Μίλησε μου για τα δάση.
Μίλησε μου για τον έρωτα που λούζει τις αμυγδαλιές κάτω απ’ το παραμυθένιο σεντόνι του χειμώνα.
Μίλησε μου για τα πεφταστέρια του μεγάλου ουρανού,
εκείνου του παράξενου θεού που τόσο πια λατρεύεις.
Μίλησε μου για τη φωτιά των ματιών που κρύβεται ανάμεσα στα σύνορα της κόρης και των βλεφάρων, τη στιγμή που ένας άνθρωπος βλέπει έναν άλλο στ’ αλήθεια, για πρώτη φορά.
Μίλησε μου για την ανάσα που φωλιάζει μες τα πνευμόνια σου και δε λέει να βγει,
όταν προσπαθείς να θυμηθείς πώς αγαπάει ο άνθρωπος.
Μίλησε μου για το νερό που αγκαλιάζει τρυφερά τα πόδια σου, τα απέραντα δειλινά της μοναξιάς σου.
Μίλησε μου για τα βότσαλα που μάζεψες μες στα μαλλιά σου
και για τα κοχύλια που γέμισες το -μαγεμένο από τις μυρωδιές της θάλασσας- μυαλό σου.

Μίλησε μου
                                                                                  Μίλησε μου
                                                                                                                                                                    Μίλησε μου.

  Μη μιλάς.
Μίλα χωρίς να μου μιλάς για το χρόνο που πέρασε απ’ τη στιγμή που κοίταξες το τραίνο
μέχρι τη στιγμή που έφτασες στον υποτιθέμενο προορισμό σου.
Μη μιλάς, μα μίλα μου για τα ζουζούνια που σε χάϊδεψαν το βράδυ στο στήθος
και ξύπνησαν κάτι παλιά σου όνειρα, θρυμματισμένα.
Μίλησε χωρίς να μου μιλάς
για τα χρυσαφένια σταφύλια που κρύβονται στα πιο σκοτεινά δωμάτια ,
για τις νεράιδες που έτρεμαν να βοηθήσουν ένα χαμένο απ’το δρόμο του παιδί,
για τους δράκους που είχαν καρδιές σαν τριαντάφυλλα
και χάθηκαν στο πέρασμα του χρόνου απ’ την πολλή τους την αγάπη.

Μίλησε μου για τα χαμένα πλάσματα της γης, για τα χαμένα όνειρα, για τα χαμένα παιδιά του ποταμού,
που δεν είχαν χώρο για να κοιμηθούν σ’αυτόν τον κόσμο – ούτε γωνιά, ούτε χορτάρι, ούτε ουρανό.
Μίλησε μου για τις χαμένες ευκαιρίες που σου τάξανε,
για τα χαμένα ζωγραφιστά χαμόγελα που σβήσανε όταν δεν κοίταζες καλά,
ή όταν έκανες πως δεν κοιτάζεις.
Για τα κομμάτια χώματος που άλλοι τα πάτησαν στο όνομα της εξουσίας
και άλλοι τα έφαγαν στην ανάγκη για επιβίωση.

Μίλησε μου, μίλησε μου, μίλησε μου τρυφερά
για όσα ξέχασες να κάνεις από όσα πίστευες πως μπορείς.

Για τα συννεφιασμένα στρουμπουλά σου μάγουλα που ξεφούσκωσαν στο πέρασμα ενός λάθους,
για το κόκκινο χρώμα που έλουζε την καρδιά σου σα μέλι
και χάθηκε μέσα σ’ ένα καρδιοχτύπι, από την αγωνία μιας φανταστικής ζωής.

Μίλα μου για όσα θες να μου μιλήσεις και γι’ άλλα τόσα
που σου είπαν πως δεν πρέπει να μου πεις.

Μίλα μου για όσα φοβάσαι, για όσα κρύβεσαι,
για όσα τρέμεις μες τη νύχτα και παραπατάς.

Μίλα μου                   –                         μίλα μου                                                 μίλα μου

Μίλα μου για τις κλεφτές ματιές στο παρελθόν
και τη νοσταλγία που σε πιάνει για τις στιγμές που δε θα ξαναζήσεις.
Μίλα για φεγγάρια που σβήσανε στο ψέμα ενός φόβου,
για αστέρια που φώτησαν με το πέταγμα μιας πεταλούδας που ζει ξέγνοιαστα μονάχα μία μέρα.

Μίλα μου, μη φοβάσαι και μίλα μου για τα πάντα ,με τα πάντα.
Μίλα μου με τα χέρια, με τα πόδια, με τα μαλλιά,
την κοιλιά, το στήθος, τον αέρα, τη γη, τη θάλασσα, τα ζώα, τα φυτά.
Μίλα μου με λυγμούς και δάκρυα, με κρυμμένα νοήματα, με σήματα καπνού μα, μίλα μου.
Ποτέ σου μη φοβάσαι να μιλήσεις αγάπη μου γλυκειά , γιατί ο κόσμος είναι απλός και δύσκολος.
Και μόνο όταν μου μιλάς αγάπη μου σ’ ακούω και σ’ ακούς κι εσύ.
Όταν μιλάς θυμάσαι γιατί αξίζει να μιλάς κι όταν μου μιλάς θυμάμαι γιατί αξίζει να σ’ακούω.
Γιατί ο κόσμος είναι δύσκολος κι απλός αγάπη μου, γεμάτος διαμαντένιες σκόνες και χωματένια αγάλματα.
Μίλα αγάπη μου και μη φοβάσαι ,μη φοβάσαι να μιλάς.

Μίλα , μίλα , μίλα για να ζεις.

~Να, κοίτα τώρα πώς σου μίλησα εγώ κι αμέσως έζησα για μια στιγμή παράπανω.~
~Να μιλάς γλυκειά μου αγάπη και μικρή, να μου μιλάς για ό,τι κι αν φοβάσαι.~

Σχόλια