Ο χρόνος δεν κατάφερε να μειώσει την αξία αυτού έργου του Έρμαν Έσσε, που βασικό του θέμα είναι η εναγώνια προσπάθεια του ατόμου να χτίσει έναν ακέραιο εαυτό.
Ο Έρμαν Έσσε γεννήθηκε το 1877 στο Καλβ της Γερμανίας. Βιβλιοπώλης στην αρχή, έγινε γρήγορα γνωστός με τα ποιήματα και τα μυθιστορήματά του. Έπασχε από κατάθλιψη, και η επαφή του με τη λογοτεχνία ξεκίνησε ως μια αναζήτηση διεξόδου από τα ψυχολογικά του προβλήματα. To 1904 δημοσιεύει το πρώτο του «Πήτερ Κάμεντσιντ», ενώ την ίδια χρονιά παντρεύεται τη Μαρία Μπερνούλι, με την οποία θα αποκτήσει τρεις γιους.
Στο «Βροχοποιό» , ο Μάγος-Βροχοποιός Κνεχτ(που σημαίνει «υπηρέτης» στα γερμανικά), ενσαρκώνει αυτή καθαυτή τη προσπάθεια του αρχέγονου ανθρώπου να εναρμονιστεί με ό,τι απειλητικό τον περιβάλλει και να συμφιλιωθεί με ό,τι άγνωρο και επίβουλο σκιρτά εντός του.
Οι βασικές επιρροές στο έργο του Έσσε είναι, όπως ο ίδιος λέει: «Το χριστιανικό και απόλυτα αντιεθνικιστικό πνεύμα των γονιών μου, η μελέτη των μεγάλων Κινέζων δασκάλων και η φυσιογνωμία του ιστορικού Γιάκομ Μπούρκχαρντ ».
Ο χρόνος δεν κατάφερε να μειώσει την αξία του έργου του Έσσε, που βασικό του θέμα είναι η ολόψυχη και εναγώνια προσπάθεια του ατόμου να χτίσει έναν ακέραιο και αρμονικό εαυτό.
Στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, διαμαρτυρόμενος ενάντια στο μιλιταριστικό καθεστώς, εγκατέλειψε τη Γερμανία κι εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Ελβετία, όπου και πέθανε το 1962. Βραβεύτηκε με το βραβείο Γκαίτε το 1946 και το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1947.
***
“Το χωριό δεν είχε μήτε κουλτούρα μήτε τέχνες. Τα μόνα κτίσματά του ήταν εκείνες οι μυτερές λασποκαλύβες. Δεν ήξερε τίποτε από σιδερένια και ατσάλινα εργαλεία. Άγνωστα ήταν ακόμα και το κριθάρι και το κρασί. Επινοήσεις όπως τα κεριά και οι λάμπες, θα ήταν για τους ανθρώπους εκείνους πράγματα εκθαμβωτικά. Μα η ζωή του Κνεχτ κι ο κόσμος της φαντασίας του δεν ήταν φτωχότερα απ’ την άποψη αυτή. Ο κόσμος τον κύκλωνε σαν ένα εικονογραφημένο βιβλίο, γεμάτο ανεξάντλητα μυστήρια. Καθημερινά κατακτούσε κι από ένα κομμάτι του, απ’ το ζωικό και φυτικό βασίλειο ως τον έναστρο ουρανό. Κι ανάμεσα στη βουβή, μυστηριακή φύση και στην παλλόμενη ψυχή του μοναχικού, γεμάτου νεύρο παιδικού του κορμιού, υπήρχε όλη η ένταση, η ανησυχία, η περιέργεια και η λαχτάρα για γνώση στον κόσμο του, μήτε ιστορία μήτε βιβλία μήτε αλφάβητο, και μολονότι καθετί που βρισκόταν παραπάνω από τρεις τέσσερις ώρες μακριά από το χωριό του ήταν ολότελα άγνωστο και απλησίαστο, ζούσε εντούτοις στο χωριό του μια ζωή γεμάτη, μέσα στα πράγματα που ήταν δικά του.’’
Απόσπασμα από τον «Βροχοποιό» του Έρμαν Έσσε