Όπως έχω ήδη αναφέρει, ο ΑΣΤΟΣ είναι στην οδό Bαλτετσίου, στριμωγμένος ανάμεσα σε γκρίζες πολυκατοικίες και θλιμμένους τοίχους. Ακολουθούμε την πορεία των κάδων και περνάμε τον τοίχο ύψους τριών μέτρων που περιβάλλει τον χώρο, για να μπούμε στην μεγάλη αυλή. Ο χώρος είναι σαν εργοτάξιο. Πλήθος φοιτητών μετακινούνται σαν τα μυρμήγκια στην αυλή, κουβαλώντας ό,τι μπορεί να βάλει ο νους σου προς το εσωτερικό του κτιρίου.

Οι κάδοι συνεχίζουν την πορεία τους προς το βάθος και μετά κάνουν στροφή δεξιά και πηγαίνουν προς το υπόγειο. Στα αριστερά, το πρώην κιόσκι έχει μεταμορφωθεί σε φυλάκιο, τα τζάμια έχουν καλυφθεί με χαρτόνια, σωροί επίπλων είναι στοιβαγμένοι από μπροστά, έξω ένα τραπεζάκι και μία ομάδα φοιτητών είναι σκυμμένοι από πάνω. Πίσω τους, στις σκάλες που οδηγούν στο κυρίως κτήριο κόσμος ανεβοκατεβαίνει τρέχοντας, ενώ στα κάγκελα του πρώτου ορόφου κάποιοι άλλοι κάνουν το τσιγάρο τους κοιτώντας την αυλή κάτω από τα πόδια τους.

Στα αριστρά υψώνεται σιωπηλός ο τεράστιος όγκος μιας πολυκατοικίας, αλλά τα κτίρια είναι χτισμένα άνισα, οπότε ανάμεσα σε αυτήν και στον ΑΣΤΟ υπάρχει ένα σκαμμένο χώρισμα κάπου 3 μέτρα πριν τον πέτρινο τοίχο, που από εκείνη τη μεριά είναι ακόμα πιο ψηλός. Δεξιά μία μικρή ανηφόρα βγάζει στο πάνω μέρος του αστού, αλλά την έχουν μπαζώσει με σκουπίδια και κάδους. Πίσω από τον ΑΣΤΟ είναι ένας παράπλευρος δρόμος που κοιτάζει την σκοτεινή πλάτη του κτιρίου. Το μέρος με λίγα λόγια ήταν τέλειο.

Ακολουθούμε τον Νίκο προς το εσωτερικό. Ο Μιχάλης και ο Μανώλης σκορπίζουν και αρχίζουν να κάνουν pr με τον κόσμο, ένα κοριτσάκι προσεγγίζει τον ψηλό και του φροντίζει το τραύμα στο μέτωπο, μας προσφέρουν φαγητό, μαγειρεμένο φαγητό, όχι κρουασάν champion και μαλακίες, στο κέντρο της αυλής έχουν φέρει μπαλαντέζες και έχουν στήσει μικρούς ηλεκτρικούς φούρνους, καζάνια που βράζουν σκορπίζουν το άρωμά τους σε όλη την αυλή και καπνός ανεβαίνει προς τον ουρανό. Στο κέντρο κάποιος έχει στήσει ένα τεράστιο χαρτόνι και έχει γράψει με μαύρα μεγάλα γράμματα:

ΑΝΑΤΟΛΗ: 6:52 ΔΥΣΗ: 19:59

Το κτήριο του ΑΣΤΟΥ είναι μόνο το μισό από τη συνολική του έκταση, το υπόλοιπο είναι η αυλή του. Το κτήριο καθαυτό είναι χτισμένο λίγο πιο ψηλά από το έδαφος, χωρίς όμως να έχει ισόγειο. Μία σκάλα οδηγεί σε ένα ιδιαίτερα ευρύχωρο υπόγειο, με πολλούς χωρισμένος χώρους, ενώ μία άλλη οδηγεί στο πάνω μέρος, όπου εκεί υπάρχει στα αριστερά μία τεράστια αίθουσα χορού που επικοινωνεί με μία εξίσου μεγάλη αίθουσα γεμάτη παλιά έπιπλα, ενώ στα δεξιά υπάρχει ένας στενός διάδρομος που βγάζει σε δύο μικρότερες, αλλά εξίσου άνετες αίθουσες, όπου παλιά τις είχαμε χρησιμοποιήσει για προβολή ταινιών, παρουσιάσεις για τον Μπουκόφσκυ με ένα παλιό μπουκάλι κρασί στο χέρι και βραδιές tango. Μπροστά από όλα αυτά και στο πίσω μέρος της αυλής είναι ένα μικρό χτίσμα, σαν αποθηκούλα, που παλιά χρησίμευε ακριβώς σαν αυτό. Εκεί είμαστε τώρα όλοι, σχεδόν ογδόντα άτομα, κάτω από τον ουρανό που όλο και σκοτεινιάζει και ακούμε τον Νίκο. Έχει ανάψει ξανά το τσιγάρο του και στέκεται μπροστά από ένα στρογγυλό ξύλινο τραπεζάκι σηκώνοντας τα χέρια ψηλά για να σταματήσουν και οι τελευταίοι ψίθυροι.

“Λοιπόν, να πούμε λίγο ξανά μερικά πράγματα γιατί σήμερα μας ήρθε πολύς κόσμος”.
Δεν ακούγεται τίποτε άλλο εκτός από τη βραχνιασμένη φωνή του. Κάθομαι σταυροπόδι στην πέτρα, δίπλα από τους άλλους που τον ακούνε εξίσου προσεχτικά.
“Μην ρωτήσετε γιατί συμβαίνει όλο αυτό. Δεν ξέρουμε. Δεν ξέρουμε πως ξεκίνησε, δεν ξέρουμε από που ξεκίνησε, και γαμώτο, δεν έχει νόημα να το ψάξουμε. Το θέμα είναι να οργανωθούμε.”

Μία αναταραχή διατρέχει τα παιδιά και ακούγονται μερικά μουρμουρητά, που όμως παύουν κατευθείαν όταν ο Νίκος παίρνει ξανά τον λόγο ή για την ακρίβεια δεν πήρε τον λόγο, απλά σήκωσε το χέρι και όλοι σταμάτησαν. Με το τσιγάρο ακόμα να καπνίζει μαγκωμένο ανάμεσα σε δείκτη και μέσο, δείχνει προς τα υπόγεια πίσω από το πλήθος.
“Προμήθειες και υλικά”
Το χέρι στρίβει αριστερά και τώρα η κάφτρα δείχνει το κτήριο.
“Πτέρυγα περίθαλψης, κρεβάτια, ράντσα”
Μία τελευταία γύρα και το τσιγάρο δείχνει την αποθήκη πίσω του.
“Αρχηγείο”

Μούγκα έχει πέσει στο χώρο. Ο Νίκος μοιάζει να μην έχει κάτι άλλο να προσθέσει, χάνεται πίσω από μία παρέα και κάθεται δίπλα στην πόρτα του αρχηγείου.
Αυτό ήταν κάτι που στην αρχή μας έκανε εντύπωση, αλλά μάθαμε πολύ γρήγορα. Ιεραρχία υπήρχε και ήταν ξεκάθαρη. Μπορεί να μην ήταν ρητά διατυπωμένη, αλλά όλοι ξέραμε ποιον να ακούσουμε και ποιον όχι, ή τουλάχιστον το μάθαμε ταχύτατα. Σε εκείνο το σκηνικό αποκάλυψης τα ηνία τα πήραν οι πιο ώριμοι. Δηλαδή οι Κύπριοι. Έχοντας κάνει υποχρεωτική θητεία πριν έρθουν εδώ για σπουδές, λέξεις όπως οργάνωση άμυνας, ιεραρχία, σκοπιά, φυλάκειο, ανταρτοπόλεμος, είχαν μία πολύ πιο ξεκάθαρη χροιά στο μυαλό τους από ό,τι στο δικό μας. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν πάνω από 25 χρονών, κάποιος είχε κάνει ασυρματιστής, κάποιος ήταν σε ύλη μηχανοκίνητων, άλλος στον ανεφοδιασμό, ακόμα και αρματιστές συναντήσαμε εκείνη τη μέρα.

Από την πρώτη κιόλας μέρα τα παιδιά αυτά, που είχαν κάνει θητεία στο νησί στα 18 τους είτε θέλανε είτε όχι, σχημάτισαν έναν μικρό μα συμπαγή πυρήνα και είχαν οργανώσει τα πάντα. Και το κάνανε
χωρίς να φορτωθούν σε κανέναν, δεν ήταν στρατόκαυλοι, βαριόντουσαν πιο πολύ από εμάς, αλλά κάποιος έπρεπε να το αναλάβει και δεν υπήρχε καλύτερος, όλοι το σεβόμασταν αυτό. Μετά το Νίκο, από μία παρέα που στέκονταν πίσω του, βγήκε ένα άλλο παλικάρι που συστήθηκε ως Αντρέας. Ο Αντρέας είχε μακριά μαλλιά μέχρι τους ώμους και ήταν αξύριστος. Στον ώμο του είχε περασμένο, άγνωστο πως το βρήκε, ένα περίστροφο, αλλά δεν φαινόταν καθόλου στην τσίτα. Άρχισε να μιλάει και αρχίδια αν καταλάβαμε έστω και μία κουβέντα, γαμώ το κέρατο. Ο Νίκος από πίσω το κατάλαβε και σφύριξε μία στον Αντρέα. Εκείνος σήκωσε τα φρύδια και γύρισε ξανά προς το μέρος του όχλου.

“Οκ, πάμε ξανά” είπε πιο αργά και καθαρά. Νευρικά γέλια. Το είδους εκείνων που υποδέχονται ένα αστείο που πρέπει να σπάσει την ανησυχία.
“Καθαρίσαμε την αίθουσα με τα παλιά έπιπλα και στήσαμε ένα πρόχειρο νοσοκομείο. Όποιος είναι σε ιατρική, φαρμακευτική, νοσηλευτική, φυσικοθεραπεία και γενικά σε σχετική σχολή και θέλει να βοηθήσει, ας το κάνει γιατί μας λείπουν χέρια και έχουμε αρκετούς τραυματίες. Χημικοί, φυσικοί, μηχανολόγοι, πολιτικοί μηχανικοί, αρχιτέκτονες, όποιος ξέρει από ηλεκτρικά και μηχανολογικά, από το πως να φτιάξεις ένα αμάξι μέχρι πως να στήσεις και να συντηρήσεις μηχανές και κυκλώματα, υπάρχει το τμήμα οργάνωσης άμυνας, στην αίθουσα με τους πίνακες ακριβώς μετά τον διάδρομο.” Σύντομη παύση για να μαζέψει τις σκέψεις του πριν συνεχίσει. Από κάτω δεν πέφτει καρφίτσα.

“Μηχανικοί υπολογιστών και πληροφορικάριοι, ηλεκτρολόγοι και τοιαύτα, όποιοι την παλεύετε από δίκτυα γενικά, προσπαθούμε να στήσουμε κάποια μορφή επικοινωνίας με τα μηχανήματα που γλιτώσαμε. Όποια βοήθεια ευπρόσδεκτη. Τέλος, προμήθειες. Με το φως της μέρας θα οργανώνονται ομάδες εξόρμησης για φαγητό, φάρμακα και οτιδήποτε άλλο χρήσιμο. Είστε ελεύθεροι να βγαίνετε και μόνοι σας, αλλά να ξέρετε πως μετά τη δύση του ήλιου η εξωτερική πόρτα κλειδώνει και δεν ανοίγει μέχρι το πρωί.” Ο Αντρέας έκανε ένα διάλειμμα για να πιει κάτι και τον λόγο πήρε ο Νίκος που στέκονταν δίπλα του.

“Εκτός από τον ΑΣΤΟ, παρόμοια αρχηγεία έχουν στηθεί στο Τάπας στην Κολοκοτρώνη και στο παλιό στέκι των ΠΟΦΠΠ στην Υψηλάντου. Δεν έχουμε επικοινωνία με οποιοδήποτε άλλο κομμάτι της πόλης, αλλά το δουλεύουμε. Ξέρουμε σίγουρα πως η πανεπιστημιούπολη έχει καταστραφεί, και πως τα ΤΕΙ χτυπήθηκαν άσχημα. Όποιος θέλει και μπορεί να βοηθήσει υπάρχουν οι ομάδες που λειτουργούν στον ΑΣΤΟ και που τις ανέφερε ο Αντρέας, αλλά υπάρχουν γενικά πολλές δουλειές. Χρειαζόμαστε επικουρικούς για να καθαρίσουμε από μπάζα και σκουπίδια τους δρόμους που ενώνουν τα αρχηγεία, χρειαζόμαστε ομάδες εξόρμησης για να κινηθούν στο κέντρο και να μας φέρουν πληροφορίες, χρειαζόμαστε ακόμα και ομάδα κρούσης για τις ανάγκες άμυνας ή κατάληψης περιοχών. Υπάρχουν άπειρες δουλειές και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Όποιος μπορεί να βοηθήσει ας πάει εκεί που μπορεί να φανεί χρήσιμος. Αν νομίζεις πως δεν το έχεις, αν είσαι φιλόλογος ρε παιδί μου, αλλά θες να βοηθήσεις, ρώτα κάποιον και σίγουρα θα σου βάλει δουλειά. Είμαστε μαζί σε αυτό, οπότε ψηθείτε να βγούμε ζωντανοί.”

Ο Νίκος σταμάτησε και δεν ακούστηκε τίποτα. Δεν υπήρχε ανάγκη για χειροκροτήματα, ούτε για φωνές. Ήμασταν όλοι μέχρι το λαιμό στα σκατά και το ξέραμε, ωστόσο τα λόγια των παιδιών κάλμαραν τον κόσμο. Με τον ήλιο να έχει πάρει καθοδική πορεία και να χάνεται πίσω από τον ψηλό πέτρινο φράχτη του ΑΣΤΟΥ, συμφωνήσαμε πως έπρεπε να αναπληρώσουμε δυνάμεις και πως οποιοδήποτε σχέδιο θα μπορούσε να περιμένει μέχρι αύριο. Ανεβήκαμε τα μαρμάρινα σκαλοπάτια μέχρι την αίθουσα χορού και πέσαμε για ύπνο σαν σακιά πατάτες, αν κάποιος ήταν τυχερός σε κάποιο ράντσο που μοιράζονταν με άλλους τρεις, αλλιώς στο καλυμμένο με ρούχα και κουβέρτες πάτωμα. Από το ανοιχτό παράθυρο μπορούσαμε να δούμε τον ουρανό να γίνεται από μπρούντζινος ολότελα σκοτεινός και τις πρώτες σκοπιές να παίρνουν τη θέση τους πάνω στον φράχτη.

Σύνοψη και επεξήγηση

Στο συγκεκριμένο σημείο θα τοποθετούνται με χρονική σειρά τα κεφάλαια του CZA.

Για να θυμηθείς τα προηγούμενα κεφάλαια ρίξε μία ματιά εδώ:

  1. Κεφάλαιο 1ο
  2. Κεφάλαιο 2ο
  3. Κεφάλαιο 3ο
  4. Κεφάλαιο 4ο

Ο τίτλος του παρόντος, CZA, είναι το ακρώνυμο του C.E.I.D. Zombie Apocalypse.

Info

Οι συντάκτες του Frapress.gr διατηρούν τα πνευματικά δικαιώματα όλων των κειμένων και άλλων δεδομένων που παρουσιάζουν. Αν σε κάποιο άρθρο δεν αναφέρεται συντάκτης ή άλλη πηγή συγγραφής, τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στο Frapress.gr.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να δείτε εκτενώς τους όρους χρήσης του Frapress.gr εδώ.

Σχόλια