Το “Θάνατος στη Βενετία ” είναι ένα μικρό βιβλίο με μεγάλη βαρύτητα από το, βραβευμένο με Νόμπελ συγγραφέα, Τόμας Μαν.

Το καλοκαίρι είναι καιρός για διάβασμα. Το άγχος της εξεταστικής είναι πλέον παρελθόν και τα εξάμηνα που μέλλει να έρθουν είναι το τελευταίο πράγμα που σε απασχολεί, καθώς πλέον εχεις άπλετο ελεύθερο χρόνο.

Σε αυτά τα πλαίσια, λοιπόν, διάβασα το “Θάνατος στη Βενετία” του Τόμας Μαν.  Για όσους δεν το ξέρετε πρόκεται για ένα μικρό διαμάντι 120 σελίδων. Ο Μαν θεωρείται μάστορας στην ανάλυση της ψυχολογίας των προσώπων που χρησιμοποιεί και πολλοί βιβλιόφιλοι ορκίζονται στο “Μαγικό Βουνό” του ή στο “Ο Ιωσήφ και τ’ αδέλφια του“. Σκεφτείτε μόνο πώς πρώτα πήρε Νόμπελ λογοτεχνίας το 1929 και μετά έγραψε τα σπουδαιότερα έργα του Ο Ιωσήφ και τ’ αδέλφια του και Δόκτωρ Φάουστους. Το βιβλίο έχει γυριστεί και σε ταινία το 1971 με πρωταγωνιστή τον Dirk Bogarde σε σκηνοθεσία Luchino Visconti, η οποία έχει πάρει πολύ καλές κριτικές.

Υπάρχει μία μίκρή πρόκληση την οποία αντιμετωπίζει από την αρχή κάποιος που θέλει να παρουσιάσει ένα τέτοιο βιβλίο. Η πρόκληση εν προκειμένω είναι να σε πείσω πως δεν διαβάζεις αυτό που νομίζεις πως διαβάζεις. Το βιβλίο είναι η τρίτου προσώπου περιγραφή των γεγονότων που βιώνει ο Γουσταύος φον Άσενμπαχ.

Ο Άσενμπαχ είναι ένας διάσημος συγγραφέας, που όντας στην τρίτη ηλικία δρέπει την αναγνώριση και τη φήμη που επεφύλαξαν στο πρόσωπό του χρόνια συγγραφικού κόπου και εξουθενωτικής πειθαρχίας. Μέχρι που κάποια στιγμή τον αγκυλώνει μία απερίγραπτη κούραση, κυρίως πνευματική, και ο συγγραφέας μας αποφασίζεί να γεμίσει τις μπαταρίες του στη Βενετία.

Φτάνοντας εκεί και μένοντας στο ξενοδοχείο μαζί με ανθρώπους από όλη την Ευρώπη, συναντιέται, ή μάλλον εντοπίζει μέσα στο πλήθος, μια Πολωνική οικογένεια με μία αυστηρή μητέρα, μια νταντά, τρία κορίτσια και ένα μικρό αγόρι. Το αγόρι είναι και ο καταλύτης της υπόθεσης, μιας και στην αρχή δειλά, ύστερα όμως ολοκληρωτικά, ο Άσενμπαχ τον ερωτεύεται.

Το θέμα είναι πως το “Θάνατος στην Βενετία” δεν είναι “Λολίτα”. Αν και ο ίδιος ο Μαν ήταν ομοφυλόφιλος, ακόμα και αν κατά γενική ομολογία ράβει τον εαυτό του στα παπούτσια του Άσενμπαχ, ακόμα και αν οι περιγραφές του σωματικού κάλους ενός 10χρονου αγοριού βρίθουν στις σελίδες του βιβλίου, ακόμα και τότε αυτός ο απαγορευμένος έρωτας δεν είναι αυτό που πραγματεύεται ο Μαν στο συγκεκριμένο διήγημα.

Το θέμα του βιβλίου είναι ο καλλιτέχνης, είναι ο ίδιος ο Άσενμπαχ και όλες οι επιλογές που τον οδήγησαν στην Βενετία σε ένα σύντομο ταξίδι αναψυχής και το πως εκεί το τελείως ορθολογικό και πάνω από όλα πειθαρχημένο μυαλό του αποδιοργανώνεται. Ο έρωτας είναι η θρυαλίδα, όχι ο σκοπός, είναι ο τρόπος που χρησιμοποεί ο Μαν για να εξετάσει το ποιητικό υποκείμενο και να προσεγγίσει τον άνθρωπο.

Ο έρωτας είναι το σοκ που βγάζει τον Άσενμπαχ από την ζώνη ασφάλειας και πειθαρχίας μέσα στην οποία κινείται όλη του τη ζωή. Και από τη στιγμή που ο Μαν τοποθετεί τον πρωταγωνιστή του σε άγνωστα νερά, παίρνει θέση παρατηρητή και ταξιδεύει μαζί του στην αναρχία του συναισθήματος και το χάος της ομορφιάς.

Κι αυτός είχε υπηρετήσει, κι αυτός είχε γίνει στρατιώτης και πολεμιστής, ακριβώς όπως ορισμένοι από κείνους -γιατί η τέχνη ήταν ένας πόλεμος, ένας φθοροποιός αγώνας που κανένας σήμερα δεν αντέχει για πολύ. Είχε ζήσει μία ζωή γεμάτη πείσμα, αυστηρή, σταθερή και έγκρατη, που την έχει αναγάγει σε σύμβολο ενός ηρωισμού τρυγερού και επίκαιρου -είχε το δικαίωμα να τη χαρακτηρίζει αντρίκια, ακόμη και γενναία, κι αναρωτιόταν αν μία τέτοια ζωή δε θα’ταν ταιριαστή κι ελκυστική στα μάτια του θεού του Έρωτα που τώρα τον εξουσίαζε.

Ο Μαν εξετάζει ποικιλοτρόπως την ψυχοσύνθεση του συγγραφέα και τους τρόπους μέσω των οποίων παράγει το έργο του. Από αυτήν την άποψη το βιβλίο είναι μία μοναδική ξενάγηση μέσα στο μυαλό ενός ανθρώπου που το γράψιμο είναι η ζωή του και όχι το χόμπυ του. Μπαίνω ξανά και ξανά στον πειρασμό να παραθέσω περισσότερα, μεγαλύτερα αποσπάσματα από το βιβλίο για να γίνω πιο συγκεκριμένος. Τί ζωή κάνει ένας ταγμένος συγγραφέας; Ποια είναι η σχέση του με ένα έργο που γράφεται σε βάθος χρόνου; Πώς αντιμετωπίζει την κριτική του περίγυρου; Τι είναι τέλος πάντως αυτό που ονομάζουμε έμπνευση; Πώς αντιδρά όταν ερωτεύεται;

Ένας πειρασμός στον οποίο δεν θα ενδώσω, γιατί ξαφνικά το άρθρο θα γίνει μία ατελείωτη παράθεση παραγράφων. Παραγράφων στις οποίες ο Μαν θα απαντήσει μέσω του Άσενμπαχ σε όλα τα παραπάνω με έναν αποστομωτικό και απίστευτα ικανοποιητικό τρόπο, αναλύοντας τον πρωταγωνιστή του με χειρουργική ακρίβεια.

Δεν θα πω τι συμβαίνει στο τέλος. Ο “Θάνατος στη Βενετία” είναι από εκείνα τα βιβλία που σε επιβραβεύουν από την αρχή μέχρι το τέλος, έτσι οι τελευταίες σελίδες έχουν μεν την αίγλη της κατάληξης, δεν ειναι οι μόνες που αξίζουν όμως. Αν δεν έχετε ξαναδιαβάσει Τόμας Μαν η γραφή του θα σας εκπλήξει. Δεν είναι τόσο η γλώσσα που χρησιμοποιεί, ένα ιδιαίτερα πετυχημένο παράδειγμα ισορροπίας ανάμεσα στο λόγιο και το καθημερινό, όσο η απολύτως πετυχημένη επιλογή λέξων που κάνει.

Κάθε μία μοιάζει να είναι τοποθετημένη στη φυσική της θέση. Κάθε τι μοιάζει να ειπώνεται με τρόπο που δεν αφήνει αμφιβολία πως είναι ο πιο πετυχημένος. Από μία ατελείωτη εργαλειοθήκη ο Μαν επιλέγει ακριβώς ό,τι του χρειάζεται χωρίς να σπαταλά καθόλου χώρο. Ακόμα και όταν οι περιγραφές εκτείνονται σε μία ή δύο σελίδες, η γλώσσα είναι πάντα πρωτότυπη και ποτέ δεν κουράζει τον αναγνώστη.

Καλώ τον αναγνώστη λοιπόν να εστιάσει στην περιγραφή και στα πρόσωπα, και όχι τόσο στην ιστορία. Ο στόχος της αφήγησης είναι η επεξήγηση της πορείας του Άσενμπαχ από την τάξη στο χάος. Η νίκη του συναισθήματος, ο θάνατος της πειθαρχίας μέσα σε μία Βενετία που τη μαστίζει η αρρώστια, μέσω ενός άντρα που έχει γεράσει μα θέλει να ζήσει τον έρωτα… μέσω ενός αγοριού που είναι το απόλυτο κάλλος.

Προσωπικά, θα ήθελα λίγη περισσότερη ένταση και ίσως να γνωρίζαμε περισσότερο το αγόρι, και όχι το είδωλο του αγοριού μέσα από τα μάτια του Άσενμπαχ. Από την άλλη, κάτι μου λέει πως αυτό επίτηδες δεν ήταν μέσα στα σχέδια του Μαν. Στη θέση του καλλίγραμμου αγοριού θα μπορούσε να είναι μια πλημμύρα ή ένας τυφώνας, μία φυσική καταστροφή που θα δημιουργούσε νέες ανεξερεύνητες συνθήκες για τους πληγέντες.

Και όπως είναι γνωστό οι καταστροφές δεν περιγράφονται με λόγια, μόνο από το αντίκτυπο.

 

Σχόλια