Με ρωτούν τι σημαίνει για μένα η 25η ώρα. Προτιμώ να σας απαντήσω με μια ιστορία, η οποία συμβολίζει για μένα την 25η ώρα, τη στιγμή, δηλαδή, που η παρακάτω ιστορία έγινε πράξη. Είναι η στιγμή μιας έκρηξης, που με έστειλε σε ένα παράλληλο σύμπαν, στο οποίο υφίστασται η 25η ώρα, ή αλλιώς η ώρα 0 των συναισθημάτων.

Ήσουν κάτω τόσο καιρό, από την προηγούμενη φορά.

Τότε, αυτοί σε είχαν βοηθήσει να αρχίσεις σιγά σιγά να σηκώνεσαι.

Με μικρές, αργές κινήσεις, ένα βήμα τη φορά, τα είχες καταφέρει.

Και είχες υποσχεθεί να μην ξαναπέσεις ποτέ, ούτε καν να αφήσεις κάποιον να σε ωθήσει στο γκρεμό.

Και ήσουν καλά, έστω για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Προσπαθούσες. Φυλασσόσουν.

Είχες υψώσει τα τείχη σου, είχες δώσει όρκο στον εαυτό σου να μην δώσεις την ευκαιρία σε κανέναν να πλησιάσει τις ασπίδες προστασίας σου.

Και για ένα σύντομο διάστημα όλα πήγαιναν καλά, κυλούσαν σύμφωνα με το σχέδιο. Κανείς δεν είχε πλησιάσει σε απόσταση βολής το απώρθητο φρούριό σου.

Δεν θα τον άφηνες, όχι. Δεν ήσουν τέτοια πλέον. Ήσουν πιο δυνατή, πιο συνειδητοποιημένη. Τουλάχιστον έτσι είχες αφήσει την καρδιά σου να πιστεύει. Η καρδιά σου, αυτό το μικρό, λιλιπούτειο πραγματάκι που βρισκόταν στο κέντρο του φρουρίου σου, στο πιο ψηλό του σημείο. Το φυλούσες ευλαβικά. Όχι, αυτή τη φορά δεν θα έκανες το ίδιο λάθος.

Μέχρι που βρέθηκε αυτός, εκείνη την αναθεματισμένη 25η ώρα, που είχες αποφασίσει πως όλα είναι ένα ψέμα. Αυτή η ώρα ήταν το παράλληλο σύμπαν μέσα στο οποίο σε πέταξε αυτός, σαν άλλη έκρηξη μιας σούπερ νόβα. Στα ξαφνικά, τα τείχη σου άρχισαν να δέχονται απρόσμενες επισκέψεις. Γιατί έδωσες άδεια στους στρατιώτες σου εκείνη την ώρα; Δεν ξέρεις το λόγο. Σκέφτεσαι και ξανασκέφτεσαι το γιατί. Γιατί αποφάσισες να αφήσεις το φρούριο αφύλαχτο;

Και τη στιγμή που σκέφτεσαι και σκέφτεσαι, συνειδητοποιείς κάτι. Αυτός είχε κάτι το ιδιαίτερο, που ακόμη και οι στρατιώτες σου δεν θα μπορούσαν να το αποφύγουν. Αυτός κρατούσε κάτι πολύ σημαντικό, το κλειδί για τον πυργίσκο. Ναι, εκεί που φυλούσες την καρδιά σου.

Τώρα λοιπόν καταλαβαίνεις τον λόγο που οι στρατιώτες σου έλειπαν την 25η ώρα. Ποτέ όμως δεν πίστευες πως κάποιος θα έφτανε στο σημείο να γίνει σούπερ νόβα και να σε πετάξει μέσα στο παράλληλο σύμπαν της 25ης ώρας.

Αυτός λοιπόν πέρασε με ευκολία τα τείχη και άρχισε να ανεβαίνει τα σκαλιά του κάστρου. Λίγα λίγα, μέρα με την ημέρα. Και όσο περνούσαν οι μέρες, η αντοχή του μεγάλωνε, και τα ανέβαινε δύο – δύο, ή ακόμα και τρία – τρία, με πραγματική ευκολία. Είχε, βλέπεις οδηγίες, είχε μαζί του το χάρτη με κάθε παραμικρή λεπτομέρεια για τα δωμάτια του κάστρου. Δεν του ξέφευγε τίποτα. Δεν έκανε λάθη, μερικές φορές μάλιστα κατάφερνε να λύσει και τους γρίφους που είχες τοποθετήσει η ίδια σε μερικά σημεία. Για επιπρόσθετη προστασία.

Αυτός όμως δεν κώλωνε πουθενά. Τα πάντα ήταν απλά γι’ αυτόν, σα να έλυνε ένα παζλ 6 κομματιών. Έβγαινε θριαμβευτικά νικητής, μετά από κάθε δοκιμασία, ανεξάρτητα απ’ τη δυσκολία.

Μετά από μερικές μέρες και αρκετές δοκιμασίες και γρίφους, κατάφερε να φτάσει στην πόρτα του πυργίσκου. Εσύ, τόσο θαμπωμένη από τις ικανότητές του, και φανερά διψασμένη να γνωρίσεις αυτό το μυστήριο πλάσμα που κατάφερε να ξεκλειδώσει ακόμα και τις πιο απόκρυφες πόρτες του φρουρίου σου, άφησες την πόρτα ξεκλείδωτη.

Χωρίς να χάσει ευκαιρία, μπήκε μέσα με περίσσιο θάρρος.

Δεν χρειαζόταν καν το κλειδί, το ξέρεις, αφού άφησες την πόρτα ξεκλείδωτη εξάλλου.

Μπαίνοντας μέσα, αντικρύζει την καρδιά σου να στέκεται σε μια γωνία. Φοβισμένη. Ακίνητη.  Χωρίς ίχνος ικανότητας να κάνει έστω και μια μικρή κίνηση, την παραμικρή.

Την πλησίασε, θέλησε να την ακουμπήσει. Ήξερες ότι ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να την ακουμπήσει, χωρίς να την τσαλακώσει. Άλλωστε, είχε περάσει όλες τις δοκιμασίες. Μην ξεχνάμε το γεγονός ότι είχε το κλειδί.

Το κλειδί.

Το είχες ξεχάσει. Είχες θαμπωθεί από τις ικανότητές του, που ξέχασες τον πρωταρχικό λόγο που ο ίδιος πλησίασε το κάστρο σου, εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα.

Του το ζητάς.

Στο δίνει.

Με γρήγορο βήμα, προχωράς προς την πόρτα, με σκοπό να ελέγξεις αν ήταν όντως το σωστό κλειδί.

Το βάζεις με ανυπομονησία στην κλειδαρότρυπα.

Μπαίνει.

Την ίδια στιγμή, κι ενώ κόντευες να ξεσπάσεις σε κλάμματα που επιτέλους βρήκες το χαμένο σου κλειδί, ακούς ένα κρότο από πίσω σου.

Γυρνάς, ανήσυχη.

Αντικρύζεις την καρδιά σου, διαλυμένη, σπασμένη σε εκατομμύρια μικρά κομματάκια από χρυσό. Αίμα, παντού.

Προσπαθείς να συνειδητοποιήσεις τι έχει συμβεί.

Αυτός έχει εξαφανιστεί.

Ακούμπησε την καρδιά σου, την κατακερμάτισε, και εξαφανίστηκε.

Μη μπορώντας ακόμα να συνέλθεις από το σοκ, γυρνάς στη κλειδαρότρυπα.

Το κλειδί είχε πέσει στο πάτωμα.

Προσπαθείς να το ξαναβάλεις πίσω.

Αυτή τη φορά δεν εφαρμόζει.

Με ένα άγγιγμα πάνω στη κλειδαρότρυπα διαλύεται, γίνεται σκόνη.

 

Το κλειδί.

Ήταν λάθος.

Και η καρδιά σου είχε γίνει σκόνη.

 

Και έμεινες εσύ να κοιτάζεις το κενό, από το παράθυρο του πυργίσκου.

Το κάστρο ξαφνικά αρχίσει να σείεται.

Το βάρος της προηγούμενης έκρηξης είχε αρχίσει να δημιουργεί σεισμικές δονήσεις, σε ένα ήδη ευάλωτο κάστρο.

Πέφτουν οι τοίχοι.

Πέφτεις κι εσύ μαζί τους.

 

Και μετά σκοτάδι.

Χάος.

 

Καληνύχτα.

Η 25η ώρα τελείωσε.

Η μαύρη τρύπα έκλεισε.

Τα ρολόγια ξεκίνησαν πάλι από την αρχή.

Της Μαρίας Αλεξανδροπούλου

Σχόλια