Η ψυχή του βιβλίου είναι γραμμένη σε μία πρόταση στο οπισθόφυλλο- πλήρως συμπυκνωμένη έτοιμη για μια έκρηξη που θα σε συνταράξει. Ας δούμε κάποια πράγματα για το Μάτι του Ναμπόκοφ
Λίγα λόγια για την πλοκή
Ο πρωταγωνιστής, Ρώσος μετανάστης και οικοδιδάσκαλος σε μια οικογένεια Ρώσων στο Βερολίνο, σε μια εποχή αναταραχών στην πατρίδα του το 1924-5, γνωρίζει μια οικογενειακή τους φίλη τη Ματίλντα, με την οποία και συνάπτει ερωτική σχέση. Άδοξο τέλος θα δωθεί σε αυτήν τη σχέση από το σύζυγο της, ο οποίος ξυλοκοπεί τον πρωταγωνιστή.
Όντας πλέον ταπεινωμένος ο Ρώσος εμιγκρές καταφεύγει στο δωμάτιο που ενοικιάζει και σκοπεύει ν’ αυτοκτονήσει. Ενώ όπως όλα δείχνουν αρχικά, διέπραξε την αυτοκτονία, μέσα από μία ψυχαναλυτική και περιγραφική διήγηση που διαλύει τον χωροχρόνο όλα ανατρέπονται!
Η αρχή
Ενόσω περιγράφει τις ίσως μεταθανάτιες εμπειρίες του, ο πρωταγωνιστής, μαρτυρά μετά παρρησίας αλήθειες που αφορούν τη διαδικασία της ζωής, της ζωής ως όνειρο.
Ο πρωταγωνιστής ένιωσε πλέον ελεύθερος με το τράβηγμα της σκανδάλης, ελεύθερος να δει ολοφάνερα τον παραλογισμό του κόσμου. Κανείς δεν είναι λοιπόν μέσα στο κεφάλι του -κι ευτυχώς δηλαδή- ώστε να τον καταλάβει ακριβώς. Από ‘κεί κι έπειτα χτίζονται κοινωνίες παρεξηγήσεων κι εγωισμών οι οποίες οδηγούν σε παραλογισμό.
Ο πρωταγωνιστής δεν έδειξε φόβο στη λύση του θανάτου, είτε κυριολεκτικού είτε συμβολικού, φοβόταν να ζήσει, μα δε φοβήθηκε να πεθάνει. Δε φοβήθηκε να δώσει οριστική και βέβαιη λύση στο πρόβλημά του. Με περίσσεια αυτοαγάπης τράβηξε τη σκανδάλη -ό,τι κι αν θεωρήσει κάποιος σκανδάλη.
Τα όσα ακολουθούν αποτελούν μια ροή ακαθόριστη, μα αδιαμφισβήτητα κραυγαλέα απόδειξη ότι το αποτέλεσμα μιας αέναης παρακολούθησης, μιας αδιάκοπης παρατήρησης με ορθάνοιχτα μάτια, μιας παρατήρησης φιλτραρισμένης μέσα από το υποκειμενικό φίλτρο, φίλτρο που αποτελεί πρίσμα, διασπά την αλήθεια σε χίλια κομμάτια που διαχέονται και δεν ξανακολλούν πια.
Είτε ο πρωταγωνιστής πέθανε και η σκέψη του έμεινε αιώνια είτε ο θανατός του ήταν συμβολικός, έχει ανάγκη από ένα τσιγάρο και μια συζήτηση για να αρχίσει μια νέα ζωή, στην οποία δε θα παραμείνει ένας παθητικός παρατηρητής.
Πάνω σε μια συζήτηση με αυτόν από τον οποίο ζήτησε ένα τσιγάρο και με το οποίο ταυτίστηκε, επιτέλους κατάλαβε και παραδέχτηκε στον εαυτό του ότι θέλει να ζήσει και να κάνει μιαν αλλαγή. Να γίνει κατάσκοπος του εαυτού του, να διεκδικεί αυτά που θέλει έστω κι αν αυτό είναι στη φαντασία του. Να αψηφήσει τους ανόητους νόμους που αδυνατούν να βρουν πρακτική εφαρμογή σε κάθε συνθήκη, που δεν καταφέρνουν να φέρουν εις πέρας το στόχο για τον οποίο φτιάχτηκαν.
Οι καθρέφτες
Σε έναν μαρτυρικό και φορτισμένο από αισθήματα μονόλογο ο πρωταγωνιστής αποκαλύπτει την κοινωνική ταυτότητα του, ένα όνομα, το οποίο στον ίδιο δε λέει τίποτα. Εξιστορεί μιαν αντίληψη για το ποιός πραγματικά είναι, για το ότι βρίσκεται μέσα σε όλους εκείνους ο ίδιος, μα κι εκείνοι σε αυτόν. Μια δίχως φυγή και μοιραία αλληλεπίδραση!
Επίλογος
Όλες οι περιγραφές χωρίς φανφάρες και με απαράμιλλη λιτότητα, οδηγούν σε εικόνες και συνεπακόλουθες σκέψεις, όπως ένα πολύ βαθύ ρυάκι ανάλαφρα και με τόση ταχύτητα όση χρειάζεται σε ταξιδεύει σε μια ιστορία. Έτσι κι η ιστορία που συνέλαβε ο Ναμπόκοφ, αποτελεί μιαν ιστορία που εκτός από τροφή για σκέψη, είναι και ένα λογοτεχνικό κομψοτέχνημα.