Mε αφορμή το live της Lia Hide και της μπάντας-οικογένειάς της στο Six Dogs!
H Lia Hide μιλάει στο Frapess.gr για την μπάντα-οικογένεια της, τις πηγές της έμπνευσης της, την έως τώρα πορεία και τους μουσικούς στόχους της…
Ποιους θαύμαζες μικρή;
Μικρή; Πολύ μικρή; Την μαμά μου! Μουσικά: τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Άστορ Πιατζόλα, τον Έννιο Μορικόνε και τον Φρεδερίκο Σοπέν. Θαύμαζα το πως έκρυβε όλο αυτό το θυμό και την αγανάκτηση για το τι συμβαίνει στην χώρα του μέσα σε ευδιάθετα δυναμικές Πολωνέζες και ρομαντικά νυχτερινά για να μην θιχτούν οι πουδραρισμένες κυρίες ή ίσως κιόλας, για να θιχτούν…
Και Φυ-Σι-Κό-τατα, από όταν άρχισα να σκαμπάζω λίγο παραπάνω τι γίνεται στο μεγάλο μυστικό θέαμα της μουσικής, άρχισα να λατρεύω την Tori Amos, την Annie di Franco, την Kate Bush και την Annie Lennox, ενώ λάτρευα κυριολεκτικά την Nina Simone και τον Mike Patton, τον ύψιστο θεούλη, Mike Patton!
Όταν άρχισα να σπουδάζω μουσική, ανακάλυψα μία σπουδαία γυναίκα, μία σπουδαία δασκάλα, την Νάντια Μπουλανζέ, που βοήθησε πολλούς συνθέτες να βρουν την ταυτότητα και τον δρόμο τους, και με επηρέασε πάρα πολύ η ζωή της και το έργο της.
Ποια είναι η μεγαλύτερη έμπνευση σου;
Η μεγαλύτερη έμπνευσή μου είναι η ζωή μας. Η καθημερινότητά μας, τα μέρη που ταξιδεύουμε, οι άνθρωποι που συναντάμε, οι ιστορίες τους, τα ηλιοβασιλέματα, οι σοβαρές και οι ασόβαρες κουβέντες στην προβλήτα του Χόρτου το καλοκαίρι, οι τσακωμοί για το αν θα πάρουμε την Εθνική ή όποιον παράδρομο βρούμε μπροστά μας.
Είναι επίσης ο Αιθίοπας φοιτητής φιλοσοφικής, που γνώρισα στην Τεργέστη, οι υπέροχοι άνθρωποι που οργανώνουν και συντηρούν τα μέρη που έχουμε παίξει στην Ευρώπη – τελευταία, οι δυσκολίες των δικών μου ανθρώπων, οι δυσκολίες που περνάνε οι φεισμπουκικοί μου φίλοι, τα μαύρα κι άραχνα της χαζο/κοινωνικο/πολιτικής μας κατάντιας.
Οι άστεγοι στον δρόμο από την δουλειά για το σπίτι, που τους χαρίζω το κολατσιό, που δεν έφαγα και μου χαρίζουν ιστορίες.
Οι ιστορίες του κάθε γλύκα μπάρμαν και της ντροπαλής σερβιτόρας που πρώτη μέρα σήμερα δουλεύει, τα πονήματα των μαθητών μου, ταινίες, βιβλία και φυσικά οι δικές μου ντροπές.
Τα πράγματα που δεν λύνω μέσα μου, τα κάνω τραγούδια.
Πότε αποφάσισες να ασχοληθείς επαγγελματικά με την μουσική; Τι σε παρακίνησε;
Είχα σπουδάσει διάφορα πράγματα (μετά την αποτυχία μου στις πανελλήνιες) μιας και οι γονείς μου είχαν φοβηθεί ότι θα… πεθάνω στην ψάθα, μια τραγουδιάρα μουζικάντης, που βγάζει χαρτζιλίκι παίζοντας σε μουσικές σκηνές.
Είχα σπουδάσει Διοίκηση Επιχειρήσεων και είχα πάρει σοβαρά το ενδεχόμενο να φύγω για τις Βρυξέλλες, ως μεταφράστρια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ναι, ναι, ναι… τέτοια όμορφα).
Δούλεψα για κάποιο καιρό και με τις δύο μου άνωθεν ιδιότητες και δεξιότητες αλλά ήμουν τραγικά δυστυχισμένη και τίποτα δεν ήταν σωστό.
Δεν είχα σταματήσει να ασχολούμαι με την μουσική, απλά δεν είχα τις κατάλληλες σπουδές για να το πάρω σοβαρά. Και κάπου εκεί, στα 20κάτι, αποφάσισα να καταπιαστώ με τα ωδεία κλπ κλπ για να γίνω καθηγήτρια τραγουδιού αφενός γιατί κι εγώ η ίδια ήθελα κι έψαχνα ένα δάσκαλο μοντέρνου τραγουδιού και δεν έλεγα να βρω με τίποτα, άρα, υπήρχε η ανάγκη αυτής της ειδίκευσης.
Αφετέρου γιατί, ήταν ξεκάθαρο πως αν είναι να καταπιάνομαι με κάτι 8-12 ώρες την μέρα για τα προς το ζην (για να μην γίνει προς το ζείν), αυτό πρέπει να είναι μουσική, δεν θα άντεχα τίποτα άλλο.
Τι θα δούμε-ακούσουμε στο Six Dogs;
Θα δείτε μία μπάντα που έχει γίνει οικογένεια. Μετά από τόσα ταξίδια και τόσες δοκιμασίες και την καταπόνηση του δεύτερου δίσκου μου, που ολοκληρώσαμε και παρουσιάσαμε πρόπερσι, και του τρίτου δίσκου που σχεδόν ολοκληρώνουμε και θα παρουσιάσουμε αργότερα τον χειμώνα, έχουμε κουμπώσει πλέον ο ένας πάνω στον άλλον.
Έχουμε αλλάξει πολλά στα παλιά μας κομμάτια. Έχουμε αλλάξει πολλά ακόμα και στα καινούρια κομμάτια μας, φλερτάρουμε σθεναρά με την δημιουργία κάτι καινούριου στον ήχο μας, που ούτε κι εμείς καλά-καλά μπορούμε να το εκφράσουμε με λόγια.
Η αδέξια στιγμή της μέρας, όταν κάποιος σε ρωτάει «και τι μουσική παίζεις;» και εσύ (εγώ δηλαδή) αρχίζεις να τον κοιτάς σαν αποσβολωμένος χάνος.
Θα τολμήσουμε να παίξουμε κάποια κομμάτια του νέου δίσκου, που ήδη έχουμε δοκιμάσει στις περιοδείες μας στην επαρχία και έξω και θα παίξουμε και κάποια από τα τραγούδια των δύο προηγούμενων δίσκων.
Και 2-3 τραγούδια που δεν είναι δικά μας (διασκευές, ναι) που τα αγαπάμε πολύ ή μάλλον αγαπάμε πολύ να τα παίζουμε όπως τα παίζουμε!
2 λόγια για τις σπουδές σου, μιας και μου φαίνονται χαοτικές.
Αλήθεια; Γιατί; Μα τόσοι άλλοι συνάδελφοι εκεί έξω, έχουν κι αυτοί ένα σωρό παράσημα και περγαμηνές… Καταρχάς, να ξεκαθαρίσω κάτι:
Δεν πιστεύω ότι οι σπουδές κάνουν τον άνθρωπο. Οι σπουδές κάνει τον μουσικό πιο επιδέξιο (αν αυτό είναι το ζητούμενο), και η παιδεία σε κάνει καλύτερο άνθρωπο, ναι.
Όπως, καλύτερο άνθρωπο οφείλει να σε κάνει η κάθε σου ανθρώπινη σχέση και κοινωνική ενασχόληση. Κάθε φορά που αποφάσιζα να σπουδάσω κάτι νέο (είτε αυτό ήταν κλασσικό πιάνο, ή κλασσικό τραγούδι ή θεωρητικά ή το τελευταίο μου μεταπτυχιακό στην Τραγουδοποιία) ήταν γιατί ένιωθα ότι χρειάζομαι να έχω κι άλλα εργαλεία να εκφραστώ και η τεχνική μου και η επιδεξιότητά μου δεν μου έφταναν.
Ήθελα επίσης να είμαι όσο πιο τεχνικά και ουσιαστικά καταρτισμένη για τους μαθητές μου, που μου γενούν νέες ανάγκες και αναζητήσεις σε κάθε τους μάθημα.
Μου αρέσει το διάβασμα, μου αρέσει η αναζήτηση της μεστής γνώσης, και η αλήθεια είναι ότι όσο πιο πολύ σπουδάζεις ή μελετάς ή όπως το θέλει κανείς, ανακαλύπτεις αντικειμενικά πόσο μικρό και ανάξιο λιθαράκι είσαι μέσα στο σύμπαν.
Όχι μόνο το κοσμικό και πλανητικό σύμπαν, ακόμα και στο σύμπαν της τέχνης, της μουσικής, της εκπαίδευσης, της κοινωνίας, του κόσμου των πολιτών, του κόσμου όλου. Μακάρι να έχω όρεξη και χρήματα και να μπορω να σπουδάζω, ή καλύτερα, να μελετάω και να διαβάζω μέχρι να κλείσω τα μάτια μου.
Τι να περιμένουμε από σένα στο μέλλον;
Να περιμένετε τον τρίτο μας δίσκο, που κι εμείς τον περιμένουμε με λαχτάρα υπέρμετρη! Τον ηχογραφήσαμε τον Μάιο, κλειστήκαμε για μια βδομάδα στο ιστορικό DuDu Loft, και από τον Αύγουστο μέχρι και τώρα που μιλάμε, μιξάρουμε κι αλλάζουμε και φτου και απ’ την αρχή. Αλλά τελειώνει…
Είμαι τόσο τυχερή που οι συνεργάτες μου όλοι είναι τόσο μοναδικοί και ακριβώς αυτό που χρειάζεται, που κάθε φορά που ακούω μια τελική μίξη, με πιάνουν τα κλάματα και γελάω σαν παιδί που γνώρισε τον Αη Βασίλη.
Να περιμένετε επίσης, ότι τώρα που ξεκουραστήκαμε λίγο από την περιοδεία μας στην Ιταλία (που ήταν καταπληκτική και υπέροχη και ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει τι καταφέραμε) ότι θα ξαναφύγουμε.
Θα πάρουμε πάλι τον δρόμο, μας περιμένουν ήδη σε πολλές πόλεις στην επαρχία, και φέτος τον χειμώνα θα ανοίξουμε τα φτερά μας για χώρες και πόλεις της Ευρώπης που δεν έχουμε ξαναπαίξει.
Μπορώ εδώ να προσθέσω, πριν κλείσουμε και φιληθούμε σταυρωτά ότι χωρίς τους κυρίους μου Aki’Base και Γιώργο Ράδο, αλλά και το Πάνο μας τον Παπάζογλου στην κιθάρα, δεν θα είχα καταφέρει όλα ετούτα;
Και χωρίς όλον αυτόν τον κόσμο, που 2 χρόνια και 150 live τώρα, μας έχει αγκαλιάσει και μας έχει αποδείξει ότι θα τα καταφέρουμε, κι ας μην μας παίζει το ραδιόφωνο, κι ας μην παίζει καμία κλίκα, θα τα καταφέρουμε, όσο υπάρχει ο δρόμος και όσο υπάρχει η μουσική και ο έρωτάς μας και δαύτη!
Σας ευχαριστω πολύ. Kάθε φορα με το Υπόγειο είναι σαν να βουλιάζω σε μια αγκαλιά σε βελούδινη καρέκλα, με ζεστή σοκολάτα και τζάκι…