Γραμμένο το 1995, το Περί τυφλότητος αποτελεί το κορυφαίο έργο του πορτογάλου Ζοζέ Σαραμάγκου, αθεϊστή συγγραφέα που τιμήθηκε με νόμπελ λογοτεχνίας το 1998 και αποτέλεσε μεγάλο κεφάλαιο της σύγχρονης ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Γιος και εγγονός ακτημόνων εργατών, όπως μας συστήνεται, ο πολυγραφότατος αυτός μαρξιστής συγγραφέας παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον τόσο για τη ζωή και την ιδεολογία του όσο και την ιδιότυπη γραφή και την ανατρεπτική, βαθιά πολιτική και φιλοσοφική θεματολογία του.
Γεννημένος το 1922, ο Ζοζέ Σαραμάγκου καταπιάστηκε με κάθε λογής επαγγέλματα μέχρι να καταλήξει στη συγγραφή με τη παραγωγή μιας σειράς εξαιρετικών μυθιστορημάτων, τα πιο χαρακτηριστικά εκ των οποίων είναι η τοιχογραφία της πορτογαλικής κοινωνίας στο Φωταγωγό, η αλληγορική προσέγγιση του καπιταλιστικού συστήματος και της παγκοσμιοποίησης στη Σπηλιά, η βιτριολική ανορθόδοξη ανασκόπηση της βιβλικής ιστορίας στον Κάιν, η προεπισκόπηση μιας κοινωνίας που αυτοοργανώνεται ύστερα από τα υψηλά ποσοστά λευκού στις εκλογές στο Περί φωτίσεως, η αντιδογματική προσέγγιση της Καινής Διαθήκης στο Κατά Ιησούν Ευαγγέλιο. Εξαιτίας του τελευταίου, μάλιστα, ο συγγραφέας ήρθε σε ρήξη με την πορτογαλική εκκλησία και εγκατέλειψε πικραμένος την Πορτογαλία για το νησί Λανθαρότε, αφού υπό την επιρροή της εκκλησίας η πορτογαλική κυβέρνηση απέρριψε την υποψηφιότητα του για το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας. Ο Σαραμάγκου ήταν γραμμένος στο κομμουνιστικό κόμμα της Πορτογαλίας, ανέπτυξε παράνομη αντικαθεστωτική δράση κατά τα χρόνια της δικτατορίας του Σαλαζάρ, ενώ μεταγενέστερα ενεπλάκη με τη σύγχρονη πολιτική καταγγέλλοντας με δριμύ τρόπο την παντοδυναμία των τραπεζών, τη δράση του ΔΝΤ, το καπιταλιστικό σύστημα και τον ακραιφνή φιλελευθερισμό.
«Ας ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την που##να την μάνα που σας γέννησε», διακηρύσσει, ενώ αναρωτιέται «Πού είναι όλα αυτά τα χρήματα που ρίχνονται στις αγορές; Πολύ καλά και αυστηρά φυλαγμένα. Μετά, ξαφνικά, τι μένει να σώσουμε; Ζωές; Όχι, Τράπεζες».
Το Περί τυφλότητος ακροβατεί μεταξύ φιλοσοφικού δοκιμίου, λογοτεχνίας του φανταστικού και πολιτικής αλληγορίας. Ξαφνικά, σε μια σύγχρονη πόλη, που δεν κατονομάζεται, καθώς θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε πόλη, ο πληθυσμός μαστίζεται από μια ανεξήγητη νόσο που προκαλεί τυφλότητα και εξαπλώνεται ραγδαία οδηγώντας σε απόλυτη παράλυση της κοινωνίας. Καθώς αποδεικνύεται το μεταδοτικό της ασθενείας, η κυβέρνηση αποφασίζει την ίδρυση ειδικών κέντρων φύλαξης όλων των τυφλών για τη διασφάλιση των υπολοίπων. Ο αναγνώστης παρακολουθεί τις συνθήκες που επικρατούν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης μέσω μιας μικρής ομάδας τυφλών, ανάμεσα στους οποίους δεσπόζει μια από τις πιο δυνατές γυναικείες μορφές της λογοτεχνίας, η γυναίκα του γιατρού. (Εκτός από έλλειψη τοπικών προσδιορισμών, εμφανής είναι και η απουσία ονομάτων που συντείνει στην καθολικότητα του έργου δίνοντας παράλληλα έμφαση στα χαρακτηριστικά, τις ιδιότητες και τα συναισθήματα των προσώπων, χωρίς ονομαστικές ταμπέλες).
Ενώ ο φόβος, η αβεβαιότητα και η απόγνωση κυριεύουν τους εγκλωβισμένους τυφλούς, η κοινωνία αρχίζει να επανοργανώνεται στη πιο πρωτόγονη μορφή της βάσει του δικαίου του πιο ισχυρού. Ο νόμος, ο πολιτισμός και οι αξίες που αποτελούσαν αυτονόητο κεκτημένο πριν την επέλαση της ασθενείας υπαναχωρούν μπροστά στις νέες συνθήκες, και ολοκληρωτικά φαινόμενα άγριας σκληρότητας και απογύμνωσης από καθετί ανθρώπινο επιβάλλονται ως καθημερινότητα. Η ομάδα των ισχυρότερων τυφλών- χαρακτηριστική μορφή ο εκ γενετής τυφλός που γνωρίζοντας πως να διαχειριστεί την τυφλότητα του μπορεί και επιβάλλεται στους άλλους- κατέχει ένα όπλο και αποκτά πρόσβαση στα τρόφιμα απαιτώντας από τις υπόλοιπες ομάδες τις γυναίκες και τα υπάρχοντα τους απειλώντας τους με λιμοκτονία. Μέσα σε ένα κλίμα ομαδικών βιασμών, τρομοκρατίας και άφατης βίας από τις αρχές και τους δυνατούς, η ομάδα των πρωταγωνιστών με την καθοριστική συμβολή της γυναίκας του γιατρού, κατορθώνει και απελευθερώνεται, τα στρατόπεδα ανοίγουνε και οι τυφλοί γυρνούν στον έξω κόσμο που έχει πλέον παραδοθεί στην απόλυτη τυφλότητα και την αναρχία.
Χωρίς καμία καθοδήγηση, η ομάδα των τυφλών καλείται να επιβιώσει στο χάος ενεργοποιώντας την εμπιστοσύνη και την αλληλοβοήθεια σε έναν κόσμο που τις έχει οριστικά απολέσει. Κατορθώνουν, ωστόσο, και επιβιώνουν χάρη στη γυναίκα του γιατρού, μέχρι να αρχίσουν να ανακτούν ένας-ένας σταδιακά την όραση του. Η επαναφορά της οράσεως είναι λυτρωτική για τους πρωταγωνιστές, συνιστά συνάμα όμως και επιστροφή στην παντοδυναμία του ορθολογισμού, κατά τον οποίο ο έρωτας της όμορφης κοπέλας με το γέρο -που αποτελούσε πραγματικότητα στο κόσμο των τυφλών- καθίσταται πλέον παράλογος και αδύνατος.
Η γυναίκα του γιατρού ξεχωρίζει σε ένα βιβλίο χωρίς πρωταγωνιστές παρουσιάζοντας αποφασιστική δύναμη χαρακτήρα και σπάνιο βάθος ψυχής. Είναι η μοναδική που δεν έχει απολέσει την όραση της, δηλώνει ωστόσο τυφλή για να ακολουθήσει τον άντρα της στο ίδρυμα και αναλαμβάνει, χωρίς να το επιζητά, το ρόλο ενός ευσυνείδητου, φωτισμένου ηγέτη, αντιστεκόμενη στην απολυταρχία των ισχυρών, υποστηρίζοντας με θέρμη τους αδύναμους, προστατεύοντας με γενναιότητα τις γυναίκες, συγχωρώντας και καθοδηγώντας, δίχως να επιδιώκει καμία αναγνώριση. Μέσα σε έναν κόσμο τυφλών, σε έναν κόσμο τρομακτικά ενστικτώδη και αποκτηνωμένο, είναι η μόνη που διατηρεί το θάρρος και τη λογική της, μα πάνω από όλα την καταλυτική ανθρώπινη αγάπη της.
Η γραφή και η τεχνοτροπία του Σαραμάγκου– όμοια στα περισσότερα βιβλία του-, ξεφεύγει και εδώ από τις παραδοσιακές νόρμες, χαρακτηριζόμενη από παντελή απουσία ονομάτων και τοπωνυμίων, από πενιχρά σημεία στίξης και από έλλειψη διαλογικής μορφής, στοιχεία που υποβοηθούν τη ροή του μυθιστορήματος, συνάδοντας με τον άναρχο κόσμο που περικλείει και εξυπηρετώντας την προώθηση των πολιτικών και φιλοσοφικών ερωτημάτων που προάγει.
Κριτική στα ολοκληρωτικά συστήματα, σπουδή στην ανθρώπινη φύση και τη ψυχολογία των μαζών, πολιτική αλληγορία για την σταδιακή τύφλωση της κοινωνίας, μελέτη πάνω στην οργάνωση μιας κοινωνίας tabula rasa, όπως και να προσλάβει κανείς το Περί τυφλότητος, αξίζει σε κάθε περίπτωση την προσοχή και το στοχασμό σας. Όσο για τον Ζοζέ Σαραμάγκου, η γνωριμία με το σύνολο του έργου του μέλλει να ταράξει συθέμελα τη λογοτεχνική σας θεώρηση μέσω του μοναδικού, αιρετικού, τολμηρού και ανθρώπινου χαρακτήρα του.
• Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά του Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιο, Ιστορία της Πολιορκίας της Λισαβόνας, Η πέτρινη σχεδία, Περί τυφλότητος, Όλα τα ονόματα, Η σπηλιά, Ο άνθρωπος αντίγραφο, Περί φωτίσεως, Περί θανάτου, Κάιν, Ο φωταγωγός, καθώς και πολλά διηγήματα του, σε μετάφραση της Αθηνάς Ψυλλιά
• Η αρκετά αμφισβητούμενη ταινία Blindness (2008) αποτελεί την κινηματογραφική μεταφορά του Περί τυφλότητας με πρωταγωνίστρια την Τζούλιαν Μουρ.