ASTHENIA
παρουσίαση 3ου τεύχους

Τρίτη 26 Απριλίου 2016
Ρομάντσο – Αναξαγόρα 3-5
Ώρα προσέλευσης: 19.30
Είσοδος ελεύθερη

‘One is not born, but rather becomes, a woman

                                                        Simon de Beauvoir

Το τρίτο τεύχος του fanzine ASTHENIA θα παρουσιαστεί την Τρίτη 26 Απριλίου στο Ρομάντσο. Αυτή τη φορά οι σελίδες του είναι εμπνευσμένες από την έννοια της γυναίκας.

SIMON DE BEAUVOIR: Ένα αφιέρωμα στη μητέρα του φεμινισμού!

γυναίκα η [jinéka]: 1α. άνθρωπος, θηλυκού γένους, σωματικά ώριμος: Μαζεύτηκαν άντρες, γυναίκες και παιδιά. Χωριστά οι άντρες, χωριστά οι γυναίκες. Tον έβλεπαν συχνά να συνοδεύει μια νεαρή ~. Bρήκε τη ~ της ζωής του, τη σύντροφο. H ψυχολογία / η φυσιολογία της γυναίκας. Όμορφη / ελκυστική / κομψή ~. H χειραφέτηση / η απελευθέρωση της γυναίκας. Aπελευθερωμένη ~. Εύκολη / ελαφριά ~, που ενδίδει στο ερωτικό κάλεσμα των αντρών. (έκφρ.) κοινή ~ / ~ του δρόμου, πόρνη, ελευθέρων ηθών. || Έγινες ~ πια! / ολόκληρη / σωστή ~, για κορίτσι που μεγάλωσε, που βρίσκεται στο στάδιο μετά την εφηβεία. β. η σύζυγος: Ήρθε με τη ~ του και τα παιδιά του. Ποια πήρε ~ του;, ποια παντρεύτηκε; Είναι αδελφή της γυναίκας του. || Έγινε ~, δεν είναι πια παρθένα. 2. σε πιο επίσημο ύφος συνοδεύει το αντίστοιχο αντρικό επαγγελματικό, για δήλωση της επαγγελματικής ιδιότητας στην περίπτωση που δεν υπάρχει θηλυκό: H πρώτη ~ αστροναύτης. Σήμερα υπάρχουν τρεις γυναίκες πρωθυπουργοί. 3. γυναίκα που βοηθάει στις δουλειές του σπιτιού ή που κρατάει τα παιδιά

woman ˈwʊmən/

noun: woman plural noun: women

an adult human female.

“a jury of seven women and five men”

synonyms: lady, girl, member of the fair/gentle sex, female; More

a female person associated with a particular place, activity, or occupation.

“one of his sophisticated London women”

  • a peremptory form of address to a woman.

“don’t be daft, woman!”

  • a female worker or employee.
  • a female who is paid to clean someone’s house and carry out other domestic duties.

“a daily woman”

synonyms: cleaning woman, cleaner, domestic help, domestic, maid; More

  • a man’s wife, girlfriend, or lover.

“he wondered whether Billy had his woman with him”

synonyms: girlfriend, girl, sweetheart, partner, significant other, inamorata, fiancée

Συμμετέχοντες καλλιτέχνες: Μαργαρίτα Μυρογιάννη, Αντωνάκης, Hope, Ηλίας Κόεν, Αμαλία Βεκρή, Φίλιππος Παπαδόπουλος, Χαρά Πιπερίδου, Μπαχλιτζανάκου, Nar, Δάφνη Στεργίδη, Αριστομένης Θεοδωρόπουλος, D’ Arcy Foxx, Tzef Montana, Rowan Wood, Ειρήνη Καραγιαννοπούλου, Μαρία Ευσταθίου, Σοφία Τουμπουρα

Επιμέλεια: Αμαλία Βεκρή

ASTHENIA

ASTHENIA

Το fanzine ASTHENIA είναι μια έντυπη έκδοση σε συνδυασμό με μια εικαστική έκθεση. Οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες παρουσιάζουν τις δουλειές που υπάρχουν στο τεύχος, το οποίο κάθε φορά αντλεί έμπνευση από μια διαφορετική έννοια. Η έκδοση αυτή κυκλοφορεί περίπου κάθε τρεις μήνες.

Σχόλια