Eίπαμε να μοιραστούμε μαζί σας ότι πιο κουλό μας έχει συμβεί ποτέ μέσα σε ταξί!
Κι αυτό γιατί όσο κι αν δεν θέλουμε να γενικεύουμε και να συντηρούμε αυτή την φημολογία που υπάρχει γύρω από τους ταρίφες, να που τελικά δεν δυσκολευτήκαμε καθόλου να βρούμε “τραυματικές” ιστορίες σε ταξί που αξίζει να μοιραστούμε. Ορίστε, λοιπόν, και φυσικά κάντε σχόλιο και με τις δικές σας!
“Μετά από νυχτερινή έξοδο γυρνάμε με κάτι φίλους κάπου τα ξημερώματα. Είμαστε 5 άτομα και δε χωράμε ακριβώς για ένα ταξί και ο οδηγός μας βάζει τις φωνές και μας αναγκάζει να πάρουμε και δεύτερο, παρόλο που σταματάμε όλοι στο ίδιο σημείο, γιατί “δε θέλει να βρει το μπελά του βραδιάτικα με αστυνομίες”. Τελικά, χωριζόμαστε σε ομάδες και ο οδηγός κάνει τη διαδρομή από το κέντρο μέχρι το σπίτι πιο γρήγορα και από το Νίκι Λάουντα! Στο τέλος, παραπονιέται που επιμένουμε να μας αφήσει σε ένα σημείο και όχι ακριβώς απέξω από το σπίτι, όπως επίσης και για το γεγονός ότι δεν είχαμε ψιλά να του δώσουμε ακριβώς για την ταρίφα!”
“Το περασμένο καλοκαίρι περίμενα επί 45 λεπτά το λεωφορείο και επειδή, λοιπόν, αργούσε έπιασα το κινητό μου να πάρω το ραδιοταξί. Για κακή μου τύχη δεν είχα κάρτα και έτσι σταμάτησα το πρώτο διαθέσιμο. Χάρηκα που δεν ήταν κάνας μεσήλικας ο ταξιτζής μέχρι που μου έπιασε την κουβέντα… Σχολίασε το ποσό μακριά είναι τα μαλλιά μου, μου πε να μην τα κόψω ποτέ και συνέχισε μιλώντας μου για την πρώην γυναίκα του… Αυτή είχε διπολική διαταραχή του το έκρυβε και το έμαθε ένα χρόνο αφ’ ότου παντρεύτηκαν επειδή απέβαλε (μου πε ότι έπαιρνε κρυφά ψυχοφάρμακα). Ευτυχώς για μένα η διαδρομή μου ήταν πολύ μικρή γύρω στα 10-15 λεπτά, ωστόσο τρόμαξα λιγάκι και τον έβαλα να πάμε απ’ τον κεντρικό δρόμο πληρώνοντας 3€ πάρα πάνω…ohh yes “
Τρεις το βράδυ, ελαφρώς πιωμένοι γυρνούσαμε από Κεραμεικό για Νίκαια και μπαίνουμε σε ταξιτζή που πιθανόν να ήταν πιο πιωμένος από εμάς. Πάνω στην κλασσική συζήτηση που πιάνουν οι ταξιτζήδες αρχίζει και μας λέει για το αμάξι του. Σε κάποια φάση παραμιλάει και με ρητορικές ερωτήσεις του τύπου “Ξέρεις πόσα πιάνει αυτό το αμάξι” αποφασίζει να γκαζώσει όλη την Πέτρου Ράλλη με 120 χιλιόμετρα (μιλάμε για λεωφόρο, εμείς είχαμε πάθει 2-3 καρδιακά ο καθένας).
Στα θετικά, γυρίσαμε σπίτια μας ζωντανοί αφού ήταν άδειος ο δρόμος, και πληρώσαμε 3-4 ευρώ.
Θα μπορούσα να πω και για έναν άλλον που μας είπε με λεπτομέρειες όλες τις περιπέτειες του από Μεταξουργείο αλλά είναι αρκετά shocking.
Βράδυ, δύο άτομα, ταρίφα: 5 ευρώ. Αφήνουμε τον φίλο – γείτονα και μετά από λίγο έρχεται η ώρα να πληρώσω. Βλέπει ο ταξιτζής ότι έχω 50ρικο και μου κάνει “μη μου δώσεις 50ρικο, δεν έχω ρέστα”, μην ανησυχείτε απαντάω έχω 20ρικο. Τρελαίνεται. Αρχίζει μια ιστορία τύπου “έπρεπε να μου το έχεις πει, δεν είμαι υποχρεωμένος από το νόμο να σου δώσω ρέστα”. Και μια που μου λέει νόμο, μια που τρελαίνομαι κ εγώ και του πουλάω παραμύθι ότι και καλά είμαι δικηγόρος και ξέρω πολύ καλά τι ορίζει ο νόμος και τι όχι, ότι δεν έχει ιδέα και μιας και λέμε για νόμο ας συζητήσουμε το γιατί δε μου έκοψε ποτέ απόδειξη. Κάπου εκεί σκαλώνει και μου λέει να μη πληρώσω καθόλου. Εγώ επιμένω να πληρώσω και του λέω πάμε στο περίπτερο. Μου απαντάει ότι εάν με πάει μέχρι εκεί θα με βάλει να πληρώσω τη ταρίφα. Kαπως έτσι ξεκινάει ο 2ος γύρος τρέλας. Καταλήγουμε να τσακωνόμαστε ένα δίλεπτο, αυτός να επιμένει να μη πληρώσω τίποτα και εγώ να επιμένω να πληρώσω. Τελικά του έδωσα 2 ευρώ με full bitch mode on και έφυγα.
Εβίτα Γοργορίνη
Καλοκαίρι 2014, Ιούνιος. ήταν εκείνες τις μέρες που απλά αντί να βρίσκεσαι Αθήνα θες να είσαι σε κάποιο μαγευτικό νησί για να γλυτώσεις όλη αυτή τη ζέστη. Εκείνη την υπέροχη -νοτ- μέρα έπρεπε να πάω κέντρο. Λίγο ότι άργησα να ετοιμαστώ, λίγο το ότι βαριόμουν είχε ως αποτέλεσμα να έχω ραντεβού στις 12.30 και η ώρα να είναι 12.20 και να μην έχω ξεκινήσει. Το σπίτι μου να σημειωθεί πως με λεωφορείο από το σύνταγμα είναι 10 λεπτά. Για να μην αργήσω λοιπόν παίρνω ταξί. Μπαίνω και βλέπω τον γνωστό με μεσήλικα προς ηλικιωμένο ταξιτζή. όλα τα παράθυρα κλειστά, χωρίς aircodition. Αρχίζω να παθαίνω πανικό από την ζέστη και ρωτάω διακριτικά αν μπορώ να ανοίξω το παράθυρο. Εε και εκεί ήταν που ο τύπος μάλλον δαιμονίστηκε. Ξεκίνησε να μου λέει ότι έχει ψύξη και δεν θέλει αέρα γιατί θα γίνει χειρότερα και θα μπορεί να βγάλει το μεροκάματο και κατέληξε στο ότι η νεολαία είναι παράλογη και δεν καταλαβαίνουμε τίποτα. Πλας το ότι κάναμε κύκλο την μισή Αθήνα για να φτάσουμε Σύνταγμα. Στο ραντεβού ήμουν 1 παρα 20 και πλήρωσα 7€
Εμπειρία με ταξί vol.2 ! Σήμερα το πρωί φτάνω Πειραιά και νιώθω πολύ τυχερή που βρίσκω αμέσως ταξί έξω από το λιμάνι! Η διαδρομή Πειραιάς-Παγκράτι είναι περίπου 20 λεπτά με μισή ώρα από Συγγρού χωρίς ιδιαίτερη κίνηση! Εεε εμείς το κάναμε κοντά στη μια ώρα! Δευτέρα 8.30 το πρωί ο τύπος είχε τη φαεινή ιδέα να πάει από τα κεντρικά του Πειραιά γιατί δεν ήξερε άλλο δρόμο. Επίσης δεν ήξερε γενικά τον δρόμο! Είχε ένα gps κολλημένο δίπλα στο τιμόνι το οποίο όμως δεν ήθελε να το βάλει και του έδινα εγώ οδηγίες (κλάψτε κόσμε)! Αφού έχουμε φτάσει στο ύψος του intercontinental βλέπω ότι έχει κίνηση και του λέω να στρίψουμε να πάμε από τα στενά και θα του λέω εγώ! Εεε εκεί ήταν που κάναμε τον κύκλο της ζωής μας. Πήγαινε τόσο γρήγορα που δεν προλάβαινα να του πω που να στρίψει με αποτέλεσμα να κάνουμε όλο και μεγαλύτερο κύκλο. Να σημειωθεί ότι αυτός ήταν μέσα στην τρελή χαρά και ήθελε να παίρνει και άλλο κόσμο στην διαδρομή…
Πράγματι, η τελευταία φορά που αναγκάστηκα να πάρω ταξί ήταν όντως τραυματική. Κι αυτό δεν είχε να κάνει με κανένα περίεργο ταρίφα ή τίποτα ξερατά στη διαδρομή, αλλά με το γεγονός ότι μη γνωρίζοντας -ακόμα- καλά την πρωτεύουσα και τις αποστάσεις,έπειτα από νυχτερινή έξοδο στα Πατήσια, είχα την φαεινή ιδέα να γυρίσω με ταξί… μέχρι την Καλλιθέα! Αποτέλεσμα; 15 ευρώ γραμμένα στο κοντέρ κι εγώ να μακαρίζω την καλή μου τύχη, που όλα τα φανάρια στο δρόμο έτυχαν να είναι πράσινα (κατά ειρωνικό τρόπο ο οδηγός είχε σχολιάσει το παράδοξο γεγονός της ταύτισης αυτής των σηματοδοτών! Τον μπαγάσα στόχευε στο 20ευρω ). Το συγκεκριμένο περιστατικό, πάντως, σίγουρα θα μου “μείνει”, μιας και ήταν η πρώτη φορά που ξόδευα πιο πολλά χρήματα στα μεταφορικά, παρά στην ίδια την έξοδο!!! Περαστικά μου, λοιπόν, και πια αγαπάμε τα 24ωρα λεωφορεία
Θεσσαλονίκη. Δευτέρα πρωί γύρω στις 8:30. Χωρίς λεωφορεία λόγω επίσχεσης εργασίας από τον ΟΑΣΘ. Καταρρακτώδης βροχή. Τρεις συνθήκες που κάνουν τα ταξί πιο περιζήτητα και από πόσιμο νερό. Περιμένω 40 λεπτά χωρίς να μπορώ να βρω θέση σε ταξί, έχοντας καλέσει παράλληλα ραδιοταξί κι έχοντας φάει άκυρο. Βρίσκω τελικά και μπαίνω σε κάποιον που είχε φορτωμένους άλλους τρεις. Σε όλο αυτό που ακολουθεί, ο ταξιτζής έχει ψυχοσύνθεση, έκφραση και τόνο φωνής δίχρονου παιδιού που του αγοράζουν το πρώτο του μπαλόνι.
«Φιλαράκι γίνεται χαμός! Να φανταστείς δεν έχω προλάβει ακόμα να πιω καφέ και να κατουρήσω από τη στιγμή που έφυγα από το σπίτι πριν δυο ώρες. Δεν μπορώ να σταματήσω πουθενά. Κατεβαίνει ένας, ανεβαίνει άλλος».
Ξαφνικά στο tablet του ακούγεται η ηχογραφημένη φωνή της κυρίας από τα Ραδιοταξί. «Υπάρχει 1 άτομο που αναζητεί ταξί κοντά σας. Θέλετε να διεκδικήσετε αυτήν την κλήση;». Κοιτάζει τις επιλογές «ΝΑΙ» και «ΟΧΙ» και με το χαμόγελο καρφωμένο στα αυτιά πατάει το «ΟΧΙ».
«Πάντα ήθελα να το κάνω αυτό. Να πατήσω μια φορά ΟΧΙ». Και ανεβάζει την ένταση του ραδιοφώνου. Έπαιζε το I Want To Break Free από Queen.
Κι οι ταξιτζήδες τελικά έχουν ψυχή.
1) Έχοντας τρομερά ψυχολογικά, αποφασίζω να πάρω ταξί από Κτελ Μακεδονίας για Ευκαρπία να πάω σε ένα φίλο μου (Για Θεσσαλονίκη μιλάω). Επομένως μιλώντας με τον τυπά ( καλή κουβεντούλα τύπου μαγαζιά και μουσική, πώς έτυχε αυτό δεν ξέρω) ο τυπάς καταλήγει Ωραιόκαστρο (10 χλμ μακριά από εκεί που ήθελα να πάω) ψάχνοντας την ίδια διεύθυνση. Τελικά με πάει εκεί που ήθελα χωρίς να πληρώσω κάτι παραπάνω από την κανονική ταρίφα για την διαδρομή μου.
2) Παίρνοντας ταξί από πλατεία Κατερίνη για να πάω σε ένα κουτσοχώρι λίγο πιο δίπλα. Ο ταξιτζής απλά ψήθηκε να κάνει την διαδρομή μέσω Λαμίας (από ότι πιο άκυρο μέρος υπήρχε εκεί κοντά) και να λέει ιστορίες από τότε που δούλευε στην Κρήτη και αντί για πληρωμή έπαιρνε μπουκάλια ρακή)
Ξεκάθαρα το θέμα μου ?
Πριν δυο χρόνια πήγα Κωνσταντινούπολη και μετά από μια βόλτα στην Ταξίμ ξεμείναμε Γιατί είχε κλείσει το μέτρο και έπρεπε να πάμε στην ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης (η οποία είναι στην άλλη άκρη ?). Αναγκαστήκαμε λοιπόν να πάρουμε ταξί. Σε αυτό το σημείο να αναφέρω ότι γενικά οι ταξιτζήδες στην Τουρκία τρέχουν σαν παλαβοί (χωρίς υπερβολή). Μπαίνουμε λοιπόν και αφού κάναμε το deal αρχίζει να μαρσάρει. Το ταξί είχε φωτάκια νέον από πίσω (εξαιρετική πινελιά) τον ταξιτζή τον έλεγαν Μουράτ ❤ και ήταν λαλίστατος αν και δεν ήξερε Αγγλικά. Οι διάλογοι μας ήταν εξαιρετικοί εμείς στα ελληνικά, αυτός στα κουτσοαγγλικα είχαμε λιώσει στα γέλια. Τελοσπάντων πριν περάσουμε τη γέφυρα σε κάποια φάση σταματά σε ένα μαγαζί δίνει το κλειδί στην φίλη μου που καθόταν μπροστά και βγαίνει από το αυτοκίνητο. Εμείς προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι παίχτηκε γιατί δεν τον πολυκαταλαβαίναμε. Μετά από λίγο ξαναγύρισε, είχε πάει τουαλέτα. Για μερικά λεπτά φλερτάραμε με την ιδέα να φύγουμε μόνες μας ? Μετά από αρκετή ώρα και ενώ είχα με γίνει φίλες με τον Μουράτ και φτάσαμε στο προορισμό μας μας ζήτησε να βγάλουμε σελφι με ένα παλιό κινητό που είχε μέσα στο ταξί ? ενώ μετά αφού μας κατέβασε μας χαιρέτησε με αγκαλιές και φιλιά. Η πιο σουρεαλιστική εμπειρία ever με ταξιτζή .
Άνω Ηλιούπολη 21.10 και θέλω να φτάσω σταθμό Δάφνης, να αλλάξω Σύνταγμα για Νομισματοκοπείο και όλο αυτό μέχρι 21.40. Βιαζόμουν. Αλλά βιαζόμουν πραγματικά πολύ! Περίμενα σε κεντρικό. Τα ταξί μόνο πήγαιναν για κάποιο λόγο. Με τα πολλά μετά από κάνα δεκάλεπτο φτάνει ένα, το σταματάω, του λέω προορισμό, “Πόπα” μου λέει. Ο τύπος 30. Το ταξί μύριζε σαν σουβλατζιδικο το οποίο δεν μπορούσα να μην παρατηρήσω. Απ’ ότι καταλαβα το πήρε χαμπαρι κι αυτός, οπότε μ λέει “Σορι ρε κούκλα δεν προλάβαινα..” κι εκεί π λέω νταξει, θ ανοίξει παράθυρο.. Μου προσφέρει ένα καλαμάκι. Ε, γελάω.. Με τα πολλά πιάνουμε την κουβέντα περί κλειστής κοινωνίας, (Λαρισσαίος, ο Πάνος) και “να κάνεις ότι σου γουστάρει τώρα που ‘σαι μικρή” και “να μην σε τρώει το άγχος” και αρχίζω εγώ να βλέπω Ακρόπολη. Λέω νταξει “Δε ξέρω από δω αλλά πάμε καλά;” Μου λέει “Ούτε γω ρε συ..” Πανικοβάλομαι εγώ, μ λέει “Άραξε το ‘χω” Με φτάνει Σύνταγμα μ λέει “να μην αλλάζεις κι όλας..” του λέω “τι σου χρωστάω” “Τίποτα μ λέει. 2€ και το τηλέφωνο σου”.
Το λες και πρώτο ραντεβού.
Αύγουστος, πριν 2 χρόνια, καθημερινή σε ωράριο διπλής ταρίφας, πάνω πλατεία Αγίας Παρασκευής, μπαίνω σε ταξί, φαινομενικά αξιόπιστο, με μία φίλη.
Κλασσικές χαιρετούρες, λέμε τον προορισμό και με την εκκίνηση άρχισαν τα (μηχανικά) προβλήματα. Ευγενικός ο τύπος στο τιμόνι, άρχισε να μας μιλάει για την ιστορία του, κυρίως για το πώς όλα πια στη ζωή του πάνε κατά διαόλου. Σε μια δική μας προσπάθεια να τον παρηγορήσουμε τρώμε νοητό άκυρο, καθότι εκείνος έδειχνε να μην τον απασχολούν πολύ αυτά που λέγαμε. Η προσοχή του, βλέπετε, είχε στραφεί σε διάφορες, όχι και τόσο καθησυχαστικές, ενδείξεις στο ταμπλό του οχήματος. Η ανήσυχη του συμπεριφορά άρχισε να επηρεάζει κι εμάς, λίγο περισσότερο μάλιστα τη στιγμή που ξεκίνησε ο κινητήρας να παράγει έντονο κι αφύσικο θόρυβο. Σταδιακά, άρχισε να μειώνει την ταχύτητα, τα φώτα έσβησαν με δική τους πρωτοβουλία, έως ότου ακινητοποιηθήκαμε ολωσδιόλου σ’ένα πάρκινγκ από κλειστό ζαχαροπλαστείο κοντά στο σταθμό του μετρό της περιοχής.
“Όχι πάλι ρε γαμώτο”, αναφωνεί με μισή καρδιά και ρίχνει το φταίξιμο σε μια Κατερίνα – για την οποία ούτε ρώτησα ούτε έμαθα ποτέ τίποτα. Επιμένει να μην του δώσουμε φράγκα για την κούρσα και μας ζητά συγγνώμη. Ζητάει να μας καλέσει εκείνος έναν φίλο του ταξιτζή να μας πάει εκεί που θέλουμε, τον ευχαριστούμε αλλά του λέμε ότι δεν απέχουμε πολύ με τα πόδια – είχαμε καλύψει τα 3/4 της διαδρομής ευτυχώς. Εκείνος παρά ταύτα τον κάλεσε, κι όταν του εξηγήσαμε πως πραγματικά δεν χρειαζόμαστε επιπλέον ταξί, το χρησιμοποίησε για να επιστρέψει σπίτι του.
Του κρατήσαμε παρέα μέχρι να έρθει ο φίλος του, και τον κεράσαμε μια μπύρα από ένα περίπτερο εκεί κοντά. Ετυμηγορία βραδιάς: μια γλυκόπικρη εμπειρία.
ΚΤΕΛ Λιοσίων, δύο η ώρα τη νύχτα. Μόλις είχα φτάσει Αθήνα από Λαμία έπειτα από άπειρες στάσεις και τρομερή καθυστέρηση. Αποφασίζω να πάρω ταξί για Περιστέρι καθώς τα μέσα είχαν σταματήσει εκείνη την ώρα. Δεν ήταν επιλογή μου, αλλά η μόνη λύση! Με το που κατεβαίνω από το λεωφορείο, ακριβώς έξω από τη πόρτα, βρισκόταν ένας κύριος ο οποίος ρωτούσε αν ήθελε κανείς ταξί. Το περίεργο βέβαια ήταν ότι η πιάτσα ήταν μόλις πέντε βήματα δίπλα. Έτσι, λοιπόν, τον προσπερνάω και κατευθύνομαι προς την πιάτσα όπου εν τέλει το πρώτο ταξί ήταν το δικό του και “χαρητολογωντας” μου λέει “Ήθελες ταξί τελικά”. Προφανώς και δε πήρε απάντηση και του λέω αμέσως προορισμό. Μου λέει θα περιμένεις λίγο χωρίς να μου εξηγεί το λόγο και άρχισε να ψάχνει ακόμα 1-2 άτομα που θα πήγαιναν Περιστέρι προφανώς για να μην πάει μόνο εμένα ενώ μπορεί να βρει άλλα 1-2 άτομα και να πάρει την ίδια τιμή επί 3 φορές. Αφού, λοιπόν, περίμενα κανένα 5λεπτο βρίσκει άλλη μια κοπέλα και αποφασίζει να ξεκινήσει.
Στη διαδρομή άρχισε να μιλάει μόνος του και να γκρινιάζει χωρίς να καταλαβαίνω ούτε εγώ ούτε η άλλη κοπέλα τον λόγο, ενώ κάποια στιγμή με έντονο τόνο στη φωνή μας ρωτούσε για ποιον λόγο άργησε να έρθει το ΚΤΕΛ, που είχε κίνηση και πόσο κόσμο είχε λες και η ευθύνη ήταν πάνω μας. Κοντεύουμε, λοιπόν, να φτάσουμε και τον παρακαλώ να στρίψει στο στενό και να με πάει έξω από την πόρτα (όπως είναι λογικό όταν χρησιμοποιείς ταξί) καθώς η ώρα ήταν περασμένη και ήμουν μόνη μου. Όλοι φαντάζεστε ότι αυτό δεν έγινε ποτέ. Με άφησε στον κεντρικό δρόμο γιατί λέει έπρεπε να συνεχίσει τη διαδρομή του για την άλλη κοπέλα. Αφού κατεβαίνω από το ταξί, κατεβαινει και εκείνος, ανοίγει το πορτ-μπαγκαζ για να πιάσω τη βαλίτσα και δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να βοηθήσει. Ζήτησε 10 ευρώ (πολλά για τόσο μικρή διαδρομή), του τα έδωσα και έφυγε χωρίς καμιά κουβέντα. Αυτά από μια κοπέλα που ο πατέρας της είναι ταξιτζής στη Ρόδο! (Όχι ότι είναι πατέρας μου αλλά υπάρχουν και εκείνοι οι μετρημένοι στα δάχτυλα που κάνουν τη δουλειά τους όπως πρέπει χαχαχα)
Έχουμε πάει με κολλητό προ διετίας σε πάρτυ στην τότε για εμάς αχαρτογράφητη περιοχή του Πειραιά, κατεβάζοντας αμάξι, για να είμαστε σένιοι. Ώρες μετά καταλήγουμε να περιφερόμαστε μεθυσμένοι στους δρόμους ψάχνοντας το αυτοκίνητο. Για να μη μας βρει η μέρα, αποφασίσαμε να ρωτήσουμε σε μια πιάτσα, όπου μας ενημέρωσαν πως είμαστε μισή ώρα δρόμο από το σημείο που είχαμε παρκάρει και έτσι μπαίνουμε στο ταξίδι του -φιλικότατου ως τότε- ταρίφα. Όταν μπήκε η δευτέρα ξεκινάει ένα μεθυστικό και τρομακτικό παραλήρημα του στυλ: “Επειδή εσείς είστε *@#$*/ και δεν ξέρετε πού σας πάνε τα 4 εγώ έχασα τόσες ώρες περιμένοντας καλή κούρσα” κλπ λπ. Από την οδήγηση φαινόταν σαν να είχε πάρει την απόφαση να τελειώσει τη ζωή του μαζί με τη δική μας. Ώσπου, ξαφνικά φρενάρει, λέγοντάς μας να κατέβουμε για να μη μας βαρέσει, δείχνοντας προς μια γενική κατεύθυνση τύπου “Εκεί είναι το #$^&&*#/ σας και δε θέλω να με πληρώσετε. Να πάτε #/^@&**”. Άλλαξε φυσικά γνώμη το επόμενο δευτερόλεπτο, οπότε πετάξαμε τα λεφτά στο κάθισμα και τρέξαμε σαν να μας κυνήγουσε ο διάολος. Ο διάολος μεταμφιεσμένος σε ταρίφα.
Σάββατο, γύρω στη 1.00 τα ξημερώματα, παίρνουμε ταξί με μια φίλη από Πετράλωνα για λεωφόρο Αλεξάνδρας. Στη μπροστινή θέση κάθεται ήδη μια κοπέλα… Μόνο που δεν είναι πελάτισσα, αλλά τα έχει με τον ταξιτζή!!! Κι αρχίζουν να μαλώνουν! Αλλά μιλάμε για καβγά, όχι αστεία. Εκείνη να γκρινιάζει που αυτός δουλεύει Σάββατο, αυτός να πατάει γκάζι από τα νεύρα, εκείνη να τσιρίζει “είσαι τρελός”, εκείνος να της φωνάζει “άσε με ήσυχο” κι εμείς να έχουμε φρικάρει. Κάποια στιγμή, στην Πειραιώς, ο τύπος σταματάει να κοιτάει το δρόμο και γυρνάει το κεφάλι προς εκείνη. Τα παίξαμε, λέμε τώρα θα τρακάρουμε, πάει. Τον σταματήσαμε, κατεβήκαμε όπως όπως και το κόψαμε με τα πόδια. 40 λεπτά περπάτημα αλλά σώες κι αβλαβείς…
Βουκουρέστι, Μάρτιος του 2016. Εκτός ότι ένας ταξιτζής μας έκλεψε καθώς εμείς δεν είχαμε ιδέα πόσο είναι η κανονική ταρίφα για μετά τα μεσάνυχτα, έναν άλλον τον σταμάτησε η αστυνομία και μάλωναν επί μία ώρα με εμάς μέσα στο ταξί να περιμένουμε, την παράσταση κλέβει ο τύπος με τις ιστορίες απαγωγής.
Θέλαμε να πάμε πρωί στο ξενοδοχείο που θα μέναμε εκείνο το βράδυ και πέφτουμε σε έναν ταξιτζή ο οποίος ήταν από τους ελάχιστους που ήξεραν να μιλάνε αγγλικά. Μας ρωτάει, λοιπόν, από πού είμαστε. Λέμε και εμείς από Ελλάδα. Και ξεκινάει να λέει πόσο όμορφη είναι η Ελλάδα και πόσο του είχε αρέσει όταν την είχε επισκεφτεί. “Να, λέει, μια φορά είχα πάρει μια Ελληνίδα με το ταξί και την είχα πάει στην Ελλάδα. Αλλά για κάποιο λόγο μόλις φτάσαμε στο ξενοδοχείο μας έψαχνε η αστυνομία και δεν άφηναν να μείνω στο ξενοδοχείο. Με έκλεισαν μέσα σε ένα δωμάτιο και δεν με άφηναν να βγω και συνεχώς με ρωτούσαν πράγματα για την κοπέλα και μου έλεγαν να μην την ξαναπλησιάσω. Τελικά με έστειλαν πίσω στη Ρουμανία και τώρα δεν μπορώ να ξαναέρθω στην Ελλάδα.” Και να αρχίζει να γελάει σαν υστερικός. Εμείς να έχουμε σκαλώσει και να λέμε από μέσα μας να τώρα θα μας απαγάγει. Πάλι καλά μας άφησε στο ξενοδοχείο μέσα στη χαρά συνεχίζοντας παράλληλα τα σχόλια και τα αστεία για ιστορίες που έμοιαζαν για απαγωγής…