Η  Käthe Kollwitz ντύνει ασπρόμαυρο τον γερμανικό Εξπρεσιονισμό αποτυπώνοντας την σκοτεινιά και την απόγνωση της εποχής της.

Η ζωή της

Γεννημένη στις 8 Ιουλίου του 1867 στην Πρωσία, μεγάλωσε σε μια λιμπεραλιστική οικογένεια μεσαίας τάξης.  Η εκπαίδευσή της Kollwitz είχε κυρίως θρησκευτικό και σοσιαλιστικό προσανατολισμό, υπό τις υποδείξεις του παππού της.

Το ταλέντο της στη ζωγραφική ξεχώρισε από νωρίς με τον πατέρα της να κανονίζει για την ίδια μαθήματα ζωγραφικής σε ηλικία δώδεκα ετών. Τέσσερα χρόνια αργότερα αρχίζει να παγιώνει το προσωπικό της στυλ, ζωγραφίζοντας κυρίως εργαζόμενους ανθρώπους και αγρότες.

Βέβαια, η επιθυμία της να συνεχίσει τις σπουδές της δεν έπαψε εκεί. Σε μια εποχή που η πρόσβαση στην εκπαίδευση δεν ήταν σχεδόν καθόλου εύκολη στο σύνολο των γυναικών, η Kollwitz αποφάσισε να γραφτεί σε μια σχολή Καλών Τεχνών θηλέων στο Βερολίνο.

Σε ηλικία δεκαεφτά ετών παντρεύτηκε τον σύζυγό της Karl Kollwitz, ένα φοιτητή ιατρικής. Μαζί του απέκτησε δύο γιους, τον Hans και τον Peter.

Το 1988, γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών θηλέων στο Μόναχο, όπου στράφηκε κυρίως στον σχεδιασμό σκίτσων παρά στη ζωγραφική. Τότε ήταν που ανακάλυψε την κλίση της ως σχεδιάστρια.

Το έργο της

Η θεματική της καθίσταντο ιδιαίτερα επηρεασμένη απ’ τις σοσιαλιστικές ιδέες, τον πόλεμο, την πείνα, την απόγνωση και τον θάνατο.

Τα πρώτα της σημαντικά έργα είχαν τίτλο Ι (Η εξέγερση των υφαντριών, 1894–98) και Peasants’ War (Ο πόλεμος των χωρικών, 1902–08) που απεικόνιζαν τα δεινά των πληβείων.

Ορκισμένη ειρηνίστρια και με ενδιαφέρον για τις κομμουνιστικές ιδέες υπήρξε ενεργό μέλος του Arbeitsrat für Kunst, μια ένωση Σοβιετικής τέχνης για αρχιτέκτονες, γλύπτες, ζωγράφους και συγγραφείς με βάση το Βερολίνο, που ήταν ενεργή την περίοδο 1919-1921.

Σκοπός αυτής της οργάνωσης ήταν να σχηματιστεί μια οντότητα, όπου η τέχνη δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των λίγων, ούτε πολυτέλεια αλλά αφορά και τις ευρύτερες λαϊκές μάζες. Με άλλα λόγια, προωθούσε ένα αίτημα για «άνοιγμα» της τέχνης.

Φανερά αδιάφορη για την μπουρζουαζία και την μεσαία τάξη, η Kollwitz γοητεύεται ιδιαίτερα απ’ τα πάθη του προλετάριου: τις γυναίκες που αναζητούν βοήθεια, τους άνδρες που εργάζονται σκληρά, τα μικρά παιδιά των φτωχών στρωμάτων.

Όλα αυτά δημιουργούν ένα κλίμα ιδιαίτερης συμπόνιας και συνάμα βαθιάς τραγωδίας που η ζωγράφος αξιοποιεί στα έργα της.

Η ευτυχία και η γαλήνη απ’ τα σκίτσα της απουσιάζουν στον ίδιο ρυθμό που απουσιάζουν και τα χρώματα. Όλα σκιαγραφούνται με σκούρες και φωτεινές αντιθέσεις, παχιές γραμμές σχηματίζοντας μια συναισθηματική ένταση σχεδόν σπαραχτική.

Αποστολή της μοιάζει η απεικόνιση του ανθρώπινου πόνου.

Ίσως αυτό να συνδέεται και με την προσωπική της ιστορία. Η Kollwitz σε πρώιμη ηλικία βιώνει την απώλεια και το πένθος, με τον θάνατο των αδελφών της. Φαίνεται να υποφέρει από ημικρανίες και αισθητηριακές παραισθήσεις.

Πολλά μοτίβα της είναι επηρεασμένα από τους ανθρώπους που επισκέπτονταν την κλινική του άνδρα της, ανθρώπους σε ανάγκη.

Στον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο χάνει τον γιο της Peter. Σ’ ένα κλίμα μελαγχολίας και σπαραγμού, φτιάχνει σχέδια για την ανέγερση ενός μνημείου προς τιμήν του γιου της και των πεσόντων συντρόφων του. Καταστρέφει αυτό το μνημείο και κατασκευάζει ένα νέο με τίτλο «οι πενθούντες γονείς» (The Grieving Parents).

Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, το Ναζιστικό Κόμμα την αναγκάζει να παραιτηθεί απ’ το τμήμα τέχνης όπου δίδασκε στο Akademie der Künste (Ινστιτούτο τέχνης στο Βερολίνο). Επίσης, τα έργα της δεν παρουσιάζονταν πλέον σε μουσεία, ενώ οι Ναζί χρησιμοποίησαν ένα σκίτσο της για προπαγάνδα.

Το 1943, το σπίτι της στο Βερολίνο βομβαρδίστηκε και πολλά έργα και έγγραφά της χάθηκαν. Μετακινήθηκε στο Moritzburg, όπου έζησε τους τελευταίους μήνες της ζωής της.

Τρία χρόνια νωρίτερα το 1940, έχασε τον σύζυγό της από ασθένεια, καθώς και τον εγγονό της Peter που έπεσε στον πόλεμο.

Πέθανε το 1943, δεκαέξι μέρες πριν τελειώσει ο πόλεμος.

Η Kollwitz υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έγινε μέλος της Πρωσικής Ακαδημίας της τέχνης (Prussian Academy of Arts), το 1920.

Στις μέρες μας, τέσσερα μουσεία εκθέτουν κατά κύριο λόγο την τέχνη της ενώ πάνω από 40 γερμανικά σχολεία έχουν το όνομά της.

Σχόλια