Μια μέρα στη ζωή της κ.Τέλειας: Πόσο δεδομένη θεωρούμε τη γυναικεία πολυπραγμοσύνη;
Αγαπητέ αναγνώστη,
Αν επέλεξες να ανοίξεις αυτό το άρθρο για την γυναικεία πολυπραγμοσύνη, τότε ίσως αυτό αρχικώς να προμηνύει δύο πράγματα. Θαρρώ αναζητάς ταύτιση και δικαίωση με το παρόν κείμενο, προϊδεασμένος από τον τίτλο του, ή αντιθέτως αποζητάς με μανία να παρατεθούν παρακάτω σεξιστικά στερεότυπα από μια αρθρογράφο μάλιστα του ασθενούς φίλου. Χαίρομαι έως ένα βαθμό μεν, τα φαινόμενα όμως απατούν…
Η Τέλεια φροντίζει να βάλει το ξυπνητήρι της ακριβώς στις 07.00 για αύριο, έχοντας κάνει ένα πολύ οργανωμένο μίνι πρόγραμμα για το μισάωρο 07.00-7.30. Θα σηκωθεί γρήγορα και μέσα σε αυτό το μισάωρο θα κάνει όλα όσα έχει προγραμματίσει.
Γιατί η Τέλεια είναι ένα ρομπότ και, ας μην ξεχνάμε, τα ρομπότ τα κάνουν όλα ακριβώς στον χρόνο τους. Θα ντυθεί, θα βαφτεί, θα φτιάξει και καφέ, θα ξυπνήσει και τον Λάκη, θα ταΐσει και την Καρλόττα.
Λάθος, μάλλον η Τέλεια δεν είναι και τόσο καλό ρομπότ τελικά, γιατί καταλήγει πάντα να μην προλαβαίνει, παρά το γεγονός ότι αυτό είναι η καθημερινότητα της. Ευτυχώς στο δρόμο της για τη δουλειά συναντά πολλά φανάρια, τα οποία- ουπς, κατά τύχη- είναι κόκκινα.
Ωχ, συναντά και κίνηση… εε και να μην σταματήσει και σε καμιά διάβαση να περάσουν οι πεζοί; «Οι πεζοί έχουν πάντα προτεραιότητα!» Και χάριν αυτών των «αναποδιών» στο δρόμο προλαβαίνει να βάψει το ένα μάτι στο ένα φανάρι, το άλλο μάτι στη διάβαση, τα νύχια της στην κίνηση. Γυναικεία περιποίηση σου λέει μετά.
Γιατί τα ρομπότ οφείλουν να είναι τέλεια, χωρίς κανένα ελάττωμα, ειδάλλως επιστρέφουν στον κατασκευαστή τους, και η Τέλεια δεν θέλει να είναι ελαττωματικό ρομπότ.
Φροντίζει πάντα να είναι καλοντυμένη, βαμμένη, όμορφη και περιποιημένη, και πάνω από όλα χαμογελαστή, γιατί κανείς, και ποτέ, δεν ήθελε ένα γκρινιάρικο ρομπότ.
Η ώρα είναι ήδη 18.00, και η μέρα στην δουλειά δεν ήταν και από τις καλύτερες. Μα τώρα η Τέλεια πατώντας delete το σβήνει από τη μνήμη της αυτό, φορά το χαμόγελο της και τρέχει σπίτι. Ή μάλλον όχι δεν τρέχει, γιατί θυμάται πως πρέπει να πάει σουπερμάρκετ πρώτα, ή μάλλον δεν το θυμάται, ο Λάκης της το θυμίζει μπαίνοντας σε ένα σπίτι άδειο και βομβαρδισμένο.
Και τα καλά ρομπότ, κάνουν επανεκκίνηση πανεύκολα και γρήγορα, έτσι ακριβώς όπως έκανε και εκείνη αναστροφή στο δρόμο για το σουπερμάρκετ. Επαγγελματικά και οικογενειακά τηλέφωνα χτυπούν μανιωδώς, ενώ εκείνη κοιτά επιπόλαια τα ράφια.
Θα τα σηκώσει, γιατί θυμάται «μην αφήνεις τίποτα για μετά, αν μπορείς να το κάνεις τώρα». «Εε, μπορεί σίγουρα να το κάνει τώρα;!» θα σκεφτεί η περαστική γιαγιά δίπλα της στο σουπερμάρκετ.
Η ώρα 19.30 και μπήκε σπίτι, ο Λάκης γκρινιάζει. Κι εκείνη πλέον γκρινιάζει. Η Καρλόττα πεινάει. Ανοίγει τον φούρνο και όση ώρα το φαγητό ψήνεται, εκείνη θα συγυρίσει λίγο το βομβαρδισμένο σπίτι, το δε φαγητό θα το σώσει ακριβώς λίγο πριν καεί, κρατώντας στο ένα χέρι τη σφουγγαρίστρα της και στο άλλο το πυρίμαχο γάντι της.
Η ώρα 21.00, θα πάει για γυμναστική. Γιατί, τα καλά ρομπότ είναι όμορφα και υγιή ρομπότ. Τα νύχια χάλασαν, θα τα φτιάξει γυρνώντας σε κανένα φανάρι. Το νερό ζεστάθηκε, ώρα να μπει για μπάνιο. Τα πυκνά μαλλιά της μπλέχτηκαν, θα τους επιτεθεί με τη βούρτσα.
Η ώρα 22.30 και ο Λάκης την περιμένει… Η ώρα 00.00 η τηλεόραση παίζει χαμηλά ακόμα. Η ώρα 07.00,το ξυπνητήρι πάλι χτυπά…