Στις 11 Αυγούστου 1875 εκφωνήθηκε ο Λόγος του Θρόνου, με τον οποίο απλώς διακηρύχθηκε η Αρχή της Δεδηλωμένης. Η καθιέρωσή της όμως καθυστέρησε για έναν ολόκληρο αιώνα!
Ο 19ος αιώνας ήταν πολυτάραχος για την Ελλάδα. Το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (1830), που σήμανε επίσημα την ανεξαρτητοποίησή της, βρήκε μία χώρα ερειπωμένη και χωρίς καμία στοιχειώδη υποδομή. Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε επειδή δεν έκανε ρουσφέτια στους επαναστάτες και τελικά περάσαμε στην περίοδο του Όθωνα (1832-1862).
Μέσα στα 30 αυτά χρόνια συντελέστηκαν δύο εξεγέρσεις (και όχι επαναστάσεις). Η πρώτη (3η Σεπτεμβρίου 1843) οδήγησε στην παραχώρηση Συντάγματος το 1864 από τον έως τότε απόλυτο μονάρχη Όθωνα, μεταβάλλοντας έτσι το πολίτευμα σε Συνταγματική Μοναρχία. Η δεύτερη (1862) οδήγησε στην αποχώρηση του Όθωνα από την Ελλάδα και στην ψήφιση του Συντάγματος του 1864, με το οποίο η Συνταγματική Μοναρχία μετατράπηκε σε Βασιλευόμενη Δημοκρατία.
Η αλήθεια είναι ότι τα Συντάγματα αυτά ήταν αρκετά πρωτοπόρα. Ειδικά το Σύνταγμα του 1864 ήταν από τα πιο φιλελεύθερα της εποχής του, καθώς αναγνώριζε σε μεγάλο εύρος -με βάση τα έως τότε δεδομένα- πολλά θεμελιώδη δικαιώματα.
Ωστόσο, κανένα εκ των δύο δεν προέβλεψε την Αρχή της Δεδηλωμένης, η οποία στο σημερινό μας Σύνταγμα (άρθρο 37 παρ. 2) ορίζει ότι: Πρωθυπουργός διορίζεται ο αρχηγός του κόμματος το οποίο διαθέτει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών. Ήτοι, εάν δεν δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στο πρώτο κόμμα τουλάχιστον 151 βουλευτές, τότε σε πρώτη φάση δεν μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση.
Μέχρι το 1875 λοιπόν, κανείς δεν είχε διατυπώσει το αίτημα να διορίζεται πρωθυπουργός αυτός που χαίρει της εμπιστοσύνης της απόλυτης πλειοψηφίας των βουλευτών. Αυτό σήμαινε ότι ο βασιλιάς διόριζε πρωθυπουργό κυριολεκτικά όποιον ήθελε (ακόμα και τον κηπουρό του, όπως εύστοχα είχε λεχθεί), ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα των εκάστοτε εκλογών.
Η δυσαρέσκεια για την κατάσταση αυτή εκφράστηκε για πρώτη φορά στο δημόσιο λόγο το 1874 από τον Χαρίλαο Τρικούπη με το γνωστό του άρθρο «Τις πταίει;». Μετά τη δημοσίευση του άρθρου αυτού, ο λαός και ο πολιτικός κόσμος κινητοποιήθηκε ενεργά, ζητώντας από το βασιλιά το αυτονόητο: να μη διορίζει κυβερνήσεις μειοψηφίας.
Μετά από σοβαρές πιέσεις ο Γεώργιος Α’ εκφώνησε το 1875 στη Βουλή το Λόγο του Θρόνου (γραμμένο από τον Τρικούπη), με τον οποίο εισήγαγε για πρώτη φορά την Αρχή της Δεδηλωμένης. Είχε γίνει ένα σημαντικό βήμα, όμως τυπικά ο βασιλιάς δεν δεσμευόταν να την εφαρμόζει.
Αυτό σημαίνει ότι η κατάσταση παρέμενε μετέωρη. Η Αρχή της Δεδηλωμένης δεν προβλέφθηκε συνταγματικά, παρά ίσχυε μόνο ως Συνθήκη του Πολιτεύματος. Ο βασιλιάς μετά τις εκλογές είχε ακόμα τη δυνατότητα να διορίζει πρωθυπουργό τον οποιονδήποτε, με τη διαφορά πλέον ότι το Κοινοβούλιο έπρεπε απλά να τον υπερψηφίσει ή να τον καταψηφίσει στο τέλος κάθε συνόδου της Βουλής.
Η πρώτη φορά που προβλέφθηκε συνταγματικά η Αρχή της Δεδηλωμένης ήταν στο Σύνταγμα του 1927. Παρόλα αυτά και σε αυτή την περίπτωση ο θεσμός δεν είχε ιδιαίτερη ισχύ, αφού το Σύνταγμα περιοριζόταν στη γενική διατύπωση (άρθρο 89): «Η κυβέρνηση πρέπει να απολαύει της εμπιστοσύνης της Βουλής».
Η κατάσταση αυτή λοιπόν παρέμεινε έως να ψηφιστεί το Σύνταγμα του 1975, δηλαδή 100 χρόνια μετά τη «γέννηση» της Αρχής της Δεδηλωμένης. Το Σύνταγμα του 1975, με τις τρεις μέχρι τώρα αναθεωρήσεις του, προέβλεψε την Αρχή όπως ισχύει σήμερα. Μέχρι το 1975, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή ο βασιλιάς δεν δεσμευόταν από το Σύνταγμα ως προς το ποιον θα διορίσει πρωθυπουργό.
Κυριολεκτικά, 100 χρόνια πίσω και στα στοιχειώδη.