Ο διανοητής και συγγραφέας Χάιντεγκερ

Από μικρός θυμάμαι, κάθε φορά που με ρωτούσαν, τι ήθελα να γίνω όταν μεγαλώσω, απαντούσα με ένα μεγαλοπρεπέστατο και απαρέγκλιτο απ’ την εν γένει προσωπικότητα μου, ‘’δεν ξέρω’’. Η έλλειψη ενός προσήκοντος ενδιαφέροντος, στην ανεύρεση ενός στόχου, μιας κατευθυντήριας  γραμμής , που θα φώτιζε τον δρόμο του επαγγελματικού μου προσανατολισμού, έκανε την μητέρα μου να πιστεύει πως θα καθίστατο τροχοπέδη για την μετέπειτα εξέλιξή μου.

Με τα χρόνια κατάλαβα πως το μόνο πράγμα που είμαι ικανός και θέλω να κάνω στην ζωή μου, είναι να συλλέγω στιγμές, να είμαι συλλέκτης στιγμών που λέει και ο Χαραλαμπίδης στα φτηνά τσιγάρα. Μία απ’ αυτές, μου ‘ρθε στο μυαλό διαβάζοντας ‘’τα παπούτσια του Van Gogh’’ των Χάιντεγκερ και Ντεριντά.

Πριν από κάμποσο καιρό, βρέθηκα στη Grenoble της Γαλλίας. Εμιγκρές του συστήματος και της άχρωμης καθημερινότητας, αναζητητής μιας αλτουσεριανής προσέγγισης της ζωής,  εγκαταστάθηκα σε μια μικρή φοιτητούπολη όπου ‘’ το μέλλον διαρκεί πολύ’’ (Αλτουσέρ). Θα αναρωτηθεί κανείς τι έκανα εκεί ή ίσως να πιστεύει πως προσπαθώ να καταστήσω την λογική του έμπεδο της συγγραφικής μου δεινότητας. Και όμως τίποτα από τα δύο δεν μπορεί να απαντηθεί καλύτερα, από ένα απλό, εκ νέου στην ζωή μου, ”δεν ξέρω”.

Καθισμένος για ώρα σε μια από τις πολλές, αναγεννησιακού  τύπου , πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες, έβριζα, βράζοντας απ’  τα νεύρα μου και το σημαντικότερο όλων, ΠΕΙΝΟΥΣΑ!. Μεμφόμουν τους πάντες και τα πάντα ενώ παράλληλα το μάταιο ετούτου εδώ του κόσμου με προβλημάτιζε… γιατί ζώ, γιατί υπάρχω, γιατί τραγουδά η Στικούδη και άλλα τέτοια. Και όλα αυτά γιατί αγαπητέ μου αναγνώστη; Γιατί μελετούσα  αυτόν που λατρεύω να μισώ και μισώ να λατρεύω.

Τον έναν και μοναδικό Χάιντεγκερ. Τον φιλόσοφο του: «το να προσπαθείς να είσαι κατανοητός είναι αυτοκτονία για την φιλοσοφία». Νομίζω ότι αυτή του η ρήση, μπορεί να παρθεί ως απόδειξη του ”δράματος” που βίωνα. Την στιγμή που η προσωπική μου ‘’τραγωδία’’ βρισκόταν εν πλήρη εξελίξει, παρατηρώ δυο καστόρινα μποτάκια στα ‘’πόδια’’ του τραπεζιού μου.

Σηκώνοντας αργά το βλέμμα μου, καρφώνομαι στο  χέρι της, το οποίο κρατούσε το ‘’Αρχιτεκτονική Θεωρία’’ του Le Corbusier  και μια αίσθηση δυσανεξίας με κατακλύζει ολόκληρο. Προτού δω το πρόσωπο, έχω σχηματίσει την εικόνα στο μυαλό μου… swag τύπισσα της αρχιτεκτονικής, με  πουκαμισάκι κουμπωμένο μέχρι το λαιμό λες και είναι στο κατηχητικό, τζιν δεμένο, με τη ζώνη ως το στήθος  κορδέλα τύπου 50s στα μαλλιά και ύφος μπλαζέ. Κλασικός  τύπος γυναίκας που θα σου υπενθυμίσει το χώρο που βρίσκεσαι, ζητώντας σου έτσι να κάνεις ησυχία και γελώντας σαρδόνια θα αποχωρήσει.

Με αυτήν λοιπόν την πεποίθηση σήκωσα το βλέμμα μου, έτοιμος για μεγάλη επίθεση. Ξαφνικά όμως αντικρύζοντάς  την, ακούω τον Ακάθιστο  Ύμνο και το She του Costelo , να ηχούν μέσα στα αυτιά μου. Ναι φίλε αναγνώστη έπαθα ότι παθαίνει κάθε άνδρας που θα γούσταρε να παίζει στο ρόλο του Hugh Grant, στο ‘’ Μια Βραδιά στο Νότινγκ Χιλ’’. Νομίζω πως ακόμα και ο Ντοστογιέφσκι στις ‘’ Λευκές  νύχτες’’ πιο ψύχραιμα είχε πάρει την πρώτη του συνάντηση με την  Νάστιενκα.

Το μέγεθος της πασίδηλης αποχαύνωσης μου, έγινε φανερό όταν με σκούντηξε , και με πελιδνό και αμήχανο βλέμμα της αποκρίθηκα ένα γελοιοδέστατο ‘’ Hi’’. ‘’Άσε τα ‘’hi’’ και πες μια καλησπέρα του Θεού, Ελληνίδα είμαι ‘’ μου απαντά. Τόμπολα! Η κοπέλα που καθόταν από πίσω μου τόση ώρα και με άκουγε να εκφράζομαι με  ‘’γαλλικά με πειραϊκή προφορά’’ ήταν Ελληνίδα.  ‘Χάιντεγκερ διαβάζεις’’; ‘’Ναι’’, της απαντώ. “Έλα πάμε κάπου καλύτερα, εδώ δεν είναι και το καταλληλότερο μέρος για χαιντιγκεριανή συζήτηση.” ‘’Να σου πώ την αλήθεια μου, δεν νομίζω ότι θα υπάρξει και ποτέ τέτοιο μέρος, είναι περίπτωση ο τύπος, αλλά πάμε”… Ζορίστηκα πολύ, όπως καταλαβαίνεις φίλε αναγνώστη.(!)

Έχοντας συστηθεί στο δρόμο και μασουλώντας από ένα hot dog με διπλό λουκάνικο και όλα τα παρελκόμενα, ο καθένας, έχουμε βρεθεί σε ένα λοφίσκο με θέα πιάτο όλη την πόλη.  Αν δεν ήμουν τόσο κοιλιόδουλος, θα εκτιμούσα την θέα που είχα και με το παραπάνω αλλά εκείνη την στιγμή για να είμαι ειλικρινής και πιστός στην καταγραφή των γεγονότων, το ‘’ βρώμικο’’ είχε κερδίσει το ενδιαφέρον μου . Παρά την  λαιμαργία που από παιδί με διακατέχει, ανοίγω την συζήτηση για τον Χάιντιτγκερ. Για τον γεννηθέντα στις 26/9/1889 και θανόντα στις 26/5/1976 Χάιντεγκερ . 

Έναν άνθρωπο που αναμφίβολα υπήρξε μία από τις πιο αμφιλεγόμενες και σημαίνουσες προσωπικότητες του αιώνα που μας πέρασε.  ‘’Τον διανοητή και συγγραφέα, Χάιντεγκερ, τον γνώρισα  από το ‘’Η τέχνη και ο χώρος’’ και παρά την πρώτη δυσκολία που αντιμετώπισα, γοητεύτηκα πολύ από το φιλοσοφική του, έμφορτη περίτεχνων στοχασμών, ελεγεία του. Απογοητεύτηκα όμως πολύ όταν έμαθα πως ήταν μέλος του ναζιστικού κόμματος για δώδεκα συναπτά έτη.’’

Αυτή ήταν η θρυαλλίδα της συζήτησης μας, μιας συνδιαλλαγής απόψεων, που αμφίπλευρα θα μας χάριζε  μια μοναδική εμπειρία . « Αναμφίβολα», μου απαντά, « Είναι αξιοπερίεργο, πως η χώρα του Λούθηρου και του  Γκαίτε γέννησε και εξέθρεψε τον ‘’αποτυχημένο ζωγράφο, με το μουστάκι’’, και πως αυτός ο παράνους, κατάφερε να πείσει ακόμα και τον ‘’λιποτάκτη του μοντερνισμού’’ . Ωστόσο όπως έλεγε και ο Νόλτε– ιστορικός- δεν μιλάμε για έναν απλό εθνικοσοσιαλιστή, ο οποίος υποκινούμενος από κάποια αντισημιτική,  αντικομμουνιστική ή σοβινιστική μανία, είδε το επωαστήριο των πιο σκοτεινών ιδεών, το ναζιστικό κόμμα, ως την δική του πολιτική στέγη.Μάλλον αφελώς, πίστεψε στην  μεγαλύτερη υποσχετική φούσκα όλων των εποχών, την επιστροφή του όντος στην αρχέγονη φύση και την επαναφορά της ιερότητας του προσώπου.

Εξαιρώντας όμως αυτό το, άξιο  αναφοράς κατά τα άλλα κομμάτι της βιογραφίας του, μιλάμε για ένα μεγάλο πνεύμα όπου ο δίαυλος επιρροής του υφίσταται ακόμα και σήμερα. Μιλάμε για εκείνον τον φιλόσοφο που συνέδεσε την προσωκρατική ελληνική σκέψη με την φαινομενολογία της σύγχρονης δυτικής σκέψης, διατυπώνοντας μία κριτική. ‘’          Χάιντιτγκερ

Ειρωνικός και επαρμένος όπως πάντα, προσπαθώ να δημιουργήσω ρήγμα στην  ολοκληρωμένη- μπετοναρμενική απάντηση της. « Περισπούδαστη φίλη μου, πολύ ωραία όλα αυτά, απλά μάλλον όχι ασύνειδα, δεν εισάγεις στην συζήτηση μας και την άποψη που είχαν πολλοί για τον Χάιντεγκερ η οποία θα μπορούσε να ειπωθεί περιληπτικά με το φθέγμα του Γκάνταμερ, ο οποίος τον είχε χαρακτηρίσει ως ‘‘τον μεγαλύτερο των φιλοσόφων αλλά τον μικρότερο των ανθρώπων”.

Εν ολίγοις, ακόμα και αν εξαιρέσουμε από την διαλεκτική μας την συμμετοχή του στο ναζιστικό μόρφωμα, πόσο κοινωνικό και ανοιχτό προς την ανθρωπότητα μπορεί να είναι ένα έργο που σκόπιμα γράφεται με δυσνόητο τρόπο; Μήπως τελικά το μόνο που ήθελε ο Χάιντεγκερ  ήταν να κανοναρχεί και να είναι μέλος μιας ολιγόμελης πενυματικής ελίτ’’;

Εμφορούμενος από την πεποίθηση ότι έδωσα τα ρέστα μου, βλέπω με μεγάλη μου απογοήτευση τα ροδαλά μάγουλα της να μειδιούν και τα καστανά  μάτια της να με κοιτάζουν με κρυστάλλινο βλέμμα. « Μάλλον κάποιος είναι αδιάβαστος’’ την ακούω να μου απαντά με πειραχτικό ύφος.  Ο Χάιντεγκερ επεδίωκε ακριβώς το   αντίθετο από αυτά που μόλις ανέφερες.

Το magnus opus του, αναδεικνύει την αντισυμβατική του πορεία, μια πορεία που προσπάθησε μέσα από την φιλοσοφία της γλώσσας και την μεταφυσική μετάβαση , να επεκτείνει τους αριστοτελικούς ορίζοντες και να δώσει μία νέα, εκτός της καθεστηκυίας  φιλοσοφικής γραμμής , αλήθεια στους ανθρώπους , οδηγώντας σε μια βαθύτερη ενδουπαρξιακή  ανησυχία.  Με λίγα λόγια καλέ μου ‘’ captain igloο’’ που μας φλόμωσες με την πίπα σου, ο Χάιντεγκερ  στην προσπάθεια ανάλυσης του ”ενικού Είναι΄΄ εκτός από την καρτεσιανή  μεταφυσική παράδοση της ευρωπαϊκής σκέψης αναιρεί και υπερβαίνει τον γλωσσικό περιορισμό, εισερχόμενος στον κόσμο της ύπαρξης.  Κάτι το οποίο με παραστατικό και γλαφυρό τρόπο, μέσω της εικόνας του δάσους, την οποία χρησιμοποιεί πολύ συχνά στα κείμενα του, καταφέρνει να αναδείξει.

Όπως ακριβώς ο περπατητής μετά από ώρα περιπλάνησης  κάτω από το σκοτάδι που δημιουργούν τα δέντρα ,συναντά το ξέφωτο, έτσι ακριβώς  και ο αναγνώστης του, ανακαλύπτει σταδιακά την πραγματική αλήθεια.»

 (Συνεχίζεται)

Πολιτισμός, Φιλοσοφία

Σχόλια