Οι Clutch είναι μια μπάντα με αστείρευτη ενέργεια και δημιουργικότητα ακόμα και μετά από δύο και πλέον δεκατίες πορείας. Το απέδειξαν με το τελευταίο album τους, Psychic Warfare, θα το αποδείξουν και επί σκηνής την Τετάρτη 24/8 στο Gazi Music Hall.

Για άλλη μια φορά πέρασε η καθιερωμένη (κατά μέσο όρο) διετία και ήρθε η ώρα για τους Marylanders να προσθέσουν άλλον έναν δίσκο στην 25ετή καριέρα τους. Ο 11ος στην σειρά, με το όνομα Psychic Warfare, ήρθε για να κονταροχτυπηθεί με τον εμπορικής επιτυχίας προκάτοχό του Earth Rocker που ο κόσμος τόσο πολύ αγάπησε.

Η αλήθεια είναι ότι μιας και δεν συμμερίζομαι την κοινή γνώμη για το επίπεδo του ως σύνολο (don’t kill me please), δεν είχα υψηλές προσδοκίες από την μπάντα. Μην με παρεξηγείτε, το γεγονός και μόνο ότι συνεχίζει να παράγει ποιοτική μουσική μετά από τόσα χρόνια είναι παραπάνω από αξιέπαινο και δεν τίθεται θέμα πάνω σε αυτό. Είναι η νοσταλγία του Blast Tyrant και Robot Hive/Exodus που έθεσαν τον πήχη ψηλά.

Επί του θέματος όμως.

Ό,τι χαμηλές προσδοκίες είχα για τον συγκεκριμένο δίσκο άρχισαν να καταρρίπτονται σιγά σιγά με το άκουσα του The Affidavit (=ένορκη κατάθεση). Πρόκειται για μία εισαγωγή με ambient ήχους από πιάνο και βαβούρα που υποδεικνύουν ότι βρισκόμαστε σε saloon/bar, ενώ ακούμε τον Neil Fallon να έχει τον ρόλο ανακριτή/ντετέκτιβ και να ζητάει από κάποιον να περιγράψει τα γεγονότα όπως τα θυμάται. Αυτό μόνο ήταν ένα μικρό δείγμα  που με έκανε να συνειδητοποιήσω πως η τετράδα δεν στέρεψε ακόμα από ιδέες και πως ίσως να πρόκειται ακόμα και για ένα concept άλμπουμ.

Σε αυτό το σημείο σκάει το X-Ray Visions, το οποίο θα μπορούσε να πει κανείς βάσει του ύφους του ότι είναι το απομεινάρι του Earth Rocker, αλλά με το στιχουργικό σουρεαλισμό που χαρακτηρίζει τον τραγουδιστή των Clutch που έχει αναλάβει το ρόλο να μας περιγράψει την τρελή του ιστορία. Απλό και εκρηκτικό ως κομμάτι, ότι πρέπει για τις ζωντανές εμφανίσεις τους.

Ακολουθεί το Firebirds που κινείται στα ίδια μήκη κύματος με το X-Ray Visions μουσικά και στιχουργικά, με τον ίδιο πρωταγωνιστή να συναντάει μία ελκυστική γυναίκα που έχει μία λόξα με παλιά αμάξια και ενεργειακά όπλα (;;;). Heavy διάθεση που θυμίζει αρκετά το Crucial Velocity σαν σύνθεση και με ένα ρεφραίν που ίσως ο Neil δεν κουράστηκε πολύ για να το γράψει.

Η πρώτη μεγάλη ευχάριστη έκπληξη έγινε με το Quick Death In Texas. Ένα κομμάτι επηρεασμένο ξεκάθαρα από ZZ Top, όπως και οι ίδιοι παραδέχτηκαν, μιας και γράφτηκε στην αντίστοιχη πολιτεία του Αμερικανικού Νότου. Και είναι ακριβώς αυτό που θα φανταζόταν κανείς: southern-o-groovάτα riffs και κάφρικα φωνητικά που άνετα θα μπορούσαν να κάνουν κάποιον να αναρωτιέται αν ξέχασαν να συμπεριλάβουν το εν λόγω κομμάτι στο The Elephant Riders. Επίσης γίνεται και αναφορά στο Doom Saloon το οποίο είναι και τίτλος τραγουδιού στη συνέχεια του δίσκου (ή ακόμα και το μέρος στο οποίο διαδραματίζεται η σκηνή στο The Affidavit). Ίσως αυτό είναι ακόμα ένα hint ότι όλος ο δίσκος πρόκειται για μία συνεχόμενη αφήγηση.

Clutch-promo-photo-2015 1

Στη συνέχεια μας καλωσορίζει ο Dan Maines με το μπάσο να κυριαρχεί στο Sucker For The Witch.  Δεν ξέρω αν πρόκειται για τη μάγισσα που μας έχει σαγηνεύσει όλους, αλλά όπως δήλωσε ο Neil, έχει μία τάση να συμπεριλαμβάνει μία γυναίκα στη θεματολογία των τραγουδιών και αυτή τη φορά αναρωτήθηκε για αυτή την εμμονή και έτσι έγραψε αυτό το τραγούδι. Τι να πει κανείς. Μακάρι να μπορούσαμε όλοι να μεταφέρουμε τέτοιες σκέψεις σε κάτι δημιουργικό. Όπως και να χει, αποτελεί ένα αρκετά καλό τραγούδι για να κρατήσει το ενδιαφέρον του ακροατή ψηλά κατά τη διάρκεια της ακρόασης του άλμπουμ.

Ακολουθεί το Your Love Is Incarceration, το οποίο θα το χαρακτήριζα ως το πιο αδιάφορο μουσικά κομμάτι του δίσκου. Riffs χωρίς φαντασία, και ένα ρεφραίν που μοιάζει προχειροδουλειά “Segregate me from the local population. Your love is… UH! – incarceration” (really nigguh?).

Ευτυχώς ο επόμενος ΚΟΜΜΑΤΟΣ (τυπικά είναι δύο, αλλά πάνε πακέτο) έρχεται για να επαναφέρει το δίσκο στο σωστό του επίπεδο: Doom Saloon, μια εισαγωγή γεμάτη νταλκά στην κιθάρα που προετοιμάζει το έδαφος για το Our Lady Of Electric Light, την μπαλάντα που ακολουθεί με ένα μελαγχολικό και εμβατηριακό στυλ που θυμίζει αρκετά το Ghost του Blast Tyrant και αποτελεί μία όαση χαμηλών τόνων στα μέσα του δίσκου.

Τα νερά της όασης αυτής έρχεται να αναταράξει το σπιντάτο Noble Savage. Το μικρότερο τραγούδι του δίσκου, έρχεται με ηλεκτρισμένες διαθέσεις με τον Jean Paul Gaster να τα δίνει όλα πίσω από τα τύμπανα ενώ ο Tim Sult σολάρει αλά Angus Young. Το νόημα του τραγουδιού δεν είναι άλλο από το πάθος για την rock μουσική και πως πολύς κόσμος συσχετίζει αδίκως τους μουσικούς με τα ναρκωτικά.

Ακολουθεί το Behold The Colossus, που από την εισαγωγή του καταλαβαίνεις πως πρόκειται για ένα δυναμικό κομμάτι, με μία απειλητική χροιά που υπονοείται ακόμα και από τον τίτλο του, ενώ το περιεχόμενο των στίχων πραγματεύεται διαφόρων ειδών μυθικά πλάσματα και την απόφασή τους να ανακτήσουν τον κόσμο τους από τους ανθρώπους (πιθανότατα αλληγορίες).

Στα ίδια ηχητικά επίπεδα κινείται και το Decapitation Blues το οποίο μόνο για blues κομμάτι δεν πρόκειται. Όπως ο ίδιος ο τραγουδιστής δήλωσε στο αντίστοιχο commentary βιντεάκι, το παρόν τραγούδι λειτουργεί ως υπενθύμιση για τον ίδιο να περιορίζει το headbanging ύστερα από εγχείριση στον αυχένα στην οποία υπεβλήθη λόγω εκτεταμένης άσκησης της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Μουσικά, είναι άλλο ένα δείγμα των flat συνθέσεων που μετά δυσκολίας κρατάει το ενδιαφέρον του ακροατή σε ένα καλό επίπεδο μέχρι το επόμενο κομμάτι.

Τον δίσκο έρχεται να κλείσει το 7λεπτο Son Of Virginia, ένα track σκέτη έκπληξη. Πολλοί κριτικοί ήδη το χαρακτήρισαν ως το νέο Regulator, λόγω της χαρακτηριστικής του εισαγωγικής του μελωδίας, η οποία μένει χαραγμένη στο πίσω μέρος του μυαλού σου. Από το άκουσμα της πρώτης Ρε νότας μέχρι και την σταδιακή κλιμάκωση στο εκρηκτικό ρεφραίν, οι Clutch καταφέρνουν να σε καθηλώσουν με ένα άψογα ισορροπημένο -μεταξύ μελωδίας και sing along στίχων- τραγούδι του οποίου το τέλος του καλείται να σου θυμίσει πως ό,τι άκουσες ήταν μία ένορκη κατάθεση γεγονότων. “Ευχαριστούμε για το χρόνο σας. Να έχετε μία καλή νύχτα.”

Υ.Γ: Τι απέγινε το Sidewinder που ακούγαμε στα live πριν την κυκλοφορία του δίσκου;;;

Too long; Didn’t Read!

Οι Clutch καταφέρνουν να μας αποδείξουν για άλλη μια φορά ότι το σακί με την δημιουργικότητά τους δεν λέει να αδειάσει ακόμα και μετά από 25 χρόνια. Στο Psychic Warfare συναντάμε από straightforward heavy κομμάτια για μπύρες και headbanging που σίγουρα θα απολαύσουμε στα επερχόμενα live τους, μέχρι και μπλουζ-ο-μπαλάντες με τις οποίες θα περάσουμε αμέτρητες νύχτες να μας κάνουν παρέα.

Το ευχάριστο είναι ότι δεν έχουν ξεφύγει τελείως από την signature αμερικανο-σουρεαλιστικο-κάφρικη κουλτούρα που συναντούσαμε στους στίχους των παλιότερων άλμπουμ (Clutch, Pure Rock Fury, Robot Hive/Exodus κλπ), όπως το Earth Rocker του 2013 μας είχε δώσει αυτή την εντύπωση. Ωστόσο, δεν έχει νόημα όμως να ασχολούμαστε με το παρελθόν, ειδικότερα όταν το μέλλον επιφυλάσσει τόσα πολλά για αυτήν την τόσο τεράστια μπάντα.

Σχόλια