“Η ζωή μοιάζει να είναι μια γρήγορη εναλλαγή από πολυάσχολα τίποτα.”

Η Τζέιν Ώστεν γεννήθηκε το 1775 στο Στίβεντον του Χαμσάιρ και ήταν η έβδομη από τα οχτώ παιδιά της οικογένειας. Μορφώθηκε κυρίως στο σπίτι καθώς διάβαζε ασταμάτητα από παιδί και άρχισε να γράφει από πολύ μικρή ηλικία. ‘Εγραψε το “Αγάπη και φιλία” όταν ήταν μόλις δεκατεσσάρων ετών. Ακολούθησε η “Ιστορία της Αγγλίας” στα δεκάξι και το “Μια συλλογή επιστολών” στα δεκαεπτά. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, το 1805, αυτή και η μητέρα της μετακόμισαν στο Σαουθάμπτον, για να εγκατασταθούν τελικά στο Τσότον του Χαμσάιρ το 1809, όπου και έγραψε τα μεγαλύτερα μυθιστορήματά της.

Η Τζέιν Ώστεν υπήρξε, πράγματι, στη σύντομη μα δημιουργική ζωή της, μία ταλαντούχα συγγραφέας, που σε πείσμα της οικογένειάς της και των αυστηρών κοινωνικών συμβάσεων της εποχής της έγραψε κλασικά μυθιστορήματα. Τα έργα της αποτυπώνουν, με μία αδιόρατη λεπτή ειρωνεία αλλά και κριτική ματιά, το καυστικό σχόλιο της συγγραφέως στις υπερφίαλες και υποκριτικές δομές μιας παρηκμασμένης κοινωνίας, όπου ο αγώνας κατάκτησης του χρήματος και των αξιωμάτων υποσκέλιζε την προσωπική ολοκλήρωση και ευτυχία. Ο γάμος, διακαής πόθος και μέσο κοινωνικής αποκατάστασης και ασφάλειας για κάθε νεαρή κοπέλα της εποχής, δεν ήταν παρά ένα ακόμη ζήτημα εμπορικής συναλλαγής, πράγμα που εξόργιζε την ίδια την Ώστεν που δεν παντρεύτηκε ποτέ. Με χαρακτηριστική ειρωνεία αντιμετωπίζει στο έργο της τον ίδιο το θεσμό του γάμου, όταν αυτός διέπεται από ευτελή κίνητρα και όχι από ανιδιοτελή αγάπη.

Η ζωή της, ωστόσο, όπως προκύπτει από ιστορικά αρχεία και οικογενειακές μαρτυρίες μονάχα μυθιστορηματική δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.jane-austen Αντίθετα με τις ηρωίδες της, δεν παντρεύτηκε ποτέ και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της συγκρατημένα, χωρίς πολλές εκπλήξεις.

Η Τζέιν διασκέδαζε με την ανωνυμία της και απολάμβανε να διαβάζει αποσπάσματα των δημοσιευμένων έργων της σε κοινωνικές συναθροίσεις χωρίς οι παρευρισκόμενοι να ξέρουν πως είναι η ίδια η συγγραφέας. Τα μοναδικά έργα που φέρουν το όνομα της ήταν το “Αββαείο του Νορθάνγκερ” και το “Πειθώ”, που κυκλοφόρησαν το 1817 μετά το θάνατό της σ’ έναν τόμο επιμελημένα από τον αδελφό της Χένρυ. Η αγροικία του Τσώτον, όπου συνέγραψε τα περισσότερα από τα έργα της, έχει σήμερα μετατραπεί σε μουσείο, φιλοξενώντας αγαπημένα αντικείμενα και κειμήλια της συγγραφέως. Αποτελεί δε, απαραίτητο προορισμό προς επίσκεψη για τους λάτρεις της Ώστεν.

Για την ερωτική της ζωή γνωρίζουμε ελάχιστα. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, ωστόσο δεν έλειψε ο έρωτας από την ζωή της. Γνωρίζουμε πως το 1796 φλέρταρε με τον Ιρλανδό Τόμας Λεφρόυ, που είχε επισκεφθεί συγγενείς του και φίλους της οικογένειας Ώστεν. Αν και η παραμονή του ήταν σύντομη και ο έρωτας τους καταδικασμένος, αφού κανένας από τους δυο δεν είχε τα μέσα για να παντρευτεί, μπορούμε να πούμε πως ο Τόμας αποτέλεσε το πρώτο ερωτικό σκίρτημα στην καρδιά της Τζέιν. Η ταινία “Becoming Jane” αναφέρεται στον ατελέσφορο αυτό δεσμό. Η μητέρα της δυσανασχετούσε με την Τζέιν, που είχε ήδη απορρίψει με χαρακτηριστική ανεξαρτησία μια πρόταση γάμου. Όταν ήταν είκοσι επτά ετών, ο κατά έξι χρόνια νεότερος της Χάρυ Μπιγκ Γουίδερς, εύπορος οικογενειακός τους φίλος, γοητευμένος από τα προσόντα της, της έκανε πρόταση γάμου. Αν και αρχικά τον δέχθηκε, το επόμενο πρωί ανακάλεσε. Κατά τα φαινόμενα, προτιμούσε τη γαλήνια οικογενειακή ζωή δίπλα στην αδελφή και τη μητέρα της από τις υποχρεώσεις της συζύγου και της μητέρας. Η ταινία “Miss Austen Regrets ” πραγματεύεται το θέμα αυτό του άγαμου μοναχικού της βίου.

 

“Ήμουν εγωίστρια σε όλη μου τη ζωή, αλλά μόνο στην πράξη, δεν ήταν θέμα αρχής.”

 

Στις 18 Ιουλίου του 1817, μετά από ένα χρόνο επώδυνης αρρώστιας απεβίωσε στο Γουίντσεστερ, όπου είχε μετοικήσει. Ο τάφος της βρίσκεται στον Καθεδρικό ναό του Γουίντσεστερ χωρίς καμία αναφορά στην συγγραφική της ιδιότητα. Παρόλα αυτά δεν έπαψε, καθ’ όλη τη διάρκεια της ασθένειας να γράφει. Ακόμα και όταν ήταν πολύ αδύναμη για να κρατήσει την πένα έγραφε με μολύβι. Άφησε ανολοκλήρωτο το τελευταίο μυθιστόρημά της υπό τον τίτλο “Σάντιτον”, μια σατυρική απεικόνιση των ιαματικών λουτροπόλεων. Το σπίτι της στο Τσώτον είναι σήμερα μουσείο.

Αν και η ίδια έζησε μια πολύ ήσυχη ζωή, τα έργα της δείχνουν την εκπληκτική της παρατηρητικότητα. Μόνο τέσσερα μυθιστορήματα εκδόθηκαν όσο ζούσε “Λογική και ευαισθησία” (1811), “Περηφάνια και προκατάληψη” (1813), “Μάνσφιλντ Παρκ” (1814) και “Έμμα” (1816) – και όλα εκδόθηκαν ανώνυμα. Δύο ακόμη μυθιστορήματα, το “Πειθώ” και το “Νορθάνγκερ Άμπει” εκδόθηκαν μετά το θάνατό της, το 1818. Το “Σάντιτον”, το μυθιστόρημα που έγραφε όταν πέθανε, εκδόθηκε το 1925. Το έργο της, βασισμένο στη ρεαλιστική αφήγηση, γεμάτο μεστούς χαρακτήρες και αληθοφανείς καταστάσεις αποτελεί τον πυλώνα του σύγχρονου ρεαλιστικού μυθιστορήματος. Γραφή απαλλαγμένη από περιττά λογοτεχνικά τερτίπια και ψυχολογικά πορτραίτα ηρώων είναι από τα κύρια στοιχεία που καθιστούν τα μυθιστορήματά της αληθινά αριστουργήματα. Οι χαρακτήρες που ξεπηδούν από τα γραπτά της είναι τόσο ρεαλιστικοί και πειστικοί χαρίζοντας μας, όχι μόνο, ένα πλούσιο κοινωνικό πανόραμα της Αγγλίας των αρχών του 19ου αι., αλλά και μία διεισδυτική ματιά στο κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής της.

Δύο από τα γνωστότερα έργα της

Περηφάνια και Προκατάληψη: Όταν η Ελίζαμπεθ Μπένετ, όμορφη, δυναμική και ανεξάρτητη, χωρίς υψηλή ωστόσο κοινωνική θέση, γνωρίζει για πρώτη φορά τον κύριο Ντάρσι, τον βρίσκει υπερβολικά απόμακρο και αλαζόνα. Από την πλευρά του ο κύριος Ντάρσι, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, προσπαθεί απεγνωσμένα να μην παρασυρθεί από τη γοητεία και την ευφυΐα της. Οι δρόμοι τους, όμως, διασταυρώνονται συχνά και η αντιπάθεια που νιώθουν ο ένας για τον άλλον μεγαλώνει. Η Ελίζαμπεθ είναι υπερήφανη για την καταγωγή της και το κριτικό της βλέμμα· ο κύριος Ντάρσι είναι υπερήφανος για το όνομα που κουβαλά. Ενώ οι κόσμοι τους συγκρούονται, θα είναι ικανοί να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις και τον εγωισμό που τους εμποδίζουν να παραδεχθούν τον έρωτά τους και τον σεβασμό που τρέφουν ο ένας για τον άλλο; Το μυθιστόρημα της Τζέιν Ώστεν είναι μια από τις ωραιότερες ιστορίες αγάπης που γράφτηκαν ποτέ, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί για τη συγγραφέα μοναδική ευκαιρία να καυτηριάσει με τρόπο αιχμηρό αλλά και χιουμοριστικό το κλίμα της εποχής, τα κοινωνικά πρότυπα και την ανθρώπινη συμπεριφορά.

 

“Θα μπορούσα εύκολα να συγχωρήσω την περηφάνια του, αν δεν είχε συντρίψει τη δική μου.”

 

Λογική και Ευαισθησία: Η ‘Ελινορ και η Μαριάν Ντάσγουντ είναι στην ηλικία που τα κορίτσια ερωτεύονται και, αν σταθούν τυχερά, παντρεύονται. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι εύκολα για τις δυο αδελφές. Έχουν τα νιάτα, τη δροσιά και την καλή αγωγή τους, αλλά τους λείπουν η προίκα και η κοινωνική θέση που κάνουν μια νύφη περιζήτητη. Η ‘Ελινορ, η φωνή της λογικής, το γνωρίζει καλά. Κι όταν ερωτεύεται τον Έντουαρντ Φέραρς φροντίζει να είναι πολύ προσεκτική στα όνειρα που κάνει και στον τρόπο που εκδηλώνεται. Ίσως περισσότερο προσεκτική απ’ όσο θα ‘πρεπε. Αντίθετα, η ρομαντική, ευαίσθητη Μαριάν δίνεται με όλη της την ψυχή όταν ο έρωτας χτυπήσει την πόρτα της. Κι αψηφώντας όλους τους κανόνες, χαρίζει την καρδιά της στον γοητευτικό αλλά άστατο Τζον Γουίλομπι. Και οι δύο θα περάσουν από το γλυκό σκίρτημα του φλερτ στον βαθύ πόνο της προδοσίας, από τον ενθουσιασμό στη ματαίωση και πάλι στην ελπίδα, πριν η ζωή τους χαρίσει την αγάπη που τους αξίζει. Πρόκειται για μια αθάνατη ιστορία για τους πολλούς, διαφορετικούς δρόμους της καρδιάς. Και για το μυστικό της ευτυχίας -τη λεπτή εκείνη ισορροπία ανάμεσα στη συγκράτηση και το πάθος, τον έρωτα και τη στοργή, τη λογική και την ευαισθησία.

 

 

Πηγές: www.biblionet.gr , www.artmag.gr

Σχόλια