Στο εξαιρετικό βιβλίο του Όσκαρ Γουάιλντ “Το Πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ” η ιστορία εξελίσσεται κυρίως μεταξύ τριών χαρακτήρων. Του Ντόριαν Γκρέυ, του Χένρυ και του Μπάζιλ. Ο πρώτος είναι νέος, πανέμορφος και επιρρεπής. Ο Χένρυ είναι σκανδαλώδης, πνευματώδης, χορτασμένος και προκλητικός. Ο Μπάζιλ είναι ο ζωγράφος που φιλοτέχνησε το πορτραίτο και είναι ο πιο ρομαντικός από τους άλλους, ο πιο συντηρητικός και ο πιο εσωστρεφής.
Ο Όσκαρ Γουάιλντ μετά τη δημοσίευση του βιβλίου είπε ότι οι τρεις αυτοί ήρωες τον χαρακτηρίζουν με τον εξής τρόπο: Ο κόσμος τον βλέπει όπως τον Χένρυ, ο ίδιος θα ήθελε να είναι ο Ντόριαν Γκρέυ, ενώ στην πραγματικότητα είναι ο Μπάζιλ.
Είναι λίγο δύσκολο να πιστέψουμε ότι ο κ. Γουάιλντ θεωρεί εαυτόν συντηρητικό αν λάβουμε υπόψη τη σκανδαλώδη του ζωή. Παρόλα αυτά, δε πρέπει να τον αμφισβητήσουμε γιατί είναι λάθος να μιλάμε πίσω από την πλάτη του.
Το παραπάνω αντιπροσωπεύεται από μία θεωρία ψυχολογίας ή οποία αυτή τη στιγμή μου διαφεύγει: ο άνθρωπος εξελίσσεται επηρεασμένος από τις τρεις αυτές αντιλήψεις γύρω από τον εαυτό του, ανάλογα με τα συμπλέγματα και τις ανάγκες που έχουν δημιουργηθεί μέσα του. Φαντάζομαι, χωρίς να είμαι σίγουρος, ότι το ιδανικό είναι να ταυτίζονται οι τρεις αυτές αντιλήψεις.
Ο κόσμος που έχω γνωρίσει, κατά μέσο όρο αξιολογεί βαρύτερα τη γνώμη των άλλων για τον εαυτό τους. Μάλλον δεν έχουν αντιληφθεί ακόμη ούτε το πόσο καταπιεστικά δρα η γνώμη αυτή στην ποιότητα ζωής, αλλά ούτε το ότι ο τρίτος άνθρωπος δεν θα ζήσει τη ζωή τους. Κι όμως, παραμένουν μάχιμοι και αγωνίζονται για μία καλή κουβέντα και ένα καθαρό κούτελο (my ass) στην κοινωνία. Τα λεγόμενα θέματα αποδοχής, που άλλοι τα έχουν περισσότερο, άλλοι λιγότερο και μερικοί δεν τα έχω καθόλου.
Στη δεύτερη θέση βρίσκονται αυτοί που βασίζονται στον ιδανικό άνθρωπο, αυτόν δηλαδή που θα ήθελαν να είναι. Τώρα, αυτό θα μπορούσε να είναι είτε ρεαλιστικό και να βασίζεται στον πραγματικό εαυτό (πχ να θες να γίνεις ένα πλάσμα γεμάτο θηλυκότητα και μπρίο, κι ας σε λένε Βαγγέλη, no judging here), είτε να είναι πλασματικό και να βασίζεται εκ περιτροπής πάλι στο πώς σε βλέπουν οι άλλοι. Το δεύτερο το συναντάμε περισσότερο στην επιλογή επαγγέλματος κι έτσι συναντάμε ανθρώπους που στα 20 χρόνια καριέρας συνειδητοποίησαν ότι από μικροί ήθελαν να γίνουν τσαγκάρηδες (αλλά στα 18 τους νόμιζαν πως ήθελαν να γίνουν γιατροί, γιατί άραγε; ).
Στην τρίτη βρίσκονται οι πιο συνειδητοποιημένοι όλων. Αυτοί που έχουν καθαρή εικόνα του ποιοι πραγματικά είναι, έχουν αποδεχτεί τον εαυτό τους ολοκληρωτικά και αναγνωρίζουν στα πάντα τη νομοτέλεια που καθορίζει τον κόσμο. Τέτοιους ανθρώπους θα βρείτε να ζουν σε κουφάλες (ασκητές διάφοροι που ζουν ερημικά και μόνο με τα απολύτως απαραίτητα όπως ρούχα, φαγητό, λαπτοπ κλπ), είτε είναι ανάμεσά μας και παρεξηγημένα θεωρούνται ως άτομα πολύ χαμηλού προφίλ, δε μιλάνε αν δεν έχουν κάτι να πουν, δεν κρίνουν ποτέ αυτόν που έχουν απέναντί τους, και μερικά ακόμη χαρακτηριστικά.
Μπορούμε όλοι να αντιληφθούμε ότι τόσο η γνώμη των άλλων αλλά και ο άνθρωπος που θα θέλαμε να γίνουμε μας επηρεάζουν. Σε διαφορετικό βαθμό τον καθένα μεν, αλλά παραμένει γεγονός. Η ίντριγκα εμφανίζεται στο τρίτο κομμάτι, στον δρόμο τον λιγότερο ταξιδεμένο: πολύ λίγοι μπαίνουν στη διαδικασία της αναγνώρισης του εαυτού τους, πολύ λίγοι γνωρίζουν τί πραγματικά θέλουν. Αυτό φαίνεται από τις σπασμωδικές συμπεριφορές σε μία σχέση, εκείνη η αίσθηση του ανικανοποίητου που απ’όσο ξέρω όλους μας χαρακτηρίζει (“ναι, οκ, τα κατάφερα, και τώρα τί;”), την προσπάθεια ικανοποίησης άλλων και πολλά πολλά άλλα. Η ζωή όμως αθώοι αναγνώστες μου είναι δική μας. Κανείς δε θα ζήσει για εμάς τη ζωή μας, και, ενώ όλοι εμφανίζονται να έχουν άποψη για το πώς ζούμε, μόνο τις δικές μας σκέψεις θα ακούμε πάντα.
Προτείνω λοιπόν ένα πείραμα: για μία εβδομάδα μόνο, προσπαθήστε να αντιδράτε όπως θέλετε. Πείτε τα “όχι” σας χωρίς φόβο, φύγετε από τον καφέ γιατί βαρεθήκατε χωρίς να σας νοιάζει πώς θα το πάρουν οι άλλοι, πείτε στη μητέρα σας ότι ο μουσακάς της είναι χάλια, πείτε στη σχέση σας ότι χρειάζεστε λίγη περιπέτεια παραπάνω, πείτε στους φίλους σας αυτά που σας ενοχλούν (και αυτά που σας αρέσουν) χωρίς να σας έχουν ρωτήσει πρώτα. Ή απλώς απομονωθείτε για μία εβδομάδα. Μπορεί στο τέλος της εβδομάδας να μείνετε ολομόναχοι στον κόσμο, χωρίς παρέα και με μία μητέρα να κλαίει για το μουσακά. Μπορεί και όχι. Σίγουρα όμως θα έχετε μάθει κάτι παραπάνω για τον εαυτό σας, για τον οποίο θα έπρεπε να ενδιαφέρεστε περισσότερο από ότι οι υπόλοιποι.
Για να κλείσω όπως άρχισα, ο κ. Γουάιλντ είπε 120 χρόνια πριν: “Be yourself: everyone else is taken”. Καλή αυτοπραγμάτωση αναγνώστες! Τα λέμε! (φιλικό χτύπημα στην πλάτη και απομάκρυνση, α λα Θεωδοράκης)