Αδιαμφισβήτητα ζούμε σε μια επαναστατική εποχή όσον αφορά τα νέα μέσα. Από αυτό όμως προκύπτει άμεσα το ερώτημα του σε ποιο βαθμό τα social media έχουν παρεισφρήσει στην καθημερινότητα και ελέγχουν τις επιλογές και τις αποφάσεις μας.
Ώρα 8:00. Το ξυπνητήρι ξεκινά να χτυπά σα δαιμονισμένο, αναγκάζοντάς σε να συνέλθεις από το λήθαργο του ύπνου. Δειλά, απρόθυμα ανοίγεις τα μάτια σου. Χωρίς ακόμα να το καταλάβεις, ακόμα κι ας πρέπει να σηκωθείς για να πας στη σχολή, το πρώτο πράγμα που κάνεις είναι να πιάσεις ασυναίσθητα το κινητό σου. Στην αρχική οθόνη ξεπηδούν ένα σωρό ειδοποιήσεις, δυσκολεύοντας ακόμα περισσότερο την απόφαση πως πρέπει επιτέλους να σηκωθείς.
Αφού τις περιεργαστείς, αρχίζεις να χαζεύεις την αρχική σελίδα στο περιβόητο Facebook. Ποιος ανέβασε φωτογραφίες, πού διασκέδασαν οι γνωστοί το προηγούμενο βράδυ, ένα σωρό άχρηστες πληροφορίες, που όμως τρελαίνεσαι να τις παρακολουθείς. Όταν βαρεθείς, σειρά έχει το αγαπημένο Instagram, που βέβαια έχει μια πιο καλλιτεχνική, πιο δημιουργική υπόσταση. Ανοίγοντας την εφαρμογή ένας χείμαρρος από εικόνες ξεπηδά μπροστά στα μάτια σου. Καλλιτεχνικές ή μη, ατόμων κοντινών ή αγνώστων, που περνάς αρκετή ώρα περιεργάζοντάς τες.
Αφού λοιπόν «χορτάσεις» από δημοσιεύσεις και φωτογραφίες, παίρνεις απρόθυμα την απόφαση να σηκωθείς. Το κινητό πάντα παραμένει στο χέρι, και στην παραμικρή ειδοποίηση σπεύδεις να το επεξεργαστείς.
Οι περισσότεροι νέοι σήμερα βιώνουμε σχεδόν σε καθημερινή βάση μια ανάλογη κατάσταση. Τα κινητά τηλέφωνα έχουν καταστεί προέκταση του χεριού μας, και ο εθισμός σ’αυτά και στην αίγλη των social media διογκώνεται όλο και περισσότερο, εγκλωβίζοντάς μας στη δύναμη του περιεχομένου τους.
Τα social media και τα smartphones έχουν αλλάξει ριζικά τον τρόπο ζωής, επικοινωνίας και δράσης των ανθρώπων. Η πρώτη δράση το πρωί είναι το scrolling στο Facebook και το Instagram, ενώ η ανταλλαγή μηνυμάτων κυρίως στο πρώτο μέσο αποτελούν την κατεξοχήν επιλογή επικοινωνίας της πλειοψηφίας των σύγχρονων ανθρώπων, ιδιαίτερα των νέων.
Σχέσεις διαμορφώνονται και καταστρέφονται με τη συμβολή του Facebook, τσακωμοί ή παρεξηγήσεις εγείρουν και διευθετούνται πιο δύσκολα, καθώς απουσιάζει η λεκτική επικοινωνία και η επαρκής επιχειρηματολογία. Παρόλα αυτά, το συγκεκριμένο μέσο εξακολουθεί να κυριαρχεί στις προτιμήσεις της νεολαίας όσον αφορά την προσέγγιση και την επικοινωνία με κάποιο άλλο άτομο, με δισεκατομμύρια ενεργούς χρήστες παγκοσμίως.
Η ραγδαία αυτή αύξηση της δημοτικότητας των social media οφείλεται κυρίως σε ένα πολύ βασικό συστατικό. Ενώ τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης αποτελούν ουσιαστικά μονόδρομο, εμποδίζοντας την αλληλεπίδραση και την επικοινωνία, τα νέα μέσα αίρουν αυτό το εμπόδιο, επιτρέποντάς μας να σχολιάσουμε, να ανταλλάξουμε ιδέες, σκέψεις και προβληματισμούς σε πραγματικό χρόνο.
Πλέον όσοι αποτελούμε αντιπροσωπευτικό δείγμα της σύγχρονης νεολαίας, μεγαλώνουμε και αναπτυσσόμαστε στην ψηφιακή, κυριαρχούμενη από τα social media εποχή, με τα οποία αποκτούμε άμεση εξοικείωση. Πλέον αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικής και κοινωνικής μας ζωής, ενώ διαμορφώνουμε την προσωπικότητα και τα θέλω μας μέσα από αυτά. Μεγαλώνουμε με το Facebook και το Instagram, με τα όποια πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματα αυτά περικλείουν, και η πλειοψηφία οικοδομούμε τη ζωή μας γύρω από αυτά.
Τα μέσα αυτά προσφέρουν στον κάθε νέο τη δυνατότητα να χτίσει την εικόνα που επιθυμεί ο ίδιος για τον εαυτό του, είτε αυθεντική είτε πλαστή, να οικοδομήσει μια μάσκα. Οι μάσκες του Facebook και του Instagram, του Twitter και των υπόλοιπων μέσων δικτύωσης είναι καλά φτιαγμένες και ικανοποιούν σχεδόν απόλυτα το άτομο που επιλέγει να τις ενστερνιστεί.
Πίσω από αυτές τις μάσκες όμως κρύβεται η ανασφάλεια. Μια ανασφάλεια που επιζητά προσοχή, έχει εμμονή με τα like και τα σχόλια, και γενικότερα την επιβεβαίωση. Η επιβεβαίωση αυτή προκύπτει βεβαίως μέσω των αριθμών που αντιπροσωπεύουν οι διαδικτυακοί, εικονικοί φίλοι και οι followers.
Οι δύο αυτές έννοιες λειτουργούν ομόρροπα, ενώ τα κοπλιμέντα πίσω από τις οθόνες και οι αλαζονικές συμπεριφορές πολλαπλασιάζονται, ειδικά όταν κάποιος διαθέτει έναν ικανοποιητικό αριθμό από άτομα που εκδηλώνουν ενδιαφέρον για τις φωτογραφίες ή όποιο υλικό επιλέγει να δημοσιεύσει.
Αδιαμφισβήτητα ζούμε στην κοινωνία των like. Η συγκέντρωση όλο και περισσότερων like αποτελεί πλέον αυτοσκοπό. Καθόμαστε και δίνουμε τεράστια σημασία στο ποιος δήλωσε ότι του αρέσει η φωτογραφία ή ο σύνδεσμος που κοινοποιήσαμε, και χάνουμε την ουσία. Αντί να αποδεχτούμε τον εαυτό μας όπως πραγματικά είναι, παίρνουμε ικανοποίηση και αυξάνουμε την αυτοπεποίηθησή μας κρυμμένοι πίσω από μια οθόνη.
Έχουμε πάθει ψύχωση με τον αριθμό των like και των σχολίων, αντιμετωπίζοντάς τα ως έναν τρόπο αυτοεπιβεβαίωσης. Θεωρούμε πως ο αριθμός των παραπάνω στοιχείων που θα συγκεντρώσει μια δημοσίευσή μας είναι καθρέφτης της κοινωνικής μας αποδοχής.
Ουσιαστικά ενώ θα έπρεπε να χαιρόμαστε οι ίδιοι χωρίς να περιμένουμε την επιβεβαίωση κανενός, αδημονούμε γι’αυτή την επιδοκιμασία, η οποία μας κάνει να αισθανόμαστε καλά για πράγματα αυτονόητα, για τα οποία θα έπρεπε να είμασταν περήφανοι χωρίς την παρουσία ενός social media. Εθιζόμαστε στην ανάγκη να νιώσουμε καλά από την επιβεβαίωση και τα like που θα πάρουμε.
Η κυριαρχία των νέων μέσων στη ζωή μας δεν αντικατοπτρίζεται μόνο από τον εθισμό για επιβεβαίωση μέσω αυτών, αλλά και την επικέντρωση σε αυτά, σε βαθμό που αυτή αποτελεί εμπόδιο στην ουσιαστική διαπροσωπική επικοινωνία. Πόσες φορές άραγε έχουμε ασχοληθεί με το κινητό μας, ενώ μας μιλούσε κάποιο άτομο δίπλα μας; Πόσες φορές έχουμε αφήσει κάποια συζήτηση στη μέση προκειμένου να απαντήσουμε σε ένα μήνυμα στο Facebook;
Η επιρροή που έχουμε επιτρέψει να έχει μια οθόνη στη ζωή μας είναι πλέον τεράστια. Αισθανόμαστε πως αν αυτή για κάποιο λόγο εξαφανιστεί, θα χάσουμε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μας. Έτσι, την αφήνουμε να ασκεί επιρροή σχεδόν σε όλους τους τομείς. Τείνουμε να αναζητούμε τη συντροφιά της ακόμα κι αν έχουμε άτομα που πραγματικά νοιάζονται για εμάς δίπλα μας. Αντί να περνάμε καλά με τα άτομα που επιλέξαμε να βρίσκονται δίπλα μας, έχουμε το βλέμμα μας στραμμένο σε μία οθόνη, η οποία μας εμποδίζει απ’το να επενδύσουμε ουσιαστικά σε αυτούς.
Αν το καλοσκεφτεί βέβαια κανείς, και στην περίπτωση αυτή εγείρει πάλι το ζήτημα της ανασφάλειας. Θέλω να πω πως είναι πιο εύκολο να ελέγξεις μια οθόνη, παρά έναν άνθρωπο. Όταν έχεις αυτή απέναντί σου, έχεις τη δυνατότητα να την παραποιήσεις ώστε να είναι πλήρως συμβατή με τα μέτρα σου, και να κρυφτείς πίσω απ’την ψευδαισιακή ασφάλεια που προσφέρει.
Αντίθετα, ένας άνθρωπος σε ωθεί να ξεδιπλώσεις τον αληθινό, αυθεντικό σου εαυτό, να φέρεις στην επιφάνεια πάθη και ανασφάλειες, πόθους και όνειρα. Αυτή η διαδικασία είναι πιο δύσκολη, πιο εσωτερική, πιο ενδόμυχη, πράγμα το οποίο αρκετοί άνθρωποι λόγω ανασφάλειας φοβούνται.
Αν θέλουμε μια πιο υγιή κι αυθεντική ζωή, θα πρέπει να ασκούμε έλεγχο στην επιρροή των social media στην καθημερινότητά μας και να απολαμβάνουμε την παρέα των φίλων μας και όσων πραγματικά αγαπάμε. Σε καμία περίπτωση δε θεωρείτε σωστό το να επιτρέπουμε σε έναν εικονικό κόσμο να μας παρεμποδίζει να ζήσουμε στο έπακρο τον πραγματικό.
Ας πετάξουμε λοιπόν αυτές τις ψευδαισθησιακές εικονικές μάσκες πίσω απ’τις οποίες κρυβόμαστε, και ας αφιερώσουμε χρόνο και διάθεση σε πράγματα και καταστάσεις που πραγματικά αξίζουν το ενδιαφέρον μας. Μια έξοδος, ένα χαμόγελο, ένα άγγιγμα, μια ειλικρινής συζήτηση έχουν πολλή περισσότερη ουσία από το ξεκλείδωμα μιας οθόνης, οπότε ας εστιάσουμε πρωτίστως σε αυτά.