Συναντήσαμε τον καθηγητή φυσικής αγωγής και Health coach Δημήτρη Βουδούρη και τον γνωρίσαμε μέσα από τη δουλειά του.
Ο Δημήτρης Βουδούρης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στο Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Πανεπιστημίου Αθηνών με ειδικότητα στην Ειδική Φυσική Αγωγή. Συνέχισε τις σπουδές του στην επιστήμη της διαιτολογίας-διατροφολογίας στο διετούς διάρκειας πρόγραμμα σπουδών του Cambridge Regional College.
Έχει εξειδικευτεί στις διατροφικές διαταραχές στο Κέντρο Εκπαίδευσης και Αντιμετώπισης Διατροφικών Διαταραχών, που έχει πρόεδρο και ιδρυτή τον διατροφολόγο κ.Ευάγγελο Ζουμπανέα.
Από τον Οκτώβρη του 2015 συμμετέχει σε 3ετές πρόγραμμα σπουδών στην Συμβουλευτική ψυχικής υγείας. Πλην των άλλων δραστηριοτήτων του, από το 2014 είναι εκπαιδευτής του Κέντρου Εκπαίδευσης και Αντιμετώπισης Διατροφικών Διαταραχών.Μας υποδέχτηκε χαμογελαστός στο γυμναστήριο Synergy Fitness στα Άνω Πατήσια, όπου αυτήν την περίοδο διατηρεί το γραφείο του.
Καθίσαμε αναπαυτικά και με την συνοδεία κρύου καφέ και μια υποψία τζαζ μουσικής, ξεκινήσαμε την κουβέντα μας.
– Πώς επιλέξατε να ασχοληθείτε με αυτό; Ήταν μια συνειδητή επιλογή ή κάτι το οποίο προέκυψε στην πορεία;
Η απόφαση να μπω στο ΤΕΦΑΑ ήταν μια από τις πιο σημαντικές και συνειδητές επιλογές της ζωής μου. Η κατεύθυνση μου ήταν διαφορετική, δηλαδή μέχρι και την πρώτη λυκείου μου άρεσε πολύ η ιδέα να γίνω γιατρός. Στην πορεία κατάλαβα ότι αυτό θα ήταν «λίγο» δύσκολο, διότι ναι μεν ήμουν πολύ πρόθυμος, αλλά δεν θα τα κατάφερνα ή τουλάχιστον έτσι πίστεψα.
Έτσι, λοιπόν, ακολούθησα την τρίτη δέσμη. Οι δικοί μου ήθελαν να ασχοληθώ με τη νομική ή στη χειρότερη να γίνω φιλόλογος!(γέλια)
Έκανα το δικό μου μηχανογραφικό κρυφά απ’ τους γονείς μου. Έκανα την δική μου επανάσταση και έβαλα σαν πρώτη επιλογή το ΤΕΦΑΑ Αθηνών. Ήθελα να γίνω γυμναστής. Αυτό ήταν κάτι, που για την ακρίβεια δεν αποκάλυψα ποτέ στον πατέρα μου.
Πότε δεν κατάλαβαν πως αν και είχα γράψει τόσο μεγάλους βαθμούς δεν πέρασα στη Νομική. Ο τρόπος ο οποίος το δικαιολόγησα ήταν ότι οι βάσεις ανέβηκαν πολύ ψηλά και δεν κατάφερα να περάσω Νομική αλλά ΤΕΦΑΑ. Οι γονείς μου δεν γνώριζαν και πολλά από αυτά και τελικά δεν ήταν δύσκολο να γίνω πιστευτός.
“Εκείνα τα χρόνια ήταν σημαντικό να έχεις ένα χαρτί!”
– Όλοι έχουμε στο μυαλό μας τους γυμναστές, τους διατροφολόγους σαν “θαυματοποιούς” ή σαν “μπαμπούλες” που όταν τους επισκεφτούμε θα συμβεί κάτι μαγικό ή τραγικό.
Η εικόνα που έχει ο κόσμος για τους διατροφολόγους και τους γυμναστές έχει καλλιεργηθεί ως ένα βαθμό και από εμάς τους ίδιους.
“Ο κόσμος θεωρεί ότι είτε χρειάζεται απίστευτη πειθαρχία, πόνος και ιδρώτας, είτε ότι τα πάντα μπορούν εύκολα να συμβούν μέσα από μαγικές μεθόδους και κόλπα των ειδικών.”
Αυτή είναι μια εικόνα που έχει καλλιεργηθεί απ’ τη βιομηχανία μας σε μεγάλο βαθμό, γιατί συνήθως πουλάει. Σε κάποιες περιπτώσεις, βέβαια αποθαρρύνει τους ανθρώπους. Το να ακούμε όμορφες ιστορίες και να πιστεύουμε σε θαύματα, ασυνείδητα μας οδηγεί πολλά χρόνια πίσω, όταν ήμασταν παιδιά και λίγο πολύ όλοι έχουμε αυτήν την ανάγκη.Στην πραγματικότητα όμως, η δουλειά μας είναι και οφείλει να είναι εκπαιδευτική. Ένας επιστήμονας και σύμβουλος υγείας οφείλει να εκπαιδεύσει τον πελάτη του σε ένα νέο μοντέλο ζωής. Μόνο έτσι τα αποτελέσματα θα έρθουν πραγματικά. Μπορεί να αργήσουν, αλλά θα είναι πραγματικά.
Η μάθηση είναι κυρίως μια βιωματική διαδικασία και αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να παγιωθεί κάτι θετικό.
Δεν μαθαίνουν όλοι με τον ίδιο ρυθμό και ούτε μπορούμε να αδιαφορήσουμε μπροστά στα πρότερα βιώματα του καθενός. Έτσι, τα βήματα πρέπει να είναι μικρά, προοδευτικά και εξατομικευμένα.
– Τι κριτήρια έχετε όταν αναλαμβάνετε έναν ασθενή;
Καταρχήν αυτός ο άνθρωπος πρέπει να έχει πραγματικά ανάγκη τις υπηρεσίες σου και να έχει καταλάβει ακριβώς τι προσφέρεις.
Όπως λέει ο συνεργάτης και φίλος Ευάγγελος Ζουμπανέας : “Το δυσκολότερο κομμάτι του να είσαι επαγγελματίας υγείας, δεν είναι να περάσεις γνώση στον άνθρωπο που συνεργάζεσαι. Ο μεγάλος αγώνας είναι να μπορέσεις να αποκαθηλώσεις τη γνώση που υπάρχει ήδη υπό μορφή πεποίθησης στο μυαλό του πελάτη σου.”
Για να προχωρήσει μια συνεργασία και να έχει αποτελέσματα πρέπει ο ασθενής να έχει ισχυρή θέληση να αλλάξει πραγματικά τη ζωή του. Δεν αρκεί να το πιστέψει ο θεραπευτής. Πρέπει να το θέλει και ο θεραπευόμενος. Και μην βιαστείς να σκεφτείς “μα ποιος μπορεί να μη θέλει”…γιατί θα χάσεις!
Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πόσο υπονομεύουμε τον εαυτό μας ασυνείδητα. Μοιάζουμε κάποιες φορές λες και είμαστε κουρδισμένοι, προγραμματισμένοι. Φοβόμαστε να αλλάξουμε μονοπάτι ακόμα και αν ξέρουμε ότι αυτό ισοδυναμεί με την καταδίκη μας στο μέλλον!
Έτσι, καταλήγουμε να βλέπουμε ανθρώπους που πονούν, που έχουν παραπάνω κιλά, που έχουν χαμηλά επίπεδα φυσικής κατάστασης. Άνθρωποι που νοσούν από την καθημερινότητα, που ζούμε στις πόλεις.
Στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα έρχεται μέσα από μια δική μου μεν καθοδήγηση. Αλλά κυρίως χάρη την προσωπική δουλειά και επιμονή του ανθρώπου, ο οποίος επιθυμεί την αλλαγή.
Σημειώστε ότι βασική ευθύνη ενός coach ή ενός θεραπευτή είναι η εκπαίδευση του πελάτη του στην υποτροπή! Άρα δεν υπάρχουν προϋποθέσεις παρά μόνο μια βασική. Αυτός ο άνθρωπος να είναι ανοιχτός στην αλλαγή!