Ο Κωνσταντινουπολίτης σκηνοθέτης Τάσος Μπουλμέτης έχει καθιερωθεί στην συνείδηση των Ελλήνων σινεφίλ σαν ένας ‘παραμμυθάς’, ο οποίος αποτυπώνει στην οθόνη ιστορικά γεγονότα χωρίς να σε κουράζει αλλά με μια ‘ανάλαφρη’ ματιά σαν αυτή της γιαγιάς μας όταν μας έλεγε ιστορίες από την ζωή της. Αυτή την φορά καταπιάνεται με την εποχή της Χούντας και της Μεταπολίτευσης παρουσιάζοντας τις αντιλήψεις των νέων της εποχής χρησιμοποιώντας μια ερωτική ιστορία.Ο Νοτίας σε ταξιδεύει πίσω σε μια εποχή ίσως λίγο πιο αγνή, περισσότερο αισιόδοξη.
Η υπόθεση είναι εμποτισμένη με νοσταλγία,ερωτισμό, επανάσταση και φυσικά αισιοδοξία για το μέλλον. Από τη μέρα που εμφανίζονται στον 12χρονο Σταύρο οι πρώτες ερωτικές ανησυχίες φουντώνει μια παράξενη τάση να αφηγείται γνώριμους μύθους με εντελώς ανατρεπτικό τρόπο. Εν μέσω της Χούντας, αυτή του η συμπεριφορά θα φέρει μπελάδες στο σχολείο και οι γονείς του ακολουθούν μια πρωτότυπη συμβουλή: να τονώσουν την φαντασία του άτακτου πιτσιρικά με τακτικές επισκέψεις στον κινηματογράφο. Μερικά χρόνια αργότερα, με τη δημοκρατία να έχει αποκατασταθεί ο νεαρός πια Σταύρος (Γιάννης Νιάρρος) πιάνει δουλειά στο φωτογραφείο ενός οικογενειακού φίλου (Θέμης Πάνου) ενώ παράλληλα συμμετέχει σε μια φοιτητική κινηματογραφική ομάδα ετοιμάζοντας την πρώτη του ταινία. Μόνο που και πάλι οι ερωτικές απογοητεύσεις θα τροφοδοτήσουν την ανατρεπτική διάθεσή του.
Η συγκεκριμμένη ταινία όπως και η Πολίτικη Κουζίνα είναι ημι-αυτοβιογραφικές. Παρουσιάζουν προσωπικά γεγονότα της ζωής του σκηνοθέτη και της οικογένειας του συνδυασμένα με τα ιστορικά γεγονότα της εκάστοτε εποχής. Μέσα σε αυτή την αποτύπωση ο σκηνοθέτης στηλιτεύει διακριτικά την πραγματικότητα χωρίς να προκαλεί αντιδράσεις στο φιλοθεάμον κοινό. Η ελληνική κοινωνία των δεκαετίών ’60-‘70 παρουσιάζεται μέσα από μια ομαλή αφήγηση. Ο Τάσος Μπουλμέτης σχολιάζει την κουτοπονηριά των Ελλήνων παρουσιάζοντας την κομπίνα του πατέρα του πρωταγωνιστή. Επιπλέον σχολιάζει εμμέσως τον ουτοπικό οίστρο που διέκρινε τους νέους τότε και την ροπή τους να υπερασπίζονται με απίστευτο ζήλο μέχρι τέλους την Δημοκρατία. Τα χαμένα οράματα της συγκεκριμμένης γενιάς είναι ένα ακόμα θέμα το οποίο ίσως με μια πικρία ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος επιλέγει να εντάξει στην ταινία.
Η σκηνοθεσία και η φωτογραφία είναι δυο από τα πολλά ατού της ταινίας. Το πνεύμα της εποχής έχει απεικονιστεί 100%. Κάθε σκηνή είναι μια ‘φωτογραφία’ της τότε εποχής. Το μόνο ίσως αρνητικό όσον αφορά την σκηνοθεσία και το μοντάζ το οποίο δυστυχώς είναι στην αρχή της ταινίας είναι η απεικόνιση της Ομόνοιας η οποία μοιάζει περισσότερο με μακέτα αρχιτέκτονα. Κατά τα άλλα στην ταινία χρησιμοποιήθηκαν όχι μόνο κοστούμια αλλά και ‘αυθεντικά’ ρούχα της εποχής τα οποία ήρθαν στα χέρια της παραγωγής μέσω δωρεών.
Ο πρωταγωνιστής (Γιάννης Νιάρος) θα σε γοητεύσει από την πρώτη στιγμή. Στην ταινία εμφανίζεται σαν μια ‘ήρεμη δύναμη’. Προσπαθεί να αλλάξει τον κόσμο στο οποίο ζει χωρίς να κραυγάζει, χωρίς να ‘δείχνεται’ είναι ένας αυθεντικός μποέμ τύπος τον οποίο σίγουρα θα ήσουν τυχερός αν είχες γνωρίσει. Η Μαρία Καλλιμάνη η οποία υποδύεται την μητέρα του πρωταγωνιστή αποτυπώνει μια από τις καρικατούρες της ελληνικής κοινωνίας. Μια μητέρα υπερπροστατευτική, μέσου μορφωτικού επιπέδου η οποία πιστεύει και λίγο ότι της πασάρει η καφετζού της γειτονιάς (Ζωζώ Σαπουντζάκη). Ένας ακόμα αξιόλογος αναφοράς χαρακτήρας είναι ο επιστήθιος φίλος του πατέρα του πρωταγωνιστή. Ο ‘μισητός’ πατέρας του πολύ σκληρού ‘Miss Violence’ Θέμης Πάνου μετατρέπεται σε έναν καλοκάγαθο άνθρωπο ο οποίος θα βγάλει τον πρωταγωνιστή από ένα μεγάλο αδιέξοδο και θα τον ‘μπλέξει’ σε δημιουργικούς μπελάδες.

Μία μικρή γεύση απο την ταινία μπορείτε να δείτε παρακάτω:

H ταινία συνοπτικά είναι μια αξιόλογη παρουσίαση μια εποχής που κάποιοι από εμάς μπορεί να μην έζησαν και για αυτό τον λόγο αξίζει να παρακολουθήσου την ταινία αλλά ακόμα και όσοι την έζησαν μπορούν να την αναβιώσουν μέσα από το εξαιρετικό ‘παραμμύθι’ Νοτιάς! Μια πολύ όμορφη έκφραση που μου αποτυπώθηκε και θα ήθελα να κλείσω με αυτή είναι η παρακάτω: «Καλό είναι τα πράγματα να αλλάζουν, αλλά επίσης καλό είναι και μερικά πράγματα να αφήνονται, όπως έχουν»…

Σχόλια