“Δεν γίνεται η κατάσταση να είναι σκατά και να σε απασχολεί αν θα είσαι στο πολιτιστικό ένθετο της κυριακάτικης εφημερίδας. Σε νοιάζουν και οι τριάντα σελίδες πριν. Βρίσκω γελοία αυτήν την δήθεν λογοτεχνική εσωστρέφεια.”
Όταν η Βίβιαν Στεργίου έβγαλε το “Μπλε Υγρό” στις εκδόσεις Πόλις το 2017, εκείνο διαδόθηκε από στόμα σε στόμα. Δεκαέξι σύγχρονα διηγήματα, γεμάτα τσαγανό και ευαισθησία, “για καθημερινούς ανθρώπους με καθημερινά προβλήματα” όπως θα πει και η ίδια.
Με αναζωογονητικά σύγχρονη γραφή της Βίβιαν Στεργίου, γεμάτη ρομαντισμό και νεύρο μιλάει με έναν άμεσο τρόπο για τους ανθρώπους του σήμερα και τους μικρούς -ή μεγάλους- αγώνες τους.
Συναντήσαμε τη συγγραφέα για να μιλήσουμε για το Μπλε Υγρό, τη συγγραφή, το λογοτεχνικό τοπίο, αλλά και τη νέα γενιά ανθρώπων που, μένοντας ή όχι στην Ελλάδα, ψάχνουν να βρουν τη θέση τους.
Έχοντας πλέον μία χρονική απόσταση ανάμεσα στην έκδοση του Μπλε Υγρού και βλέποντας τόσο την αποδοχή του κοινού όσο και την πρόσφατη βράβευσή σου με το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου πεζογράφου Μένης Κουμανταρέας, πως αξιολογείς την πορεία του βιβλίου;
Ήμουν πάρα πολύ τυχερή γιατί πήγε πολύ καλά και είχε και έχει πολύ καλή αποδοχή. Το πιο σημαντικό για εμένα είναι πως ο κόσμος το διάβασε, ότι μου έστελναν άγνωστοι άνθρωποι μηνύματα που ήταν πάρα πολύ συγκινητικά, σχετικά με το πως τους άγγιξε το βιβλίο, αυτό ήταν για εμένα η μεγαλύτερη ευτυχία. Και λέω ήμουν πολύ τυχερή γιατί είναι και θέμα τύχης προφανώς. Πρέπει να γράψεις κάτι καλό, αλλά είναι και θέμα τύχης το πως θα πάει.
Περίμενες πως θα τα πήγαινε τόσο καλά;
Δεν είχα σκεφτεί από πριν πως θα πάει το βιβλίο γιατί δεν σκέφτομαι έτσι όταν γράφω, είναι κάτι που σε μπλοκάρει. Και αυτό είναι το δύσκολο και για τα υπόλοιπα που γράφω, να μην σκέφτομαι δηλαδή καθόλου πως θα τα εκλάβουν αυτοί που θα τα διαβάσουν. Προσπαθώ να το διαχωρίζω, γιατί έχεις δύο εαυτούς.
Αυτός που γράφει και πρέπει να είναι τελείως ανεπηρέαστος από γνώμες και ο δημόσιος εαυτός που προωθεί το βιβλίο. Και είναι λογικό να υπάρχει και ο δεύτερος, δεν είναι ανθρώπινο να μην ασχολείσαι με την γνώμη του άλλου. Αλλά το πόσα λεπτά θα αφιερώσεις σε αυτό είναι ανάλογο του πόσο ήρεμος θες να είσαι.
Ειδικά όμως με τις γνώμες των άκυρων αναγνωστών που μου έστελναν μηνύματα ασχολήθηκα περισσότερο, γιατί με ενδιέφερε και το θεωρούσα πολύ σημαντικό. Αλλά όταν γράφεις δεν είσαι υπάλληλος της προσδοκίας, του κριτικού, του εκδότη, του αναγνώστη ή αυτού που σου έδωσε ένα βραβείο. Καθόλου.
Πάντως φαίνεται πως το Μπλε Υγρό διαβάστηκε και από άτομα που δεν είναι παραδοσιακοί αναγνώστες. Ήταν κάτι που περίμενες; Ίσως λόγω της θεματολογίας ή του στιλ γραφής, περίμενες πως θα είχε απήχηση και σε αυτούς τους ανθρώπους;
Δεν ήξερα αν θα είχα την ευτυχία να συμβεί αυτό. Δεν μου αρέσουν τα βιβλία που είναι κλειστά και που σε αποκλείουν χωρίς λόγο και αιτία από το περιεχόμενό τους.
Διαβάζω και θαυμάζω πολύ Carver, μεγάλωσα με φράσεις του γύρω από το πως θέλει τα βιβλία του να είναι για προβλήματα κανονικών ανθρώπων. Έγραφε για εργάτες και φτωχούς, τους παραμελημένους της Αμερικής και έλεγε πως δεν επιλύει με την λογοτεχνία του προβλήματα που έχει ένας διανοούμενος, αλλά γράφει για το ψυγείο που χάλασε και είσαι πολύ φτωχός για να το φτιάξεις. Με αυτό μεγάλωσα, για αυτό γράφω με κανονικές λέξεις για κανονικούς ανθρώπους.
Πιστεύω πως τα βιβλία είναι για όλους και είναι λάθος η λογική πως είναι χόμπι για λίγους, δεν το πιστεύω αυτό, είναι παρεξηγημένο.
Θεματολογικά πολλές ιστορίες σου έχουν να κάνουν με ανθρώπους που καταπιέζονται λόγω της σεξουαλικότητάς τους, του φύλου τους, της εθνικότητάς τους. Ήταν εξαρχής στόχος σου να το θίξεις ή ήταν απλά αδύνατο να γράψεις μία ιστορία και να μην μιλήσεις και για αυτά τα κοινωνικά θέματα;
Και τα δύο. Είναι ιστορίες καθημερινών ανθρώπων. Αυτό υπάρχει στην Αθήνα και στην Ελλάδα τώρα. Θα το έβρισκα υποκριτικό να γράψω ρεαλιστικές ιστορίες καθημερινότητας για την ζωή μας και να υποστηρίξω πως αυτή περιλαμβάνει πλούσιους, στρέιτ που αγοράζουν μόνο από μαγαζιά Ελληναράδων και που όλα πάνε καλά. Δεν το ήθελα και δεν ήταν στις προθέσεις μου να κάνω κοινωνική κριτική, αλλά ήθελα να καταγράψω και να αναδείξω αυτό που υπάρχει γύρω μας.
Ειδικά σε ό,τι αφορά το φύλο, δεν άντεχα να διαβάζω κείμενα στα ελληνικά όπου λείπει τελείως η γυναικεία οπτική και όπου όλα είναι μία γυναικουλίστικη, νερωμένη εκδοχή του φύλου μου. Ήθελα να γράψω γυναικεία και ως γυναίκα αλλά όχι με βάση αυτό που περιμένει να διαβάσει ένα στρέιτ άντρας βουτηγμένος στα στερεότυπα της εποχής.
Πάνω σε αυτό, υπάρχει η αντίληψη πως οι γυναίκες συγγραφείς πέφτουν στην παγίδα να γράφουν σαν άντρες. Τι πιστεύεις πως πρέπει να έχει μία γυναίκα για να γράψει σαν γυναίκα; Τι πρέπει να αποφύγει;
Το γράψιμο είναι προσωπική διεργασία του καθενός, αλλά είναι περίεργο να μην θίγεις θέματα που σε απασχολούν ως γυναίκα. Οι γυναίκες αποφεύγουν να θίξουν κάποια ζητήματα που είναι ωστόσο κεντρικά για τις ίδιες. Και αυτό γιατί ζούμε σε μία ανδροκρατική κοινωνία, καταπιεστική, όπου είναι πολύ δυνατές η θρησκεία και η οικογένεια. Αυτό είναι ο περίγυρός σου, οπότε ακόμα και αν γράψεις προσωπικά, επηρεάζεσαι από την καταπίεση που υπάρχει στο περιβάλλον σου.
Επίσης όλες οι επιρροές μας είναι άντρες. Αντικειμενικά είναι πολύ δύσκολο να βρεις γυναικείες επιρροές γιατί δεν εκδίδονταν για πάρα πολλούς αιώνες, οπότε αν πιάσεις μόνο τον 20ο αιώνα και μέχρι ένα σημείο ακόμα και τον 21ο θα βρίσκεις εκατό άντρες και μία γυναίκα. Ακόμα και όταν βλέπουμε μία μαμά ή μία ερωμένη, πάλι τις βλέπουμε μέσα από το βλέμμα ενός άντρα.
Για τα ίδια θέματα διατηρείς και μία συχνή παρουσία το facebook το οποίο πρόσφατα χαρακτήρισες σαν “γονέων και κηδεμόνων”. Πώς βλέπεις τα social media και τη χρήση τους;
Το χρησιμοποιούσα πολύ μέχρι που έγινε υπερβολικά σοβαρό. Και σοβαροφανές. Και αρκετά creepy επειδή αποθηκεύει τα πάντα και τώρα τα εμφανίζει κιόλας. Αυτό που είχα γράψει και στο οποίο αναφέρεσαι είναι πως δεν είμαστε φτιαγμένοι για να θυμόμαστε ακριβώς τη ζωή μας. Μπορούμε να είμαστε χαρούμενοι με το να ξεχνάμε πράγματα ή να τα αλλοιώνουμε στο μυαλό μας. Δεν θυμάσαι με ακρίβεια τις αναμνήσεις σου.
Από την άλλη είναι η είσοδος των μεγαλύτερων γενεών. Όταν ήμουν στο πανεπιστήμιο ήταν πολύ διαφορετική η χρήση του facebook. Έγραφες το μακρύ και το κοντό σου και δεν το έβλεπε ο καθηγητής, η μάνα σου, ο εργοδότης σου. Τώρα αυτό δεν ισχύει και δεν μου αρέσει.
Ωστόσο έχει και το καλό της διασυνδεσιμότητας. Ειδικά με το αναγνωστικό κοινό.
Προφανώς το facebook με βοήθησε άπειρα στην προώθηση του Μπλε Υγρού και το χρησιμοποίησα ώστε να μάθει για το βιβλίο και κόσμος που δεν διαβάζει βιβλιοκριτικές ή δεν παρακολουθεί για τις νέες κυκλοφορίες.
Αλλά πραγματικά, δεν το χρησιμοποιώ τόσο. Πολλές ώρες την ημέρα έχω κλειστό το κινητό ή μακριά μου, γιατί αλλιώς δε διαβάζεις και δε γράφεις τίποτα. Δε θεωρώ πως κάνει καλό στη συγκέντρωσή σου.
Ποια είναι η γνώμη σου για την εγχώρια λογοτεχνική παραγωγή;
Νομίζω έχουμε πολύ καλούς εκδοτικούς οίκους και βιβλιοπωλεία. Η Αθήνα δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες σε αυτό το κομμάτι. Παρακολουθώ τις νέες κυκλοφορίες και παίρνω τα βιβλία που μου κεντρίζουν το ενδιαφέρον. Μου αρέσει επίσης που παρά την τεράστια οικονομική κρίση δε βλέπω στην Αθήνα αυτήν την δημιουργική καθίζηση, που θα περίμενε κανείς από μία τόσο φτωχή πόλη.
Βγαίνουν νέα βιβλία, παίζονται φοβερές ταινίες, φοβερά θεατρικά και είναι πολύ ωραίο πως ο κόσμος ζορίζεται αλλά δίνει έντεκα ευρώ να πάρει ένα βιβλίο ή να πάει θέατρο.
Υπάρχουν και τα κακά βιβλία προφανώς, αλλά δεν σε ενοχλούν ως αναγνώστη. Εμένα ως αναγνώστρια δεν με πειράζει να υπάρχουν, γιατί βασίζομαι πολύ στον βιβλιοπώλη. Πάω στο Επί Λέξει ή στην Πολιτεία και τους εμπιστεύομαι απόλυτα πως δεν θα έχουν βγάλει μπροστά κάτι που θα με ξενερώσει στη βόλτα μου στο βιβλιοπωλείο. Υπάρχουν λοιπόν, βιβλιοπωλεία που κρατάνε τα μπόσικα και εκδοτικοί οίκοι που διατηρούν ψηλά το επίπεδο.
Όπως;
Οι Αντίποδες και το Δώμα, που παρόλο που βγήκανε μέσα στην κρίση τα πάνε πολύ καλά. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν τους αγγίζει η γεροντίαση και η παππουδίλα και αυτό φαίνεται.
Όσον αφορά τους νέους που θέλουν να ξεκινήσουν στον χώρο και να κάνουν τα πρώτα τους βήματα, σε συνδυασμό και με αυτό που είπες περί παππουδίλας του χώρου, σε τι θα τους επιστήσεις την προσοχή; Τι θα τους έλεγες;
Πως δεν γράφεις από την αρχή καλά. Πρέπει να γράψεις πάρα πολλές βλακείες για να φτάσεις σε ένα καλό επίπεδο. Η εμπειρία του να γράφεις λάθος πράγματα μέχρι να φτάσεις να γράψεις κάτι σωστό παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο. Η ηλικία εκεί ίσως να μην βοηθάει. Δεν είναι αθλητισμός όπου όσο πιο νέος τόσο καλύτερα, ακριβώς το αντίστροφο ίσως.
Για το κομμάτι “να βγει το βιβλίο μου”, η Ελλάδα είναι μία χώρα όπου οι νέοι είναι αποκλεισμένοι από πάρα πολλά πράγματα. Η ίδια η έννοια του νέου είναι περίεργη, στο εξωτερικό στα 30 του κάποιος μπορεί να είναι διευθυντής γκαλερί, αυτό δεν θα το δεις εδώ.
Το ίδιο ισχύει για ένα οποιοδήποτε σημαντικό πόστο στον πολιτισμό. Αυτό έχει ανακλαστικές συνέπειες. Όταν οι μεγαλύτερες ηλικίες είναι σε όλες τις εκφάνσεις του πολιτισμού, αυτό επηρεάζει την αισθητική σου και ό,τι βλέπεις γύρω σου, επηρεάζει εσένα τον ίδιο σαν νέο.
Υπάρχει δηλαδή μία “παλιά φρουρά” που κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα;
Παντού στην Ελλάδα υπάρχει. Σε όλα τα πράγματα. Υπάρχει κάποιος νέος πολιτικός; Εννοώ mainstream, στην Βουλή. Κάτω από τα 30 θεωρείσαι ακόμα πάρα πολύ μικρός για να κάνεις κάτι σοβαρό. Και αυτό ανακλάται μετά και στο πως λειτουργούμε εμείς. Το να γράψεις ένα βιβλίο είναι πολύ δύσκολη δουλειά από την άποψη του πόσο πρέπει να διαβάσεις και να γράψεις πριν φτάσεις σε ένα καλό αποτέλεσμα.
Πρέπει να ξυπνάς το πρωί και να λες θα διαβάσω και θα γράψω. Αν δεν το κάνεις αυτό δεν θα φτάσεις εκεί που θες. Όσο λοιπόν δεν δίνουν και ευκαιρίες στους νέους, αντιστοίχως και αυτοί ρίχνουν τον πήχη για τον εαυτό τους. Αλλά δεν πρέπει να το κάνεις, γιατί αλλιώς δεν βγαίνει κάτι.
Πάντως έχουν βγει τον τελευταίο καιρό πολλοί νέοι συγγραφείς ιδιαίτερα καλοί. Και πολλές γυναίκες.
Κάποια ονόματα που ξεχωρίζεις;
Για παράδειγμα μου αρέσει η Μάρβιν, ο Γκέζος. Και κάποιοι εκδοτικοί οίκοι είναι ανοικτοί σε νέους. Αυτό είναι κάτι που μου άρεσε στις εκδόσεις Πόλις. Είναι δύσκολο ο άλλος να ενδιαφέρεται σοβαρά για τους νέους δημιουργούς. Οι Αντίποδες όπως σου είπα έχουν νεανικό team, αλλά γενικά είναι λίγοι οι οίκοι. Πάνω από όλα όμως έχει σημασία το κείμενο να είναι καλό.
Έχοντας ζήσει στο εξωτερικό, είναι γνωστή η ελληνική λογοτεχνία; Κυριαρχεί η άποψη πως είναι μόνο τα “ιερά τέρατα”, όπως ο Καβάφης και ο Σεφέρης, που μεταφράζονται και διαβάζονται ευρέως;
Ο Καβάφης είναι όντως πολυμεταφρασμένος. Αλλά γίνονται προσπάθειες να γίνουν γνωστοί και άλλοι, μέσω φεστιβάλ και παρουσιάσεων. Το σημαντικότερο όμως είναι να αξιοποιηθούν οι Έλληνες που ζουν έξω. Είναι άνθρωποι που και έχουν ανάγκη να διαβάσουν ένα βιβλίο στην γλώσσα τους αλλά και έχουν πολύ καλούς μισθούς, ώστε να υποστηρίξουν τα βιβλιοπωλεία και τους εκδοτικούς οίκους που θα τους τα προσφέρουν.
Θεωρείς πως δεν γίνονται όσα θα μπορούσαν να γίνουν;
Ναι και πρόκειται για μία αντίληψη μου με θυμώνει. Λέμε για όσους Έλληνες πάνε έξω πως “χάθηκαν” ή πως η χώρα έχει “brain drain”. Τους ξεγράφουμε λες και δεν είναι δίπλα η οποιαδήποτε Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα.
Και για αυτούς που γράφουν εδώ; Αναδύεται κάποια μορφολογική ή θεματολογική επιταγή; Το ΦΡΜΚ παραδείγματος χάριν στο πρόσφατο τεύχος του έθεσε το ζήτημα της ανανέωσης της γλώσσας, ή της σχέσης (ή μη) με το σήμερα. Πιστεύεις πως οι νέοι δημιουργοί έχουν το βάρος της καινοτομίας;
Πιστεύω αν γράψεις ό,τι σου έρθει, αν είναι καλό, έχει αξία. Κανένα έξτρα χρέος. Δεν λογοδοτείς σε κανέναν. Όποιος παίρνει ένα βιβλίο το παίρνει με δική του ευθύνη, δεν έχει το βιβλίο στάμπα στο εξώφυλλο να λέει “είμαι καλό”.
Από και εκεί και πέρα, κανείς δεν χάνει. Υπάρχουν εκατομμύρια καλά βιβλία. Στη χειρότερη θα πληροφορηθείς από την αποτυχία σου. Εσύ οφείλεις να γράψεις καλά. Υποχρέωση δεν έχεις σε κανέναν, δεν γράφεις για το μπράβο. Γράφεις επειδή το έχεις ανάγκη. Λεφτά δεν θα βγάλεις, το κάνεις απλά επειδή δεν αντέχεις. Άρα γιατί να καταπιεστείς και εκεί;
Κλείνοντας, πες μας τι διαβάζεις αυτόν τον καιρό.
Άντγουντουντ, έπεσα και εγώ σε αυτήν την τρύπα. Αλλά γενικά τώρα δεν διαβάζω πολλή λογοτεχνία. Διαβάζω κυρίως ιστορικά βιβλία γιατί είμαι πάρα πολύ ανιστόρητη, έχοντας πάει στο ελληνικό δημόσιο σχολείο. Γενικά δηλαδή δεν έχουμε σοβαρό ιστορικό ενδιαφέρον στην Ελλάδα. Ασχολούμαστε με την Μακεδονία και δεν ξέρουμε τίποτα από το τι έγινε πρόσφατα. Ξέρουμε για τον Κούρο και την Κόρη αλλά τίποτα για τον εμφύλιο.
Πάνω σε αυτό, επειδή με ρώτησες πριν για το τι βάρος πρέπει να σηκώσουν οι νέοι λογοτέχνες. Να νοιάζονται, να ξέρουν τι συμβαίνει γύρω τους. Αυτές είναι οι ευθύνες που όντως έχουν, όχι τις άλλες χαζομάρες “να χαρεί ο κριτικός και ο εκδότης”. Οφείλεις να μην είσαι γάιδαρος και στον κόσμο σου, να μην είσαι ένα απομονωμένος μηδενιστής.
Δεν γίνεται η κατάσταση να είναι σκατά και να σε απασχολεί αν θα είσαι στο πολιτιστικό ένθετο της κυριακάτικης εφημερίδας. Σε νοιάζουν και οι τριάντα σελίδες πριν. Βρίσκω γελοία αυτήν την δήθεν λογοτεχνική εσωστρέφεια.
Ευχαριστούμε θερμά τη Βίβιαν Στεργίου για την υπέροχη κουβέντα μας!
Τις φωτογραφίες, της Βίβιαν Στεργίου, που συνοδεύουν τη συνέντευξη τράβηξε η ομάδα taphteam.
Website: taphteam
Instagram: taphteam