομή που θα ακολουθούσα έξω από τη Ρώμη. Θα μπορούσαν να προκύψουν διάφορα, οπότε έπρεπε να έχω μια αίσθηση προσανατολισμού.

Προσπαθούσα να δω πού είναι η θάλασσα και να ακολουθήσω μια διαδρομή κατά μήκος της γιατί είναι πιο εύκολο και ασφαλές να την ακολουθείς για να μην χαθείς. Επίσης θα μπορούσα  να κατασκηνώσω στην παραλία που είναι πρακτικά πιο εύκολο. Και φυσικά έπρεπε να φτιάξω ένα πρόγραμμα (πού θα μείνω και  πόσες μέρες). Δεν είχα πάρει  σχεδόν τίποτα αξίας μαζί μου, ούτε ένα smartphone. Μόνο ένα παλιό νόκια για να ενημερώνω  τη μητέρα μου ότι είμαι καλά.

Ποιες στιγμές ξεχωρίζεις  στη διαδρομή σου;

Θυμάμαι κάθε λεπτομέρεια του δρόμου (γέφυρες, πινακίδες, graffiti) όταν έφτασα στην Ελλάδα. Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν όταν έφτασα τελικά εδώ. Ήταν εντελώς διαφορετικό το κομμάτι της διαδρομής στην εξοχή της Ιταλίας όπου είχες επαφή με τον κόσμο σε σύγκριση με την χαοτική Αθήνα που ήταν πνιγμένη στους τουρίστες εκείνη την περίοδο και ήταν εντελώς απρόσωπη.

Σε ένα χωριό στην Ακτή Αμάλφι βρήκα  μια βαλίτσα κοντά στη σκηνή μου που είχε μέσα ένα  πορτοφόλι με πενήντα ευρώ, μια ταυτότητα και κάποια περιοδικά. Την πήγα στο χωριό  γιατί νόμιζα ότι την είχε ξεχάσει κάποιος. Στη συνέχεια και ενώ έτρωγα αμέριμνος στην πλατεία ήρθαν αστυνομικοί και με κάλεσαν στο τμήμα. Στην αστυνομία γυναίκες  κλαίγανε με αναφιλητά.

Με πληροφόρησαν ότι ο άντρας που άφησε τη βαλίτσα αυτοκτόνησε, είχε πει στους συγγενείς του ότι θα πήγαινε σε ένα άλλο χωριό να δει την αδερφή του αλλά στην πραγματικότητα έπεσε από έναν γκρεμό κοντά στο σημείο της σκηνής μου. Πραγματικά σοκαρίστηκα όταν το άκουσα.

51 ημέρες κράτησε το ταξίδι. 40 μέρες Ιταλία, 11 μέρες Ελλάδα. Ξεκίνησα 25 Μαΐου και έφτασα 14 Ιουλίου στην Αθήνα.

Ποιες ήταν οι αντιδράσεις του κόσμου που συνάντησες στο δρόμο σου στο άκουσμα του «πάω από Ρώμη- Αθήνα με τα πόδια»;

Πολλές και διαφορετικές. Κάποιοι δεν καταλάβαιναν την τρέλα και την προσπάθεια του ταξιδιού μου έλεγαν «είσαι τρελός; τι εννοείς ;». Μερικοί δεν έλεγαν τίποτα γιατί δεν μπορούσαν να αντιληφθούν το όλο σχέδιο.

Υπάρχει κάτι που μετάνιωσες ή  θα άλλαζες;

Προφανώς και έγιναν λάθη γιατί δεν είχα εμπειρία. Σίγουρα θα προτιμούσα να είχα λιγότερα πράγματα να κουβαλάω, καθώς  ήταν πολύ κουραστικό με τις ανηφόρες και τις κατηφόρες και τον όλο εξοπλισμό, αν και είχα επιλέξει να έχω μαζί μου τα απολύτως απαραίτητα. Θα ήθελα  να είμαι πιο ελεύθερος να το απολαύσω. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα. Ίσως να έκανα μια μεγαλύτερη διαδρομή αν υπήρχε η δυνατότητα.

Υπήρξε κάποια στιγμή που σκέφτηκες να γυρίσεις πίσω;

Ποτέ. Θα συνέχιζα να περπατάω, ό,τι και να γινόταν. Σκεφτόμουν ότι αφού έχω πόδια και καρδιά μπορώ να το κάνω αυτό. Μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα, αν το θελήσουμε.

Όταν έφτασες στον προορισμό σου, πώς αισθάνθηκες; Αναθεώρησες  ενδεχομένως κάποια πράγματα;

Ο τελευταίος σταθμός μου ήταν ο Άλιμος. Όταν έφτασα ήμουν πολύ κουρασμένος. Περπάτησα στο κέντρο της Αθήνας και πήγα να βρω τους φίλους μου που με περίμεναν. Σουβλάκι, μπύρα, τσιγάρο. Και μετά ξαφνικά αισθάνθηκα τόσο άσχημα, ένιωσα την ανάγκη να πάω σπίτι. Λίγο πριν φτάσω κοντοστάθηκα για να συνειδητοποιήσω τι συνέβη. Κατέρρευσα. Μου ήρθαν ξαφνικά όλες οι εικόνες και η κούραση που είχα βιώσει.

Όμως το δύσκολο κομμάτι δεν ήταν να φτάσω στην Αθήνα, αυτό ήταν εύκολο.Το να κάνω το ταξίδι, να περπατήσω, να φάω, να κοιμηθώ, να επιβιώσω ήταν απλό. Το δύσκολο κομμάτι ήταν να πω σε αυτή την κοπέλα ότι την αγαπώ. Φοβήθηκα και δεν το είπα. Ξέρεις κάποιοι άνθρωποι μπορεί να μην σε καταλάβουν ή να φρικάρουν ακούγοντας κάτι τέτοιο.

Σε γενικές γραμμές είμαι σταθερός χαρακτήρας, δεν νιώθω ότι άλλαξα. Απλώς συνειδητοποίησα ότι μπορώ να κάνω πράγματα σαν αυτό. Απέκτησα περισσότερη αυτοπεποίθηση εν ολίγοις.

Ευχαριστούμε τον Thomas Kunstler για την παραχώρηση των φωτογραφιών του

Θα το ξαναέκανες;

Φυσικά, πρέπει να κάνω κάτι μεγαλύτερο τώρα. Ίσως το οργανώσω περισσότερο για διακοπές. Σίγουρα και αυτό το ταξίδι είχε το κομμάτι της αναψυχής αλλά είχε άλλο βάρος για μένα καθώς το έκανα περισσότερο για προσωπικούς λόγους.

Η κινητήριος δύναμη στην ταινία είναι η αγάπη. Τι σημαίνει αγάπη για σένα; 

Αναμφίβολα είναι μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Ό,τι και να κάνω έχει σχέση με αυτό. Κάθε αξιομνημόνευτο και εκπληκτικό πράγμα συνδέεται με την αγάπη. Σε βαθύτερο επίπεδο, όλα γυρίζουν γύρω από αυτή. Είναι η κινητήρια δύναμη, όπως είπες,  το πιο ισχυρό συναίσθημα που μπορείς να έχεις για μια δουλειά, για δραστηριότητα, για μια σχέση. Είναι το καλύτερο πράγμα που μπορείς να κάνεις. Σε ωθεί να δημιουργήσεις. Μέχρι τώρα είναι το πιο ακραίο πράγμα που έχω κάνει. Με αφορμή αυτή, έκανα αυτό το ταξίδι, εξελίχθηκα σαν χαρακτήρας, πήρα πράγματα.

Είναι δύσκολος καιρός για ρομαντικούς;

Ναι σίγουρα. Είναι τεράστιο θέμα προς συζήτηση σε σχέση με την κοινωνία, και το πόσο έχουν αλλάξει  τα πράγματα με την εισβολή των social media και τον τρόπο που αλληλεπιδρούν πλέον οι άνθρωποι. Για παράδειγμα, χρησιμοποιούν καρδούλες για να δείξουν τα συναισθήματα τους ή το like, οπότε χάνεται  αυτόματα η ανθρώπινη επαφή.

Σίγουρα έχω αλλάξει από τότε που έκανα το ταξίδι, έχουν περάσει τέσσερα χρόνια. Έχω ωριμάσει και σκληρύνει για να επιβιώσω, για να προσαρμοστώ στο πλαίσιο. Πρέπει δυστυχώς να είσαι λιγότερο ευαίσθητος και αυθόρμητος, για να επιβιώσεις.

Έχεις σκεφτεί να κάνεις μια ταινία εκτός ανιμέισον;

Όχι, δεν ακολουθώ αυτό το μονοπάτι. Το ανιμέισον και το ντοκιμαντέρ είναι οι προτεραιότητες μου. Αυτή την περίοδο δουλεύω στο «Μάρκο», μια μεγάλη μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων σχετικά με τη ζωή του αξέχαστου Μάρκου Βαμβακάρη. Έχω αφιερωθεί σε αυτό καθώς χρειάζεται πολλή δουλειά και υπομονή για να βγει το αποτέλεσμα που επιθυμώ.

Αθήνα ή Ρώμη;

Και οι δυο για διαφορετικούς λόγους. Στη Ρώμη έχω την οικογένεια μου, το χωριό μου, πίτσα και μοτσαρέλα. Η Αθήνα, από την άλλη πλευρά, είναι  μια πολύ ζωντανή πόλη, που συμβαίνουν συνέχεια πράγματα. Επίσης, έχω πολλούς φίλους  στην Ελλάδα και νιώθω πολύ τυχερός που δουλεύω εδώ σε αυτό το πρότζεκτ για τον Μάρκο Βαμβακάρη.

Στο φινάλε επιλέγεις για τερματικό σταθμό τη Μύκονο. Πώς είναι ο έρωτας στα χρόνια της Μυκόνου;

Ήθελα να σχολιάσω τη μοντέρνα κοινωνία  της ποσότητας και όχι της ποιότητας, που διακατέχεται από τον φόβο να μην μείνει απέξω, να μην χάσει πράγματα (“the fear of missing out”), να μην δεσμευτεί σε έναν άνθρωπο γιατί πιστεύει ότι υπάρχει πάντα κάτι καλύτερο. Αυτή είναι η μεταφορά με τη Μύκονο. Ένα κλαμπ γεμάτο κόσμο στο πιο περιζήτητο νησί, που αναζητά άφθονο αλκοόλ, εφήμερο σεξ και κάθε είδους απόλαυση. Αυτό είναι  η ευτυχία τελικά;

Το  πιο όμορφο πράγμα όμως που δίνει νόημα είναι να  βρεις την αγάπη που θα σε γεμίσει και θα σε ολοκληρώσει ως άνθρωπο. Ήθελα να παρουσιάσω τη γενική τάση της εποχής μας με αυτό. Πόσοι άνθρωποι πηγαίνουν στη Μύκονο και πόσοι Ρώμη-Αθήνα με τα πόδια;

 

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τον Thomas Kunstler δείτε εδώ: https://www.thomaskunstler.com/

Σχόλια