«Ἓν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα»

Ο Σωκράτης γεννήθηκε στην Αθήνα περίπου το 470 π.Χ., μετά τα νέα σχέδια του Περικλή κι ύστερα από τη διάλυση της συμμαχίας Αθηνών-Σπάρτης. Ο ιστορικός Πορφύριος αναφέρει πως ο Σωκράτης ήταν απαίδευτος και δεν ήξερε καλά-καλά γράμματα και πως όταν καμιά φορά διάβαζε κάτι, συλλάβιζε σαν μικρό παιδί. Τον ώθησε στη φιλοσοφία όταν ήταν 17 χρονών ο φιλόσοφος Αρχέλαχος, μαθητής του Αναξαγόρα. Ο πατέρας του, ο λιθουργός Σωφρονίσκος, πίστευε πως ο γιος του θα ακολουθούσε το επάγγελμα του γλύπτη, αλλά ο Σωκράτης ακολούθησε τελικά το επάγγελμα της μητέρας του, της μαίας ή μαμής. Δεν ξεγεννούσε όμως γυναίκες, για να φέρει στον κόσμο τα παιδιά τους, αλλά ιδέες. Ιδέες βγαλμένες με μαεστρία από τον ψυχισμό των συνομιλητών του. Είναι η λεγόμενη Σωκρατική (μαιευτική μέθοδος).

Ο Σωκράτης δεν ήταν προικισμένος με εξωτερική ομορφιά, όλοι όμως στέκονταν μαγεμένοι, μπροστά του όταν μιλούσε. Οι κουβέντες του έβγαιναν ολόκληρες γεμάτες αλήθεια, καθώς μόνο η αλήθεια έχει δύναμη αξιοπρέπεια και αγάπη. Με την μέθοδο της Διαλεκτικής οδηγούνταν κι αυτός κι ο συνομιλητής του στην ανακάλυψη νέων συμπερασμάτων και νέων προσεγγίσεων της αλήθειας.  Του χρωστάμε το «Ευ ζην» και το «Ευ ποιείν».

Μια μέρα, η γυναίκα του, η Ξανθίππη, παρουσιάστηκε μπροστά σ’ αυτόν και τους μαθητές του στριγγλίζοντας. Ενώ όλοι την κοιτούσαν αμήχανοι, ο Σωκράτης κατάλαβε, έβγαλε το χιτώνα του και της τον έδωσε. «Θέλει να επιδείξει το χιτώνα της στη γιορτή» είπε και συνέχισε το διάλογο που διακόπηκε απότομα. Το σώμα του το σκέπαζε πάντα ένας παλιός μανδύας και χαρακτηριστική ήταν η φορά που προς τιμήν του Αγάθωνα φόρεσε καθαρό και όμορφο χιτώνα. Ήταν σημαντικό γεγονός για τον Αγάθωνα η επιβράβευση του πρώτου του θεατρικού έργου και ο Σωκράτης χαρακτηριστικά είπε «Σήμερα πηγαίνω όμορφος σε όμορφο».

Συζητούσε με άνεση το οποιοδήποτε θέμα κι έβγαζε τα συμπεράσματά του. Κι όλες οι συζητήσεις γίνονταν ή στην αγορά ή στα Συμπόσια ή στους περιπάτους προς τον Ιλισσό, συνοδευόμενος πάντα από τους μαθητές του. Το μόνο που τον ενδιέφερε, και που πρέπει κάθε άνθρωπο να ενδιαφέρει, είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. «Η αξιοπρέπεια είναι ευγένεια» έλεγε, καθώς και ότι «Οι πλούσιοι έχουν κόλακες και οι φτωχοί φίλους».

Σε ηλικία 20 ετών πήρε μέρος στην μάχη της Ποτίδαιας και αργότερα στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Κατατάχτηκε στους «ψιλούς», δηλαδή πολέμησε σαν απλός στρατιώτης, χωρίς περικεφαλαία, κνημίδες και θώρακα, χωρίς κοντάρι και σπαθί. Θεωρούσε πως είναι καθήκον του καθενός να πολεμά για την Πατρίδα. «Και από τον πατέρα και από τη μητέρα και από όλους τους προγόνους, τιμιότερο και σεμνότερο και αγιότερο αγαθό είναι η πατρίδα, που τοποθετείται στην ανώτερη βαθμίδα από όλα τα άλλα και από θεούς και από τους μυαλωμένους ανθρώπους». Ποτέ δεν πήρε αξιώματα. Μόνο μια φορά, το 406 π.Χ. τον ψήφισαν επιστάτη της Εκκλησίας του Δήμου.

Σωκράτης

Τα εξής εμήνυσε και ενόρκως τα κατέθεσε ο Μέλητος, ο γιος του Μελήτου. Πιτθεύς τον δήμον, κατά του Σωκράτους , του γιου του Σωφρονίσκου, από τον δήμο της Αλωπεκής:

Ο Σωκράτης είναι ένοχος των εξής αδικημάτων: δεν πιστεύει στους θεούς, τους οποίους πιστεύει η πόλη. Εισάγει νέες θεότητες και διαφθείρει με τη διδασκαλία του τους νέους.

Η ποινή του είναι θάνατος.”

Εκτός του ποιητή Μελήτου, και ο γνωστός πολιτικός και βυρσοδέψης Άνυτος, καθώς και ο ρήτορας Λύκων, επιβεβαίωσαν τη μήνυση.

Ο Σωκράτης κατέκρινε την εκλογή των περισσότερων αρχόντων της πόλης. Ήθελε η διοίκηση της πολιτείας, να αποτελείται από πολίτες, που ξεχωρίζουν σε σωφροσύνη και σε ήθος. Πραγματευόταν μόνο ηθικά ζητήματα, που ήταν σχετικά με την ατομική και πολιτική ηθική. Ως ένα μέρος δε και γνωσιολογικά, όχι όμως με τη φύση. Γι’ αυτόν έχει μεγάλη σημασία το «Γνώθι σαυτόν»(το σοφότατο αρχαίο ρητό που ήταν γραμμένο στους Δελφούς). Πίστευε πως η γνώση έχει σαν επακόλουθο την αρετή του ίδιου του ατόμου που την έχει. Ο ίδιος έλεγε: «Ουδείς εκών κακός» δηλαδή «Κανείς δεν είναι κακός από πρόθεση ή από θέληση», από αμάθεια κάποιος πρέπει να θεωρείται κακός θα μπορούσαμε να προσθέσουμε.

Η δίκη του φιλοσόφου έγινε το μήνα Θαργηλίωνα(16 Μαΐου-15 Ιουνίου π.Χ.). Οι ορκωτοί δικαστές του δικαστηρίου Ηλιαίας τον βρίσκουν ένοχο, και αυτός παραμένει φυλακισμένος μετά την καταδίκη του, μέχρι να γυρίσει το ιερό πλοίο από τη Δήλο, όπου γίνονταν τα Δήλια, προς τιμήν της θεάς Άρτεμις και του θεού Απόλλωνα. Ο νόμος απαγόρευε την εκτέλεση θανατικής ποινή στην Αθήνα κατά τη διάρκεια «της εις Δήλον θεωρίας».

Τις τελευταίες ώρες της ζωής του, τις στεφανώνει το φωτοστέφανο της Σωκρατικής αρετής. Αρκετοί φίλοι και μαθητές του προσπαθούν να τον πείσουν να δραπετεύσει και από το κελί και από την Αθήνα. Αυτός παραμένει αμετανόητος. Πως είναι δυνατόν αυτός που ο ίδιος δίδασκε το ορθό και το δίκαιο να πράξει παρανομία; Κατηγορήθηκε για ασέβεια ενώ ήταν ο πιο ευσεβής άνθρωπος! «Η ψυχή του ανθρώπου πάνω και πέρα από κάθε τι άλλο, μετέχει στο Θείο». Ο Σωκράτης ως νομοταγής πολίτης και αληθινός φιλόσοφος, περίμενε το θάνατο καρτερικά και γαλήνια, και τελικά ήπιε το κώνειο, όπως πρόσταζε ο νόμος. Παρ’ όλο το τραγικό τέλος, ο λόγος του μεγάλου φιλοσόφου κάρπισε και βλάστησε στο μυαλό και στην ψυχή πολλών μέχρι και σήμερα.

Σχόλια