“Δεν είμαι εγώ απαισιόδοξος. Είναι ο κόσμος απαίσιος” Ζοζέ Σαραμάγκου
Ο “Κάιν” υπήρξε το τελευταίο βιβλίο του Σαραμάγκου, καθώς ο ίδιος έφυγε από τη ζωή ένα χρόνο περίπου μετά την έκδοσή του. Ο Σαραμάγκου ξαναγράφει ουσιαστικά τη Βίβλο, ασκώντας έντονη κριτική στον παντοδύναμο θεό, του οποίου η ευσπλαχνικότητα που του αποδίδει η θρησκεία, δίνει τη θέση της στη σκληρότητα και την εκδικητικότητα. Ο Κάιν, ένας πρώιμος αντάρτης, σκότωσε τον άδερφό του, Άβελ, επειδή ο δεύτερος περιφρονούσε τον αδερφό του, λόγω των τιμών που ο ίδιος απολάμβανε από τον Κύριο. Ο Σαραμάγκου επιδιώκει να μας δείξει ότι ο Κάιν ήταν μεν το εκτελεστικό όργανο, αλλά η καταδίκη υπαγορεύτηκε από τον ίδιο το Θεό. Ο Θεός επέτρεψε τη δολοφονία του Άβελ από τον αδερφό του. Επειδή, όπως λέει ο συγγραφέας μέσω του Κάιν, “όσο κλέφτης είναι αυτός που μπαίνει στο αμπέλι, άλλο τόσο είναι κι αυτός που φυλάει τσίλιες”.
Ο νομπελίστας συγγραφέας σχολιάζει δηκτικά πως ο θεός δεν μπορεί ποτέ να είναι κακός, αλλιώς δεν θα ήταν θεός. Εξάλλου για τον κακό έχουμε το διάβολο. Δύο οντότητες που δημιούργησε ο άνθρωπος κατ’ εικόνα και ομοίωσή του. Ο θεός και ο διάβολος είναι οι “ετερώνυμοι” (όρος από τον Φ.Πεσσόα) του ανθρώπου.
Ο Κάιν είναι ένα βιβλίο στο οποίο ο Θεός παρουσιάζεται ως η σιωπή του σύμπαντος και ο άνθρωπος ως η κραυγή που δίνει νόημα σ’ αυτήν τη σιωπή. Παρακολουθούμε την πορεία του Κάιν στο χωροχρόνο. Τον βλέπουμε να συναντά τον Αβραάμ με το γιο του τον Ισαάκ, να ταξιδεύει στα σόδομα και τα γόμορρα, να μπαίνει στην κιβωτό του Νώε και να επαναστατεί απέναντι σε ένα θεό-τιμωρό, κάθε φορά που καταστροφές ολόκληρων λαών και δολοφονίες αθώων και τίμιων ανθρώπων δεν αποτράπηκαν από τον παντοδύναμο.
Δηλωμένος άθεος και πεσιμιστής, ο Σαραμάγκου, κατηγόρησε τις θρησκείες ότι παρακινούν συγκρούσεις. Ως μαχόμενος αθεϊστής, είχε δηλώσει ότι “οι θρησκείες, όλες οι θρησκείες, χωρίς εξαίρεση, δεν θα χρησιμεύσουν ποτέ στην προσέγγιση και τη συμφιλίωση των ανθρώπων, ενώ αντίθετα υπήρξαν και θα συνεχίσουν να είναι αιτία ανείπωτων κακουχιών, σφαγών, μιας τερατώδους φυσικής και πνευματικής βίας, που συνιστούν ένα από τα σκοτεινότερα κεφάλαια της ανθρώπινης ιστορίας“ ( La Repubblica, 20/09/2001). Η ύπαρξη της φράσης “Gott mit uns” (= ο θεός είναι μαζί μας) στις ναζιστικές σημαίες, η αιώνια διαμάχη καθολικών και διαμαρτυρόμενων, οι σταυροφορίες, τα βασανιστήρια και το τέλος στην πυρά που έβρισκαν εκείνοι οι οποίοι προέβαλαν απόψεις αντίθετες προς την εκκλησία, οι μουσουλμάνοι φονταμενταλιστές και πολλά άλλα παραδείγματα έκαναν το νομπελίστα συγγραφέα να πιστεύει ότι “αν ήμασταν όλοι άθεοι, θα ζούσαμε σε μια πιο ειρηνική κοινωνία”.
Διαβάζοντας το βιβλίο του Σαραμάγκου, μας δημιουργούνται απορίες και αναπάντητα ερωτήματα. Γιατί ο θεός να δοκιμάζει τους ανθρώπους προκειμένου να βεβαιωθεί για την πίστη τους και την υπακοή τους σε αυτόν; Εξάλλου, αν ο θεός δεν εμπιστεύεται τους ανθρώπους που τον πιστεύουν, τότε γιατί θα πρέπει οι άνθρωποι να εμπιστεύονται τον Κύριο; Για ποιο λόγο, δηλαδή, έβαλε το δέντρο του καλού και του κακού στον κήπο της Εδέμ αν δεν ήθελε να φάνε το μήλο οι πρωτόπλαστοι, και για ποιο λόγο τιμώρησε τη γυναίκα του Λωτ, μεταμορφώνοντάς τη σε στήλη άλατος, όταν εκείνη φεύγοντας από τα σόδομα και τα γόμορρα, παράκουσε την εντολή του Κυρίου και γύρισε να δει τη συνέβη στην πόλη που άφηνε πίσω της; Εξάλλου τόσο φυσικό για τους ανθρώπους δεν είναι να θέλουν να ξέρουν τι συμβαίνει πίσω από την πλάτη τους;
Ο Καρλ Μαρξ έλεγε ότι “η θρησκεία είναι το όπιο των λαών”. Ο Ουμπέρτο Έκο στον πρόλογο του βιβλίου του Σαραμάγκου “Το τετράδιο” αναφέρει ότι “η θρησκεία (στο ερώτημα αν είναι ή υπήρξε το όπιο των λαών) ήταν μάλλον η κοκαΐνη τους”.
Λίγα λόγια για το συγγραφέα:
Γεννήθηκε το 1922 σε ένα χωριό της Πορτογαλίας από ακτήμονες αγρότες. Λόγω οικονομικών προβλημάτων, ο Σαραμάγκου φοίτησε σε τεχνικό σχολείο. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε σε συνεργείο αυτοκινήτων, ενώ αργότερα εργάστηκε ως μεταφραστής και δημοσιογράφος. Το 1969 έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Πορτογαλίας. Με δηλώσεις του, είχε ταχθεί κατά της νατοϊκής επίθεσης στη Σερβία και κατά της ισραηλινής επίθεσης στην Παλαιστίνη και το Λίβανο. Κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1998.
Ο Σαραμάγκου κατακρίθηκε και απορρίφθηκε από την Καθολική Εκκλησία και την τότε συντηρητική κυβέρνηση της Πορτογαλίας, σε βαθμό που να απορριφθεί η υποψηφιότητά του για το Ευρωπαϊκό Βραβείο Λογοτεχνίας. Ήταν η έχθρα του κατά των θρησκειών που έθεσε υπό αμφισβήτηση τις κοινωνικές δομές.
Σε συνέντευξή του, το 1999, στο Βήμα της Κυριακής (στο Θανάση Λάλα) είχε δηλώσει ότι “ένας λόγος για τον οποίο κατέρρευσε αυτό που ονόμασαν σοσιαλισμό ή κομμουνισμό– πέραν του οικονομικού χάους και της καθυστέρησης στον τεχνολογικό τομέα- ήταν το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν είχαν καμία πολιτική συμμετοχή στη ζωή της χώρας τους.” Ο Ζοζέ Σαραμάγκου, ένας ενεργός κομμουνιστής μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής του, δεν δίσταζε να φωνάζει ότι “η Αριστερά δεν έχει την παραμικρή ιδέα σε ποιον κόσμο ζει”.