Κάποτε στο Χόλιγουντ όλα ήταν διαφορετικά…

Ο Ταραντίνο επιστρέφει πιθανότατα για τελευταία φορά αναβιώνοντας με το δικό του αιματηρό και κωμικοτραγικό τρόπο μια ταραγμένη εποχή σεξουαλικής και μουσικής απελευθέρωσης, με πρώτο πλάνο τη μεγάλη του αγάπη, το σινεμά, με την ταινία «Κάποτε στο Χόλιγουντ».

Με το ξεχωριστό στιλ του ο Ταραντίνο αγκαλιάζει, ειρωνεύεται και σατιρίζει τις σελίδες μιας κινηματογραφικής περιόδου που στιγμάτισε τη βιομηχανία του θεάματος στην Αμερική τη δεκαετία του εβδομήντα, επιδιώκοντας να αποδώσει παράλληλα ένα είδος σινεφιλικής δικαιοσύνης για εκείνα τα μελανά κεφάλαια που η ζωή θα έπρεπε να έχει γράψει διαφορετικά.

Κάποτε στο Χόλιγουντ

Υπόθεση: Λος Άντζελες 1969. Ο λαμπερός σταρ της θρυλικής γουέστερν σειράς «Bounty Law» Ρικ Ντάλτον προσπαθεί να αναστηλώσει την ψιλοτελειωμένη καριέρα του, έχοντας στον πλευρό του τον πιστό φίλο –συνεργάτη και κασκαντέρ του Κλιφ Μπουθ.

Στον απόηχο του αμερικάνικου ’68, με τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθεν Κίνγκ να έχει εξεγείρει επαναστατικές ομάδες κατά των διακρίσεων και ενώ μαίνεται ο πόλεμος στο Βιετνάμ, ο Ρικ Ντάλτον αναζητά την υποκριτική του ταυτότητα και τη χαμένη του αίγλη κάνοντας στροφή στα ξεπεσμένα σπαγγέτι γουέστερν που τόσο μισεί με την παρότρυνση του ατζέντη του.

Στο πλευρό του σαν άγρυπνος φρουρός στέκεται ο κασκαντέρ του, ο περίεργος και χαλαρός τύπος που ακούει στο όνομα Κλίφ Μπούθ. Δεν μιλά πολύ, παρά μόνο όταν πρέπει και όταν ο Ρικ τον χρειάζεται. Αυτό δεν κάνουν εξάλλου οι φίλοι;

Μόνο που ο Κλιφ δεν είναι μόνο αυτό, είναι το έτερον εσωτερικό ήμισυ που έπλασε σκόπιμα ο Ιταλός δημιουργός για να συμπληρώσει την προσωπικότητα του ηθοποιού που αγωνιά για την καριέρα του εν μέσω μιας καλλιτεχνικής αναταραχής, της μετάβασης από την τηλεόραση στη μεγάλη οθόνη.

Λεονάρντο ντι Κάπριο και Μπράντ Πιτ σε μεγάλα κέφια, ενσαρκώνουν με περίσσιο ταλέντο και γνήσια ταραντινική τρέλα ένα καλοφτιαγμένο δίπολο που δίνει τους δικούς τους όρκους αίματος για χάρη της φιλίας και του σινεμά.

Κάποτε στο Χόλιγουντ

Ο Ταραντίνο περιδιαβαίνει τους δρόμους του L.A, σε παλιά κινηματογραφικά πλατό, βάζοντας στο τέρμα το California Dreamin, συναντά το Ρομάν Πολάνσκι με την έγκυο σύζυγο του Σάρον Τέιτ που τυχαία μένουν δίπλα στον Ρικ Ντάλτον, ενώ του κάνουν ωτοστόπ νεαροί χίπηδες. Μια ανάσα δίπλα τους, η διαβόητη οικογένεια του αιρετικού «Τσαρλς Μάνσον», που σκόρπιζε φρίκη με τις ιδεολογικές δολοφονίες της.

Μαζί με τις επιγραφές στα μαγαζιά των κεντρικών δρόμων του Λος Άντζελες, ανάβει τα φώτα σε μια εποχή όπου η νέα γενιά επαναστατούσε έναντι των κοινωνικών στερεοτύπων και του κομφορμισμού δοκιμάζοντας τη σεξουαλικότητας της, και αγκαλιάζοντας το μουσικό πειραματισμό και τη χρήση ουσιών σε εγκαταλελειμένα κοινόβια.

Μια γενιά που προσπαθούσε να ανακαλύψει τον εαυτό της, κόντρα στη βία που της έμαθαν τα τηλεοπτικά γουρούνια που θέλει απεγνωσμένα να εξοντώσει για να λυτρωθεί. Επαναστάτες με ή χωρίς αιτία, χάνονται σε ένα σύννεφο μπερδεμένης οργής και ηδονιστικού παραληρήματος.

Ο εκκεντρικός σκηνοθέτης σε μια προσωπική κινηματογραφική στιγμή, στρέφει το φακό και προς το δικό του αιματοβαμμένο σινεμά χωρίς να απαρνιέται τη βία που λατρεύει να μισεί, αλλά αναπαριστά κατά κόρον στις ταινίες του.

Η αναζήτηση της αποδοχής του ηθοποιού πρωταγωνιστεί σαν κυρίαρχος προβληματισμός που πνίγεται σε λίτρα αλκοόλ μέχρι να βρεί την ανταπόκριση πότε στα μάτια και το μπράβο ενός μικρού κοριτσιού που υποδύεται το πρώτο της ρόλο και πότε στο λαμπερό αυτάρεσκο χαμόγελο της Σάρον Τέιτ που απολαμβάνει σαν κοριτσάκι τον εαυτό της στο συνοικιακό σινεμά με τα γυμνά πόδια της στο κάθισμα του μπροστινού. Τρυφερό και αυτοαναφορικό σινεμά από ένα δημιουργό που πήγε στις ταινίες και δεν έφυγε ποτέ ξανά από εκεί.

Η Μάργκοτ Ρόμπι ως Σάρον Τέιτ είναι έτσι όπως θα έπρεπε να είναι. Το φωτεινό κορίτσι με το λαμπερό χαμόγελο που δεν έσβησε ποτέ παρά το τραγικό της τέλος στην πραγματική ζωή.

Με δόσεις «Pulp Fiction», κρυμμένες στο ουίσκι του Ρικ και στο τσιγαριλίκι του Κλιφ, το εξαιρετικό γούεστερν του Κουέντιν Ταραντίνο οδηγείται με τη συνηθισμένη ακρίβεια και με εσκεμμένη αργοπορία σε ένα κρεσέντο αίματος που κλασικά ακροβατεί ανάμεσα στο αστείο και το τραγικό, γλιστρώντας στην υπερβολική αγάπη του σκηνοθέτη να υπερβάλλει επεισοδιακά και χαριτωμένα, όταν μιλά για θάνατο.

Το «Κάποτε στο Χόλιγουντ» θα μπορούσε εκτός από γούεστερν να είναι ένα σκοτεινό παραμύθι και έτσι όπως όλα τα παραμύθια έχει καλό τέλος. Γιατί αυτή είναι η μαγεία του σινεμά εξάλλου, να μπορείς να αλλάζεις τα κακώς κείμενα της πραγματικότητας με ένα απλό κατ.

Ο Ταραντίνο στην πιο λυτρωτική κινηματογραφική του στιγμή, βάζει το χεράκι του για ένα happy end που το Χόλιγουντ πάντα είχε ανάγκη. Καλό για κάποιους έτσι, μην ξεχνιόμαστε.

Σχόλια