Δανάη Λοΐζου Μάνσκε

danΠιστεύω πως ο 10χρονος εαυτός μου, αν με γνώριζε σήμερα, αρχικά θα με περιεργαζόταν πολύ προσεκτικά, διότι θα έψαχνε οικεία χαρακτηριστικά του πάνω μου. Μόνο τα ρούχα δεν θα πολυκοιτούσε, διότι τα βαριέται αυτά. Τον διάλογό μας τον φαντάζομαι ως εξής:

δ: Ψιλοαπαγοητευμένη: «…Θα βάλω γυαλιά;»

Δ: «Σε λίγους μήνες από τώρα».

δ: «Μα κόκκινα; Πως σου ήρθε;».

Δ: «Μου άρεσαν. Κάποια μέρα θα συνειδητοποιήσεις και εσύ ότι μπορείς να φοράς ότι σου αρέσει».

δ: «Τώρα δηλαδή εσύ έχεις σχεδόν τη διπλάσια ηλικία από εμένα;»

Κουνάω καταφατικά το κεφάλι μου.

δ: «Δεν φαίνεσαι μεγάλη…»

Δ: «Πόσο μεγάλη νόμιζες θα φαινόσουν στα 19;»

δ: «Πολύ. Ούτε έχεις ψηλώσει ιδιαίτερα. Γιατί δεν ψήλωσες λίγο ακόμα; Το ψηλότερο παιδί της τάξης ήσουν».

Δ: «Μην με κατηγορείς, δεν φταίω εγώ. Άλλωστε τι σήμασία έχει; Αφού δεν παίζω πια μπάσκετ».

δ: «Καλά, γιατί μου το ‘κανες αυτό; Δεν θυμάσαι πόσο δύσκολο ήταν να γίνεις καλή; Δηλαδή εγώ χάνω τον χρόνο μου όταν προπονούμαι;  Γιατί δεν φοράς φόρμα; Τόσο βολικές είναι και το ξέρεις. Και γιατί άλλαξες το μαλλί σου και σταμάτησες να τρως τα νύχια σου; Αποφάσισες τελικά πως θες να είσαι σαν τα άλλα κοριτσάκια; Σαν αυτές τις κότες στο σχολείο;» με ρωτάει ανήσυχα.

Γελάω. «Μην ανησυχείς, καμία σχέση. Δεν σε έχω προδώσει, απλά πλέον κάνω άλλα πράγματα».

Απελπίζεται. «Γιατί ήρθες; Αφού δεν μοιάζουμε σε τίποτα. Δεν σε γνωρίζω και με τρομάζεις».

Δ:«Θες να φύγω;»

δ: «Όχι…»

Δ: Κάθομαι δίπλα της. «Δεν άλλαξαν πολλά. Ακόμα δεν έχω μάθει μαθηματικά».

Μου ρίχνει ένα νευριασμένο βλέμμα. Όταν όμως βλέπει το ύφος μου, ψιλογελάει. «Έπρεπε να μου το θυμίσεις αυτό, βλαμμένη; …Τέλοσπάντων. Τώρα δηλαδή είναι που μου δίνεις συμβουλές για το μέλλον;»

Δ: «Θα ‘θελα πολύ, όμως δεν μπορώ. Έχω πολλά πράγματα να σου πω, όμως τίποτα από αυτά δεν θα σε βοηθούσε τώρα. Μόνο, να επιλέγεις να κάνεις πάντα αυτό που σου αρέσει. Και να μη φοβάσαι να διεκδικείς αυτό που θέλεις».

δ: «Σώθηκα».

Δ: «Είσαι τόσο καλή στο να με ανταγωνίζεσαι. Μόνο στους άλλους δεν το κάνεις».

δ: «Φυσικά και όχι. Θέλω να είμαι ευγενική. Εσύ έχεις γίνει εγωίστρια. Αν ήμουν σαν και εσένα, τώρα δεν θα είχα καθόλου φίλους».

Δ: «Έχεις τη Μελίνα και τη Δάφνη».

δ: «Θα φύγουν, ζώον. Η Δάφνη μετακομίζει και η Μελίνα θα φύγει σε λίγα χρόνια και ποιός ξέρει πότε θα τις ξαναδώ. Θα μείνω μόνη».

Δ: «Δεν θα μείνεις μόνη. Είμαστε ακόμα φίλες, και θα τις βλέπεις συνέχεια. Και θα είσαι ελεύθερη να παίρνεις αποφάσεις για τον εαυτό σου, και θα μάθεις να κάνεις πολλά πράγματα και ο κόσμος θα σε καταλαβαίνει καλύτερα, και θα πάρεις γατάκι».

δ: «Αλήθεια;» Τα μάτια της γεμίζουν ελπίδα. «Το υπόσχεσαι;»

Δ: «Θα σου έλεγα ποτέ ψέματα;»

δ: «Λοιπόν ίσως και σε αγαπάω τελικά. Νομίζω».

Κατερίνα Τσαρούχα

katerina

Ξεκινώ να γράψω μια πιθανή «κριτική» του (πρόωρα ώριμου;)10χρονου εαυτού μου προς μια 20χρονη πια Κατερίνα, ακούγοντας ένα ροκ τραγούδι, σημάδι της λυκειακής ηλικίας, που πολύ αυθόρμητα επέλεξα να παίξει. https://www.youtube.com/watch?v=RhTU_FksdGE  

Και σκέφτομαι ότι κάθε πράγμα έχει και θέλει τον καιρό του.

‘ Κατερίνα άκουσέ με, σε παρακαλώ που θέλω να σου πω. Κατερίνα, άκου, εε Κατερίνα! Ακούς;; (Ακούω). Ρε παιδί μου, να, σκεφτόμουν την ώρα που παίζαμε ότι, πώς να στο πω…Σε βλέπω διαφορετική, κάπως. (Λογικό είναι). Και ναι, που λες, σε βλέπω διαφορετική και στενοχωριέμαι και θέλω να σου εξηγήσω γιατί. (Ωχ.) Λοιπόν. Άκου. Εμένα ξέρεις ότι μου αρέσει πολύ να διαβάζω και αγαπάω τα Αγγλικά και θέλω να γίνω δασκάλα αγγλικών όταν μεγαλώσω, αλλά εσύ τώρα που μεγάλωσα δεν θέλεις πια και με μπερδεύεις. Γιατί δεν θέλεις;; (Οι αποφάσεις αλλάζουν). Δεν σε καταλαβαίνω, όμως. Και εκτός από αυτό ρε Κατερίνα, εμένα μου αρέσει πολύ να παίζω με τα άλλα παιδάκια κι ας διαβάζω κι ας με μαλώνει η μαμά κι ο μπαμπάς αν καμια φορά δεν κάνω τα μαθήματά μου, αλλά μου αρέσει να κατεβαίνω στην πυλωτή και να παίζω. Εσύ γιατί μόνο διαβάζεις και δεν παίζεις τους φίλους και τις φίλες σου; Αυτό με νευριάζει μπορώ να σου πώ, όχι απλά με στενοχωρεί. Πρέπει να θυμηθείς ότι πρέπει να παίζουμε τα άλλα παιδάκια. Αμάν πια, μεγάλωσα και πάλι εγώ πρέπει να στα λέω;; Ουφφ.. (….) Ναι, τώρα δεν μου απαντάς ε; (Λάθη; Προτεραιότητες;). Εγώ αυτά δεν τα καταλαβαίνω. Αλλά άμα το σκφετείς λίγο, δεν είναι σαν αυτό που λέει η μαμά για το φαγητό μας; Λίγο από όλα; Αυτό δεν πρέπει να κάνεις κι εσυ; Έ; (…). Εεεεε με έχεις φέρει μέχρι εδώ. (Γελάω). Άκου εδώ κυρία Κατερίνα που γελάς. Εγώ αυτό που ξέρω είναι ότι πρέπει να χαμογελάμε και να τραγουδάμε και να χορεύουμε και να παίζουμε γιατί (Κατερινάκι η ζωή περνάει και) εγώ κάθομαι και σου μιλάω και έχω μεγαλώσει και έχεις αλλάξει πολλά από αυτά που συμφωνήσαμε (Κατερινάκι) και θέλω να ξέρω τουλάχιστον ότι (ξέρω που βαδίζω) μαζί σου και ότι μπορεί να σκέφτεσαι αλλιώς αλλά ότι εμένα δεν θα με αφήσεις να φύγω από την καρδούλα σου γιατί θα στενοχωρηθώ και θα κρυφτώ. Κι αν κρυφτώ εσύ μετά δεν θα μπορείς να με βρεις γιατί θα έχω μπει στην ντουλάπα κάτω από τις κουβέρτες και θα σκάσω, θα γίνω αέρας και μετά δεν θα μπορείς να με βρεις, όχι γιατί δεν θα κοιτάξεις στη ντουλάπα, αλλά γιατί «έφυγες» και ξέχασες να «γυρίσεις».

 ‘Μην με ξεχάσεις,’ αυτό θα μου έλεγε ο δεκάχρονος εαυτός μου.

‘Μην με ξεχάσεις.’

Γιάννης Βανδής

Ψάχνω να βρω τον δεκάχρονο εαυτό μου στην παλιά μου γειτονιά. Δεν τον βρίσκω πουθενά. Μετά από μισή ώρα τον πετυχαίνω στο συντριβάνι της άλλοτε εγκαταλελειμένης παραλιακής. Δεν γυρίζει καν να με κοιτάξει.

Γιαννάκης: Σε περίμενα.

Γιάννης: Αφού ούτε καν εγώ δεν ήξερα ότι σε ψάχνω, αποκλείεται να το ήξερες εσύ.

Γιαννάκης: Άκου να δεις.Το ξέρεις ότι σε φαντάζομαι συχνά. Η ζωή μου είναι τόσο χάλια που το μόνο που μου μένει είναι να ονειρεύομαι τη ζωή μου κοντά στα 30.  Ήξερα ότι κάποια στιγμή θα έρθεις να μου δείξεις πόσο έξω έπεσα.

Γιάννης: Και γιατί έπεσες έξω;

Γιαννάκης: Καταρχήν, πως είσαι ντυμένος έτσι; Αίσχος.

Γιάννης: Γιατί ρε, εσύ είσαι καλύτερος;

Γιαννάκης: Εμένα με ντύνει η μαμά. Εσένα ποια είναι η δικαιολογία σου;

Γιάννης: Δυστυχώς, ήμουν πιο ξινός από ότι θυμάμαι. Γιατί είσαι τόσο επιθετικός και απαισιόδοξος; Που είναι η παιδικότητά σου;

Γιαννάκης: Την πήρες όλη εσύ απ’ ότι φαίνεται. Γιατί χαμογελάς συνέχεια σα βλάκας;

Γιάννης: Μου φάνηκε ο καλύτερος τρόπος να σε προσεγγίσω. Είσαι πολύ σκληρός μαζί μου νομίζω.

Γιαννάκης: Δεν κοιτάς τα χάλια σου λέω ‘γω. Που θα με κρίνεις κιόλας.

Γιάννης: Καλά ρε είσαι τελείως χαζός; Έρχομαι από το μέλλον σου, κι αντί να με ρωτήσεις πράγματα κάθεσαι και με κράζεις;

Γιαννάκης: Δεν έχεις άδικο.. Εντάξει! Εσένα σε επισκέφθηκε ο 40άρης εαυτός μας;

Γιάννης: Ε… όχι.

Γιαννάκης: Λες να έχουμε πεθάνει μέχρι τα 40 και γι’ αυτό να μη σε έχει επισκεφτεί;

Γιάννης: Μπα.. Λογικά τα πίνουν κάπου με τον εξηντάρη εαυτό μας. Άλλωστε, Γιάννης κερνάει  Γιάννης πίνει. Χαχαχα, το ‘πιασες;

Γιαννάκης:

Γιάννης: Ας είναι.. Άλλη ερώτηση; Δε σε απασχολεί τίποτα; Τι ονειρευόμουν στα δέκα μου; Δε θες να μάθεις αν έγινα αυτό που ήθελες;

Γιαννάκης: Μπα.. Με νοιάζει αυτό που είμαι τώρα. Εσένα σου αρέσει αυτό που είσαι τώρα;

Γιάννης: Ναι, μια χαρά είναι. Γενικά ρε παιδί μου, δε σε απασχολεί κάτι; Δε θες να με ρωτήσεις τίποτα;

Γιαννάκης: Είμαι 10. Σαν τι να με απασχολεί; Το σχολείο;

Γιάννης: Ρε πας καλά; Εγώ στην ηλικία σου είχα βγάλει την πρώτη μου γκόμενα.

Γιαννάκης: Εμ… Όχι, δεν είχες. Και μη λές «γκόμενα».  Πότε θα βγάλουμε γκόμενα, αλήθεια;

Γιάννης: Κοίτα. Δε θέλω να σε απογοητεύσω.. Αλλά η εφηβεία δε μας φέρθηκε καθόλου καλά. Παραμένουμε φλωράκια μέχρι τέλη λυκείου. Με τα κορίτσια αργούμε να δούμε φως. Κι αυτό που σκέφτεσαι με την Κατερίνα, ξέχνα το. Για το καλό σου στο λέω.

Γιαννάκης: Για καλό ήρθες;

Γιάννης: Αν ήταν στο χέρι μου δε θα ερχόμουν καθόλου. Στα 12 φτιάχνει η κατάσταση, αλλά ρε φίλε… σε περιμένουν 1-2 πολύ μίζερα χρόνια.

Γιαννάκης: Χριστέ μου κακό που με βρήκε. Τουλάχιστον εσύ είσαι καλά;

Γιάννης: Ναι, είμαι πολύ καλά.

Γιαννάκης: Ναι, τρίψτο μου στη μούρη.Αίσχος. Πάω σπίτι να περιμένω να μεγαλώσω.

Ζωή Κρητικού

vilelm

Πόσα πράγματα μου έρχονται στο μυαλό, σκεπτόμενη αυτή την ερώτηση. Ίσως με τρομάζει το τι θα γράψω, θετικά ή αρνητικά πράγματα; Ας απαντήσω στην ερώτηση στο τέλος, σαν συμπέρασμα. Ξεκινάω με τους στόχους μου, οι οποίοι κατά έναν περίεργο λόγο δεν διαφέρουν και πολύ (!) από όταν ήμουν 10 χρονών! Goal 1: να σπουδάσω νηπιαγωγός, το επάγγελμα των ονείρων μου. Ο στόχος επιτεύχθηκε! Goal 2: Να έχω στην ζωή μου ανθρώπους που αγαπώ και με αγαπούν, χωρίς ψεύτικες σχέσεις φιλίας. Ο στόχος, αν και είναι ατέρμονος, ως τώρα έχει πολύ θετικά αποτελέσματα! Goal 3: Να προσπαθώ πάντα για πράγματα που θέλω πολύ και να στηρίζομαι στις δικές μου δυνάμεις. Ως τώρα δεν έχω αθετήσει τίποτα από τα δύο!  Πολλά πράγματα έχουν προστεθεί με τον καιρό τόσο στην ιδεολογία μου όσο και στα θέλω μου αλλά πάντα σχετίζονται με τους στόχους που είχα θέσει από πολύ μικρή ηλικία. Τι θα μου έλεγε λοιπόν ο 10χρονος εαυτός μου αν με γνώριζε σήμερα; Μάλλον ένα μπράβο, θα με έπαιρνε μια φιλική και ανακουφιστική αγκαλιά επιβεβαιώνοντας μου ότι έχω φτάσει σε ηλικία κατά 11 χρόνια μεγαλύτερη έχοντας μείνει πιστή κι έχοντας εκπληρώσει στόχους και θέλω που υπήρχαν πάντα. Σίγουρα, θα μου έλεγε ότι θα με εμπιστευόταν και για το μέλλον, που καλούμαι να διευρύνω τους στόχους που σχετίζονται με τα κύρια χαρακτηριστικά της ζωής: επάγγελμα, σχέσεις, θέλω. Και το κυριότερο; Θα μου πρόσφερε ένα γλυκό και μοναδικό χαμόγελο όπως αυτό που βλέπω κάθε φορά στα πρόσωπα των ανθρώπων που χαίρονται για μένα και τα επιτεύγματα μου! Συνεπώς, κάπου εδώ μάλλον καταλήγω σε ένα μάλλον αισιόδοξο συμπέρασμα: οι αλήθειες και τα γεγονότα που ανέφερα είναι πολύ πολύ θετικά, πράγμα που με κάνει να χαίρομαι για αυτό τον αναστοχασμό!

Ελένη Βαλσαμάκη

ele

Ελενίτσα, μα δεν άλλαξες καθόλου; Ακόμα δεν έχεις χορτάσει τα μιλφέιγ και τη σοκολάτα; Σε καταλαβαίνω απόλυτα. Άκου όμως κάτι που έχεις ξεχάσει:

Τα μολύβια και οι μαρκαδόροι μπορούν πάντα να ζωγραφίζουν τα πιο μεγάλα όνειρά σου. Οι χάρακες και ο διαβήτης να δίνουν την ακρίβεια στα σχέδιά σου. Όμως χρειάζεται να είσαι πάντα παρούσα – ψυχή τε και σώματι – κατά το μαγείρεμα. Σίγουρα θα κάνεις λάθη στη συνταγή και άλλες φορές θα σου βγει πιο γλυκιά, άλλοτε πιο πικρή, ίσως ξινή πολλές φορές. Μην πτοειθείς. Συνέχισε να δοκιμάζεις. Η επιλογή των συστατικών είναι δική σου. Κάπου κάπου ίσως να κάνεις κι εκπτώσεις. Προσπάθησε να τις αποφύγεις αλλά αν νιώθεις ότι είναι μονόδρομος, φρόντισε να μάθεις κάτι και από εκεί και να το αξιοποιήσεις. Μην αδικήσεις ποτέ ακόμα κι όταν αδικηθείς. Στο τέλος μένει μια άχαρη γεύση που δύσκολα την αποχωρίζεσαι.

Η μαμά πάντα θα σου λέει να προσέχεις, σταμάτα επιτέλους να εκνευρίζεσαι!

Όλοι γύρω θα σου βάζουν κανόνες που θα τους νιώθεις σαν εμπόδια σε ό,τι κάνεις. Κράτα απόσταση και χρησιμοποίησε λογική και ψυχραιμία ώστε να μην αποτελέσουν απειλές για το έργο σου. Η ζωή σου δεν θα σταματήσει ποτέ να είναι απρόβλεπτη. Δέξου το. Ακόμα και η πιο ασφαλής διαδρομή θα είναι μια νέα περιπέτεια στην οποία πάντα θα είσαι εσύ πρωταγωνίστρια. Κι επιτέλους παραδέξου ότι λατρεύεις τις εκπλήξεις και τις ανατροπές! Και το τραγούδι, αλλά κράτα το μόνο για το ντουζ… εκτός κι αν αποφασίσεις να γίνεις διάσημη παράφωνος και μόνο αν σου εξασφαλίσουν διεθνείς περιοδίες. Θα είναι μια λύση στο πρόβλημα του πώς θα γυρίσεις όλον τον κόσμο.

Εννοείται πως δεν είναι εφικτό να τα προλάβεις όλα όσα θες σε αυτή τη σεζόν. Κράτα κάτι και για την επόμενη. Αλλά μην επαναπαύεσαι στα λίγα. Προσπάθησε κι άλλο και ζήτα βοήθεια από τους γύρω σου. Σίγουρα θα υπάρχουν κι άλλοι που θα οραματίζονται τον ίδιο στόχο και δεν υπάρχει ωραιότερο συναίσθημα από το να μοιράζεσαι.

Πολλές φορές θα βαριέσαι, ΜΗΝ ανοίξεις τηλεόραση!

Τούνη Βιλελμίνη

zoi

Τι θα έλεγε ο δεκάχρονος εαυτός σου αν σε γνώριζε; Αυτή η ερώτηση, παρόλο που κανείς δεν μπορεί να την απαντήσει με βεβαιότητα, δίνει σίγουρα την αφορμή για ενδοσκόπηση και απολογισμό. Κι αυτό γιατί πρέπει με κάποιο τρόπο να γυρίσεις το χρονοδιακόπτη της ζωής και να την κάνεις να σταματήσει σε ένα σημείο της ζωής σου στο οποίο τα ενδιαφέροντά σου, οι πεποιθήσεις σου και ο κόσμος σου γενικότερα ήταν διαφορετικά. Ο κόσμος αυτός παρέχει τις βάσεις για τη σημερινή σου ιδιοσυγκρασία κι η ηλικία των δέκα είναι ιδιαίτερα κομβική πριν την είσοδο στην εφηβεία.

Κι ενώ, λοιπόν, παίζεις με τους φίλους σου κρυφτό και γελάς ξέγνοιαστα, έρχεται μια εικοσάχρονη και σου λέει «Έτσι θα είσαι μετά από δέκα χρόνια». Όχι, δεν περιμένω να  χαρεί, περιμένω να με κοιτάξει με απορία και παράπονο γιατί δεν είμαι όπως τα είχε ονειρευτεί: δεν έχω γίνει ούτε δύτης-φωτογράφος (δεν ξερώ καν αν υπάρχει αυτό το επάγγελμα), ούτε δασκάλα, ούτε οποιαδήποτε άλλη φιλοδοξία είχε ο δεκάχρονος εαυτός μου. Αντίθετα, σπουδάζω αγγλικά και θέλω να γίνω γλωσσολόγος. Ο δεκάχρονος εαυτός μου δεν είχε ιδέα τι είναι γλωσσολόγος. Όπως επίσης δεν είχε ιδέα τι κάνει ένας δύτης ή ένας φωτογράφος.

Κι εκτός από τις επαγγελματικές προτιμήσεις που άλλαξαν μέσα σε δέκα χρόνια, ο δεκάχρονος εαυτό μου θα επεξεργαζόταν σίγουρα και την αλλαγή στην εξωτερική εμφάνιση. Είναι ενδιαφέρον να παρατηρείς τις αλλαγές στο σώμα και το πρόσωπο. Ξαφνικά μοιάζω στον δεκάχρονο εαυτό μου ψηλή, σχεδόν στο ύψος των γονιών μου, με διαφορετικές σωματικές αναλογίες και πρόσωπο πιο οβάλ από αυτό του παιδικού εαυτού  μου.  Αν εξαιρέσουμε το βλέμμα, που φαίνεται να  παραμένει ίδιο ακόμη και μετά από δέκα χρόνια ανάπτυξης, τα σωματικά χαρακτηριστικά προδίδουν την μετάβαση από την παιδική στην ενήλικη ζωή.

Το να φαντάζεσαι πως συναντάς τον ενήλικο ή τον παιδικό σου εαυτό αντίστοιχα είναι  η  πρόκληση του να βλέπεις πώς έχουν επιδράσει πάνω σου τα χρόνια που μεσολάβησαν, είναι σαν δύο εικόνες: το πριν και το μετά. Παρόλα αυτά πιστεύω πως η διαδικασία διάπλασής μας δεν συμβαίνει μια φορά αλλά δια βίου. Για το λόγο αυτό πρέπει διαρκώς να μεριμνούμε να γινόμαστε καλύτεροι και να αφουγκραζόμαστε τις αλλαγές που συντελούνται στις διάφορες ηλικίες διότι ζωή σημαίνει εξέλιξη και όχι στασιμότητα.

Σχόλια