Πόσο εύκολο είναι να χαρακτηρίσεις κακό ένα βιβλίο και συγκεκριμένα ένα παιδικό βιβλίο; Ποια τα κριτήρια για να θεωρηθεί κακό ένα βιβλίο, που γράφεται για παιδιά;

Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που προσπάθησαν να απαντηθούν σε μια προκλητική ομιλία που παρακολούθησα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών , με θέμα ”Πώς γράφεται ένα κακό παιδικό βιβλίο”. Το Megaron Plus σε συνεργασία με το ηλεκτρονικό περιοδικό Ο Αναγνώστης διοργάνωσαν την παρούσα εκδήλωση.

Μέσα από αρνητικά αλλά και θετικά παραδείγματα παρουσιάστηκαν κρίσιμα ζητήματα που αφορούν το βιβλίο για παιδιά, όπως ο φανερός και κρυμμένος διδακτισμός, οι αντιγραφές και η έλλειψη πρωτοτυπίας, τα στερεότυπα στην πλοκή, τους χαρακτήρες και την εικονογράφηση, οι γλωσσικοί κώδικες, η θεματολογία και οι μόδες, η αισθητική παρουσίαση, τα γραφιστικά και η εκτύπωση. Στην εν λόγω συζήτηση, μίλησαν διακεκριμένες προσωπικότητες όπως η Τζίνα Καλογήρου, καθηγήτρια ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, η Αγγελική Γιαννικοπούλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια ΤΕΑΠΗ του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Δημήτρης Χαλκιόπουλος, γραφίστας και σχεδιαστής οπτικής επικοινωνίας. Την ομιλία συντόνιζε εκ μέρους του «Αναγνώστη» η Μαρίζα Ντεκάστρο, κριτικός λογοτεχνίας για παιδιά.

Μέσα σε αυτή την συζήτηση, παρουσιάστηκαν και δύο παιδικά παραμύθια τα οποία αφηγήθηκε η Εύη Γεροκώστα. Παραμύθια τα οποία δεν εκδόθηκαν ποτέ γιατί απλά δεν ήταν καλογραμμένα για να τα διαβάσει ένα παιδί. Εκεί μάλιστα, εξελίχθηκε και η ροή της συζήτησης.

Σίγουρα, πολλά παιδικά βιβλία δεν είναι σωστά γραμμένα. Άλλωστε, ο χώρος του παιδικού βιβλίου δεν είναι και ιδιαίτερα μεγάλος στην Ελλάδα ή ίσως δεν προβάλλεται όσο θα έπρεπε. Η διεύρυνση συζητήσεων, η επισήμανση τυχόν προβλημάτων και η ανάπτυξη αναγνωστικής κουλτούρας, είναι μερικοί από τους σκοπούς που προάγει ένα παιδικό βιβλίο. Το ζήτημα και η όλη συζήτηση έγκεινται στην ποιότητα και την αισθητική του αξία.
«Τώρα μπορείς να πεις ότι είναι ίσως καλύτερο να μη διαβάζει κανείς κανένα βιβλίο , αφού πολλά είναι επιβλαβή και αφού είναι δύσκολο να διακρίνουμε τα καλά από τα άσχημα. Αυτό είναι υπερβολικό , γιατί υπάρχουν πάρα πολλά καλά βιβλία, που η μελέτη τους είναι πολύ ωφέλιμη τόσο στα παιδιά όσο και στους μεγάλους. Επειδή μερικές τροφές είναι βλαβερές για την υγεία δεν σημαίνει ότι θα αποφεύγουμε κάθε είδος τροφής. Θα διαλέξουμε τις καλές και υγιεινές. Το ίδιο θα πράξει κανείς και με τα βιβλία. Θα διαλέξει τα καλά και εποικοδομητικά , από τα οποία θα αντλήσει γνώσεις και μόρφωση». Αυτές οι απόψεις διατυπώνονται σε εγχειρίδιο λυκειάρχου για το παιδικό και εφηβικό βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1976 από την ένωση Χριστιανικής Ενώσεως Εκπαιδευτικών Λειτουργών.

Παρά τις πολλές και εύλογες αντιρρήσεις που μπορούμε να έχουμε σήμερα για το διαχωρισμό των βιβλίων σε υγιεινά και βλαβερά, όπως και για τη μονομερή προβολή του ωφέλιμου έναντι του τερπνού στα παιδικά βιβλία , φαίνεται πως το θέμα της ποιότητας απασχολεί κοινό και ειδικούς σε όλες τις εποχές. Βέβαια το ζήτημα της αισθητικής αξίας του παιδικού βιβλίου είναι σχετικό και ιστορικά προσδιορισμένο και εξαρτάται από τον ορίζοντα προσδοκιών του αναγνωστικού κοινού, τις κυρίαρχες κοινωνικές, πολιτισμικές, παιδαγωγικές και εκπαιδευτικές αντιλήψεις. Τα «κακά» βιβλία της εποχής μας, ίσως και να είναι τα αδιάφορα βιβλία, τα περιττά βιβλία, αυτά που δίνουν τροφή στη λήθη και την αδιαφορία του αναγνώστη, είναι τα βιβλία χωρίς ισχυρό και αυθεντικό κίνητρο δημιουργίας ,εκείνα που δεν υλοποιούν τη γνωστή ρήση του Κάφκα ότι το βιβλίο πρέπει να είναι ο παγοθραύστης που θα σπάσει την παγωμένη θάλασσα μέσα μας.

artwork_9
Στην εξαιρετικά γόνιμη συζήτηση που ακολούθησε, διατυπώθηκαν από το κοινό – συγγραφείς, γονείς, εικονογράφους, εκδότες, εκπαιδευτικούς- πολλές ακόμα ενδιαφέρουσες απόψεις, που καθεμία άνοιξε ακόμα περισσότερο τη βεντάλια των προβληματισμών για το παιδικό βιβλίο.

Τα βιβλία θυμίζουν ακοίμητες λαμπάδες της συγκεντρωμένης σοφίας. Είναι τόσο σημαντικά στην ζωή μας, όσο και το παράθυρο σ’ένα κλειστό δωμάτιο. Μπαίνει από εκεί φως, αέρας, ήλιος μέσα στην ψυχή…

Σχόλια