Το ότι έχω καλή μνήμη το κατάλαβα σχετικά νωρίς, από αρκετά μικρή ηλικία.
Αρχικά, θύμωνα με τους γονείς μου όταν αδυνατούσαν ή έπρεπε να καταβάλλουν προσπάθεια για να θυμηθούν κάτι που στο δικό μου μυαλό ήταν τόσο ξεκάθαρο.
Πράγματα και γεγονότα όπως το τι είχε συμβεί στις 19 Μαΐου, γιατί είχαμε αργήσει να πάμε στο σχολείο εκείνο το πρωί που είχε ομίχλη πριν δυο μήνες, τι μας είχε πει η φουρνάρισσα μια μέρα ενώ παίρναμε ψωμί, ποια ημερομηνία είχαμε φάει στο σπίτι της θείας μου πριν τρία χρόνια.
Αργότερα, θύμωνα με τους συμμαθητές μου και τους φίλους μου όταν κι εκείνοι αδυνατούσαν ή δυσκολεύονταν να θυμηθούν πράγματα που εγώ μπορούσα να ανασύρω χωρίς καν να το καταλάβω.
Όπως τι φορούσε η δασκάλα μας τη μέρα που μας είχε μάθει τους δεκαδικούς αριθμούς, γιατί είχε αργήσει να χτυπήσει το κουδούνι στις 23 Φεβρουαρίου και ποιος τσακώθηκε με ποιον πριν τέσσερις μήνες στη γυμναστική…
Μέχρι που εν τέλει κατάλαβα ότι δεν ήταν ούτε οι γονείς μου, ούτε οι συμμαθητές μου εκείνοι που ξεχνούσαν όσα έπρεπε να θυμούνται, αλλά εγώ που θυμόμουν όσα έπρεπε να ξεχνώ… Γιατί σίγουρα, παρόλο που δεν το έκανα συνειδητά, το μυαλό μου κουραζόταν να συγκράτα «άχρηστες πληροφορίες».
Το εύκολο ήταν να συμβιβαστώ με το γεγονός ότι θα έπρεπε συνεχώς να θυμίζω στους υπόλοιπους ανθρώπους πράγματα και καταστάσεις.
Θα έπρεπε να θυμίζω στις φίλες μου εκείνη την ταινία για την οποία τους είχα μιλήσει πριν ένα χρόνο, να θυμίζω στη μαμά μου ότι δεν είχαμε αγοράσει τον καναπέ πριν δέκα χρόνια από το τάδε μαγαζί αλλά από κάποιο άλλο, να διορθώνω τον αδερφό μου κάθε φορά που θυμόταν λάθος την ενδεκάδα του Ολυμπιακού σε ένα ντέρμπι πριν τέσσερα χρόνια…
Η μνήμη όμως είναι καλό πράγμα…
Είναι χρήσιμη στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο, στη δουλειά. Είναι ωραίο να θυμάσαι τα γενέθλια όλων των φίλων σου, να μην έχεις ανάγκη χαρτάκια και σημειώσεις για τα πάντα, να μην χρειάζεται να γράφεις κάπου το ραντεβού στον οδοντίατρο…
Τι;; Δεν είναι;;;
Όχι δεν είναι….
Η μνήμη είναι εκείνος ο ανηλεής δαίμονας που κάνει κουμάντο στο μυαλό σου αντί για εσένα. Που ανασύρει, όταν εκείνη το κρίνει σκόπιμο, λόγια που σε πλήγωσαν, φίλους που σε πρόδωσαν, ανθρώπους σκάρτους που δεν άξιζαν ούτε ένα δευτερόλεπτο της προσοχής σου…
Στιγμές που σε πίκραναν, γεγονότα που σε πόνεσαν, απώλειες που σε λύγισαν. Που τσακίζει χωρίς ενδοιασμούς κάθε σου προσπάθεια να τα θάψεις όλα αυτά σε κάποιο ξεχασμένο συρτάρι που θα διπλοκλειδώσεις για σιγουριά και θα κρύψεις κάπου βαθιά στην ψυχή σου με την ψευδαίσθηση ότι απελευθερώθηκες…
Κι όλα αυτά, όταν είναι στις καλές τις… Γιατί αν εξαγριώσεις το θεριό που λέγεται μνήμη, τότε χρησιμοποιεί εναντίον σου το μεγαλύτερο και ακατανίκητό του όπλο…. Τις καλές αναμνήσεις…
Διότι όταν θυμάσαι τα άσχημα, τις κακές στιγμές, τους σκάρτους ανθρώπους, τα θυμάσαι ενδεχομένως με πόνο, με θλίψη, αλλά σίγουρα και με θυμό. Με αγανάκτηση, με οργή, ίσως και μήνιν. Συναισθήματα που μπορείς να εκφράσεις, να ξεσπάσεις, να εξωτερικεύσεις ώστε να απαλλαγείς από το βάρος τους.
Πώς όμως να ξεσπάσεις τη νοσταλγία μιας ηδείας στιγμής που ξέρεις ότι δεν θα ξαναζήσεις;
Μιας μαγικής αγκαλιάς που ξέρεις ότι δεν θα ξαναβρείς; Μιας σοφής πατρικής κουβέντας που ξέρεις ότι δεν θα ξανακούσεις; Μιας στοργικής, μητρικής μυρωδιάς που ξέρεις ότι δεν θα ξανανιώσεις;
Ενός “ανέγγιχτου” βλέμματος που μοιράστηκες όχι για περισσότερο από μια στιγμή κι όμως ήταν ικανό να σε μεθύσει, να διαπεράσει την ύπαρξη σου, να ρίξει όλες τις άμυνες σου, να πνίξει όλες σου τις αμφιβολίες, να αλλάξει την πραγματικότητά σου… Πώς να νικήσεις όλα αυτά που δεν θες να ξεχάσεις μα πονάς να θυμάσαι και να επιστρέψεις σε μια ανώδυνη και ολότελα πεζή ζωή…;
Καθώς περνούν ωστόσο τα χρόνια και καθώς εγώ μεγαλώνω και περνώ από την παιδική στην εφηβική κι από την εφηβική στην ενήλικη ζωή, διαπιστώνω ότι η μνήμη δεν είναι ούτε καλή, ούτε κακή.
Η μνήμη είναι εργαλείο.
Και όπως όλα τα εργαλεία, είναι στην ευχέρεια εκείνου που το κατέχει να αποφασίσει για ποιους σκοπούς θα το χρησιμοποιήσει. Ή ακόμη και αν θα το χρησιμοποιήσει ή θα το αφήσει ανεκμετάλλευτο, να καταστεί ένα εργαλείο νεκρό και σκουριασμένο…
Η μνήμη έχει τις δικές της άμυνες κι όχι για άλλο λόγο παρά για να προφυλάσσει εμάς τους ίδιους. Εκείνα που πραγματικά δεν πρέπει να θυμόμαστε, φροντίζει να τα απωθεί και να τα αποχαιρετά προς ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή… Μπορεί εγώ να την αναθεματίζω κάθε φορά που φέρνει ακάλεστες ως επισκέψεις του μυαλού μου ανθρώπους, γεγονότα, καταστάσεις που θα ήθελα για πάντα να ξεχάσω, που μου έκαναν κακό, εποχές ενός κακού ή αδύναμου εαυτού μου, ζωές που δεν αναγνωρίζω την ίδια μου την σκέψη, μα στην πραγματικότητα, η μνήμη δεν θα με επανέφερε σε όλα αυτά αν δεν είχε κάτι να μου διδάξει.
Κάθε αρνητική εμπειρία που θυμάμαι, κάθε πόνος, κάθε λυγμός, κάθε νύχτα χωρίς αύριο, υπάρχουν ακόμη σε επισκέψιμα σημεία του μυαλού μου ώστε να με προειδοποιούν για όσα πρέπει να αποφεύγω, να μου θυμίζουν το πόσο δυνατή στάθηκα, να μου επιβεβαιώνουν πώς όλα εκείνα που δεν κατάφεραν να με σκοτώσουν, με έκαναν ανίκητη.
Άλλωστε, τίποτα δε δίνεται στον άνθρωπο χωρίς λόγο. Κάποιοι άνθρωποι, παρορμητικοί, συναισθηματικοί, επιρρεπείς καθώς είμαστε σε καταστάσεις γοητευτικά επικίνδυνες και επικίνδυνα γοητευτικές, χρειαζόμαστε τη μνήμη ως φύλακα άγγελο, ακοίμητο φρουρό μας. Να μας αφήνει να ζούμε τα νοσταλγικά πάθη μας αλλά να μας τραβά από το χέρι την κατάλληλη στιγμή…
Δ.
«Τα μάτια σου είναι τόσο βαθιά, που μέσα τους χάνω τη μνήμη…»
– Louis Aragon