Τον Ιούλιο του 2007, το αμερικανικό συνδρομητικό κανάλι AMC προβάλλει για πρώτη φορά τη σειρά, που έμελλε να αλλάξει την ιστορία της αμερικανικής τηλεόρασης. Το δημιούργημα του σκηνοθέτη και παραγωγού Matthew Weiner, κατόρθωσε αφενός μεν να γίνει μια από τις πιο επιτυχημένες σειρές στις ΗΠΑ και αφετέρου, το σημαντικότερο όλων, κατάφερε να δημιουργήσει μια καινούρια αισθητική στη μικρή οθόνη. Μια αισθητική που μέχρι τότε, μονάχα οι παραγωγές του Hollywood ήταν σε θέση να προσφέρουν στο κοινό. Ο λόγος γίνεται φυσικά για το Mad Men.
Το Μad Men αφηγείται την ιστορία της τρελής δεκαετίας του ’60, όπου τα πάντα έδειχναν να είναι τέλεια, όμως τίποτα δεν ήταν τόσο τέλειο όσο φάνταζε. Μια πιο προσεκτική ματιά στα γεγονότα της εποχής αποδεικνύει το πόσο εύθραυστο και ψεύτικο υπήρξε το αμερικανικό όνειρο, που εκείνη ακριβώς την εποχή έμοιαζε να γίνεται επιτέλους πραγματικότητα.
Πενήντα και πλέον χρόνια ύστερα από την εποχή των αντιθέσεων, έρχεται μια τηλεοπτική σειρά για να παρουσιάσει τα ψεγάδια εκείνης της πλασματικής τελειότητας και να ασκήσει την κριτική της στον γυάλινο κόσμο του ΄60, που προσπαθούσε αγωνιωδώς να αποκρύψει την αλήθεια του.
Ο Weiner επιλέγει να αφηγηθεί τα τρελά χρόνια του ’60 έχοντας ως πρωταγωνιστές του, τους πιο τρελούς ανθρώπους της εποχής, τους διαφημιστές της Madison Avenue – τους Μad Men, τους ανθρώπους που ενσάρκωναν πλήρως το αμερικανικό όνειρο της προσωπικής επιτυχίας. Αυτούς που διέθεταν την τέλεια δουλειά, ήταν παντρεμένοι με μια barbie που είχε ως μοναδική υποχρέωση, όχι μόνο να είναι αλλά και να δείχνει τέλεια, ώστε να μπορούν έπειτα γεμάτοι χαρά οι σύζυγοι να την επιδεικνύουν στις κοινωνικές εκδηλώσεις. Κοινώς αποτελούσαν τις γλάστρες των συζύγων, που ανέπνεαν μόνο κατόπιν εντολής. Τέλος, για να ολοκληρωθεί η οικογενειακή τους ευτυχία, είχαν 2 με 3 παιδιά, τα οποία κατά βάση δεν έβλεπαν ποτέ, καθώς προτιμούσαν να πίνουν whiskey και old fashioned με συναδέλφους και πελάτες που μισούσαν, να καπνίζουν Lucky Strike μανιωδώς, να οδηγούν τις ακριβές τους Κάντιλακ στους δρόμους των ΗΠΑ με το πόδι συνεχώς να βρίσκεται κολλημένο στο γκάζι, να παίρνουν LSD και να περνούν τον εναπομείναντα χρόνο τους με τις γραμματείς τους, όχι φυσικά για λόγους εργασίας. Με άλλα λόγια είχαν μια υπέροχη ζωή, που όμως ανά πάσα στιγμή κινδύνευε να βρεθεί αντιμέτωπη με τον πραγματικό κόσμο και να διαλυθεί, ωσάν να ήταν κάστρο φτιαγμένο στην άμμο.
Σ΄αυτόν, τον κατά τ’ άλλα αγγελικά πλασμένο κόσμο, ζουν και οι υπάλληλοι της Sterling Cooper, όπου βεβαίως κυριαρχεί το ανδρικό φύλο για ακόμη μία φορά. Με τον αυτοδημιούργητο και αινιγματικό Don Draper, τον φιλόδοξο και βολεμένο λόγω ονόματος Pete Campbell, τον καταπιεσμένο ομοφυλόφιλο Salvatore Romano, τον ”συνταξιούχο” Roger Sterling που αρνείται κατηγορηματικά να αποδεχθεί πως έχει μεγαλώσει, τον Paul Kinsey που εν τέλει απαρνείται τον υλικό κόσμο της διαφήμισης και εντάσσεται στα ειρηνικά/πνευματικά ρεύματα της εποχής, να εκπροσωπούν κάποιους από τους Άνδρες της εταιρείας και κατ’ επέκταση της κοινωνίας.
Μέσα σ’ αυτή την ανδροκρατούμενη πραγματικότητα, περιορισμένο από τις αντιλήψεις της εποχής και δίχως δική του βούληση, προσπαθεί να βρει το δρόμο του και το γυναικείο φύλο. Η Joan Harris, μια εργαζόμενη μητέρα που σχεδόν καθημερινά είναι αναγκασμένη να αντιμετωπίζει κρούσματα σεξουαλικής παρενόχλησης από συνεργάτες και πελάτες. Η Peggy Olson που θεωρείται καλή για γραμματέας, όχι όμως και ικανή για κάτι παραπάνω, επειδή είναι γυναίκα και τέλος η Betty Draper/Francis, η barbie της παρέας, που είναι υποχρεωμένη από την κοινωνία,να είναι καλή σύζυγος – και ας έχει φάει το κέρατο του αιώνα- και ακόμα καλύτερη μητέρα, να αντιπροσωπεύουν κάποιες από τις γυναίκες του ’60.
Το Mad Men δεν έκανε φανατικούς οπαδούς, ούτε έγραψε ιστορία στην τηλεόραση, χάρις το γρήγορο και ανατρεπτικό του σενάριο -που δεν έχει εξάλλου- αλλά αντιθέτως αγαπήθηκε, επειδή αφενός δεν έγινε καρικατούρα του ΄60 και αφετέρου δεν προσπάθησε να δημιουργήσει ένα καινούριο. Αγαπήθηκε διότι έκανε ένα αληθινό ταξίδι στο χρόνο και μας οδήγησε στην πραγματική δεκαετία του ΄60, αυτή του σεξισμού, του ρατσισμού, της καταπίεσης, του Ψυχρού Πολέμου, του Βιετνάμ, των παιδιών των λουλουδιών, της αλόγιστης κατανάλωσης και της εφήμερης ευτυχίας. Θύμισε στις παλαιότερες γενιές και έδειξε στις νεότερες την καταθλιπτικά χαρούμενη Αμερική του τότε.
Λατρεύτηκε ακόμα, επειδή πρόσφερε τους πιο αυθεντικούς τηλεοπτικούς χαρακτήρες. Αυτούς που τα έχουν όλα και όμως θεωρούν συνεχώς πως κάτι τους λείπει, καταστρέφουν τα πάντα για να ανακαλύψουν, ότι τελικά είχαν όσα ακριβώς ζητούσαν. Εκείνους που παλεύουν σκληρά, ώστε να αποκτήσουν αυτά που τους αρνούνται, που θυσιάζουν ακόμα και την προσωπική τους ευτυχία για να πετύχουν επαγγελματικά. Τέλος συναντάμε και εκείνους που αισθάνονται χαμένοι στον κόσμο των άλλων, αφού δεν γνωρίζουν τι πραγματικά θέλουν οι ίδιοι από την ζωή τους. Όλοι οι παραπάνω δεν σου θύμισαν λίγο τον εαυτό σου;
Μια εξίσου σημαντική συνεισφορά της σειράς προς το κοινό της, είναι πως του δίδαξε τι εστί διαφήμιση. Είναι αποδεδειγμένο πως έστω και ένα επεισόδιο είναι ικανό να αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι τις διαφημίσεις. Για τον πρώτο καιρό θα παρακολουθείς τα διαφημιστικά μηνύματα, σαν εν δυνάμει διαφημιστής ή τουλάχιστον σαν σκεπτόμενος καταναλωτής, ασυνείδητα δηλαδή θα προσπαθείς να αποκωδικοποιείς τα όσα βλέπεις: πως και γιατί δημιουργήθηκε η συγκεκριμένη διαφήμιση, τι επιδιώκει να πουλήσει, σε τι κοινό στοχεύει. Θυμάσαι άλλη σειρά να σε έχει βάλει να σκεφτείς πώς κατασκευάζονται οι καταναλωτικές ανάγκες;
Enjoy without responsibility!