Αγαπάς την τέχνη, θαυμάζεις τους καλλιτέχνες και μαγευεύσαι από τα δημιουργήματά τους, αλλά αισθάνεσαι ότι δεν μπορείς να την καταλάβεις εντελώς; Ο Κώστας Καρυωτάκης πριν, σχεδόν, έναν αιώνα έδωσε τις απαντήσεις του γι’ αυτήν…
“Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες
κιθάρες. Ο άνεμος, όταν περνάει,
στίχους, ήχους παράφωνους ξυπνάει
στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.
Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Υψώνονται σα δάχτυλα στα χάη,
στην κορυφή τους τ’ άπειρο αντηχάει,
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.
Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις,
χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε.
Στα νεύρα μας μπερδεύεται όλη η φύσις.
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.”
Οι στίχοι αυτοί, που έχουν σφραγιστεί από την χαρακτηριστική ποιητική φυσιογνωμία του Κώστα Καρυωτάκη, είναι ανοιχτοί σε ένα πλήθος συμβολισμών και προσεγγίσεων βάσει του εκάστοτε μελετητή.
Επιθυμώντας να μιλήσω για την αποστολή του καλλιτέχνη και -εν γένει- της καλλιτεχνικής δημιουργίας, θα χρησιμοποιήσω το ποίημα αυτό ως όχημα για την μετάβαση μου στον κόσμο αυτό, εκμαιεύοντας τα κλειδιά ερμηνείας του.
- Ποιος μπορεί να λέγεται καλλιτέχνης;
Κάθε άνθρωπος εν δυνάμει. Κάθε άνθρωπος που έχει ευαίσθητες «αντένες» προς τα ερεθίσματα που λαμβάνει από τα «χάη». Οι καλλιτεχνικές κεραίες του, δηλαδή, είναι σε μια διαρκή εγρήγορση απέναντι στο χάος της πραγματικότητας.
- Αρκεί, όμως, μόνον η αισθητηριακή αντίληψη των πραγμάτων; Η ικανότητα της λήψης των σημαντικών μηνυμάτων από τον κόσμο;
Η ουσία της καλλιτεχνικής πράξης είναι η τιθάσευση όλων αυτών των ασύνδετων εντυπώσεων, που ενυπάρχουν στον περιβάλλοντα χώρο, σε μια οργανική ενότητα. Οι «διάχυτες αισθήσεις» να ελεγχθούν, να συγκεντρωθούν και να συναποτελέσουν ένα ενιαίο και συμπαγές σύνολο.
Με άλλα λόγια, έργο του καλλιτέχνη είναι από το χάος ιδεών του μυαλού του να οδηγηθεί στο δημιούργημα του. Το εγχείρημα αυτό δεν είναι διόλου εύκολο, μιας και απαιτεί την σύλληψη της πραγματικότητας στο κρεσέντο της, στην κορυφαία απόληξη της.
Κάθε φορά είναι για εκείνον πρώτη φορά. Κάθε φορά και μια νέα απόπειρα, ένας πειραματισμός, χωρίς βέβαιη κατάληξη. Πάντοτε ελλοχεύει ο απρόβλεπτος παράγοντας. Ο «άνεμος», η έμπνευση…
- Τι είναι η έμπνευση;
Δύσκολο να οριστεί, μιας και όπως την χαρακτηρίζει και ο ποιητής, είναι σαν άνεμος. Κάτι επομένως άυλο, αέρινο, όχι απτό και χειροπιαστό. Κάτι που «περνάει», έρχεται και φεύγει, άγνωστο το «πότε» και το «πως». Κάνει φανερή την ύπαρξη της μόνο ως μία ανεξήγητη παρόρμηση, μια αδιευκρίνιστη δύναμη εκ των έσω, η οποία γεννά στον δημιουργό την ανάγκη έκφρασης του ψυχισμού του.
Ποτέ δεν γνωρίζει ακριβώς τι θέλει να εκφράσει μέσω της τέχνης του, μέχρι να το αποτυπώσει ολοκληρωτικά. Αυτό που γνωρίζει ακριβώς είναι το έντονο αίσθημα που τον ωθεί και τον παρακινεί προς αυτήν την κατεύθυνση.
- Το έργο τέχνης ανήκει στον καλλιτέχνη;
Ανήκει και δεν ανήκει σε αυτόν. Φέρει την υπογραφή του δημιουργού του, όμως αυτονομείται πλήρως από αυτόν. Καθίσταται εντελώς ανεξάρτητο και εκτείνεται προς όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου. Έτσι, αποκτά εξωκαλλιτεχνικές διαστάσεις, με την έννοια ότι ο καθένας είναι σε θέση να το φιλτράρει με βάση την υποκειμενικότητα του, να το ερμηνεύσει με τις προσωπικές του προσλαμβάνουσες.
- Υστεροφημία καλλιτέχνη
Αυτή την καθορίζει τελικά ο χρόνος. Η διαχρονικότητα ή όχι του έργου του κάθε δημιουργού είναι που το κρατά αθάνατο και αλώβητο στο πέρας των εποχών και συμβάλλει στην υστεροφημία του καλλιτέχνη.
- Και ο Καρυωτάκης;
Η σπουδαία μορφή του Κώστα Καρυωτάκη, ως ποιητή και ως ανθρώπου, τον έχει κάνει να συμπεριλαμβάνεται στη χωρία των σημαντικών προσωπικοτήτων της γενιάς του αλλά και των μετέπειτα γενεών. Δημιούργησε ένα ολόκληρο κλίμα μιμητών και επηρέασε όσο ελάχιστοι την φυσιογνωμία της μοντέρνας ποίησης.
Ο ορισμός της καλλιτεχνικής δημιουργίας φαίνεται να οδηγείται σε αδιέξοδο στο ποίημα αυτό του Καρυωτάκη, καθώς κάνει λόγο για την αποτυχία της καλλιτεχνικής πράξης λόγω αδυναμίας των ποιητών. Η «ποίησις» μετατρέπεται σε κάτι που οι καλλιτέχνες φθονούν γιατί δεν μπορούν να το κατακτήσουν.
Η απαισιοδοξία, με την οποία εμφορούνταν όχι μόνο το ποίημα αυτό αλλά και το σύνολο της ποίησης του, αποτελούσε χαρακτηριστικό στοιχείο της γενιάς αυτής. Οι ποιητές νιώθουν «ξεχαρβαλωμένοι», οι στίχοι τους ηχούν «παράφωνοι», η ποιητική διαδικασία ατελέσφορη.
Με πόση μαεστρία είχε εξυφάνει ο Καρυωτάκης τις αράδες αυτές. Δεν θα μπορούσε να είχε εφεύρει ποιητικότερο τρόπο για να εκφράσει την αντιποιητική του διάθεση!
Κάτι τέτοιο ίσως τελικά να είναι και το πραγματικό έργο του καλλιτέχνη…