Ιαπωνία, η χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου – ονομασία οφειλόμενη στην γεωγραφική τοποθεσία της χώρας, καθώς η Ιαπωνία ειναι η πιο ανατολική χώρα στον χάρτη. Ιαπωνία, η χώρα που παρόλα αυτά, κατηγοριοποιείται ως δυτική.
Με πεισματικά απομονωτική πολιτική, στην αρχή η Ιαπωνία διατηρούσε εμπορικές σχέσεις μόνο με την Ολλανδία και την Κίνα, μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα όπου οι Αμερικάνοι “άνοιξαν” την χώρα στο διεθνές εμπόριο. Συνεπώς, οι πρώτες επαφές του Ιαπωνικού λαού με τον Σαίξπηρ έγιναν στην Ολλανδική και Κινέζικη γλώσσα, με την πλήρη μετάφραση των έργων του στην Ιαπωνική να αργεί να πραγματοποιηθεί. Για παράδειγμα, η πρώτη μετάφραση ενός εκτενούς μονολόγου του Άμλετ έγινε σε ένα σατυρικό Ιαπωνικό περιοδικό, το Japan Punch, το 1874.
Αν και αρχικά τα σαιξπηρικά έργα αντιμετωπίστηκαν ως έργα του θεάτρου, πολύ σύντομα ο κόσμος άρχισε να τα αντιμετωπίζεςι ως καθεαυτά λογοτεχνικά. Ειδικά τον Άμλετ (προφανώς το πιο πολύπλοκο από τα έργα του συγγραφέα), που τον αντιμετώπιζαν ως παράθυρο της ιδιοσυγκρασίας και ψυχοσύνθεσης του δυτικού πνεύματος. Οι μεταφορές του Άμλετ στο ιαπωνικό θέατρο (κυρίως καμπούκι) άρχισαν με το που εκδόθηκαν οι πρώτες μεταφράσεις, σε μια προσπάθεια να εκμοντερνιστεί η ιαπωνική δραματική τέχνη, τροποποιώντας κάθε φορά το έργο και εμποτίζοντας το με τον τοπικό πολιτισμό.
Η πρώτη κινηματογραφική μεταφορά έργου του Σαίξπηρ τολμήθηκε από τον Ακίρα Κουροσάβα το 1957 με την ταινία “Ο Θρόνος του Αίματος”. Δεν θα αφιερωθεί χρόνος για τυχόν συστάσεις του Κουροσάβα – αν δεν γνωρίζετε ποιός είναι τότε πρέπει να σας ρωτησω τί καιρό κάνει στο πλανήτη σας. Η ταινία μεταφέρει τον Μακβέφ στην μεσαιωνική Ιαπωνία, όπου ο σαμουράι και έπειτα φεουδάρχης Βάσιζου Τακετόκι (Τόσιρο Μίφουνε) μέσα σε ένα μυστηριώδες και μεταφυσικό κάστρο έρχεται αντιμέτωπος με πολιτικές ίντριγκες και ανεξήγητα γεγονότα. Στο τέλος, ο Βάσιζου πεθαίνει από το ίδιο του το στράτευμα σε αντίθεση με το πρωτότυπο κείμενο που θέλει τον πρωταγωνιστή να σκοτώνεται από τον αντίπαλο του. Μάλλον επειδή και ο ίδιος ο Κουροσάβα είχε μια πολύ γκρίζα και τραγική οπτική του κόσμου και ειδικότερα της ανθρώπινης φύσης. Η ταινία επηρεάζεται βαθιά από το Noh, (ιαπωνική μορφή θεάτρου χρονολογούμενη από τον 14ο αιώνα, στοχευμένη σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα- δηλαδή τους σαμουράι) τόσο μουσικά όσο και αισθητικά. Οι ηθοποιοί δηλάδή ερμηνεύουν τους ρόλους τους μέσα από τις συμβάσεις και τους συμβολισμούς του θεάτρου Noh κρατώντας απόσταση από τον ρεαλισμό της δυτικής δραματουργίας.
Ο “Θρόνος του Αίματος” εντυπωσίασε θεατές και σκηνοθέτες σε Ιαπωνία και εξωτερικό, ενώ σήμερα θεωρείται ταινία-σταθμός του Ιαπωνικού κινηματογράφου. Παραδείγματός χάρη, στην ταινία κινουμένων σχεδίων Millennium Actress (2001), του στούντιο Madhouse (Claymore, Deathnote, Last Order: Final Fantasy VII), όπου μία σπουδαία ηθοποιός στην δύση της ηλικίας της μας μεταφέρει αναπολώντας την ζωή της σε μεγάλες επιτυχίες του Ιαπωνικού σινεμά, ανάμεσα σε αναφορές ταινιών όπως “Godzilla” και “Tokyo Story”, εμφανίζονται χαρακτήρες και σκηνές από τον “Θρόνο του Αίματος”.
Μόλις τρία χρόνια μετά, το 1960, ο Κουροσάβα σκηνοθετεί την δεύτερη, βασισμένη στον Σαίξπηρ, ταινία του, το “Οι κακοί κοιμούνται ήσυχα”. Η ταινία τοποθετείται στην σύγχρονή τότε Ιαπωνία με πρωταγωνιστή πάλι τον Τόσιρο Μίφουνε στον ρόλο του Άμλετ ή αλλιώς Κόιτσι Νίσι, ένα μη-αναγνωρισμένο παιδί ενός αδικοχαμένου στελέχους μεγάλης εταιρείας ή, ακριβέστερα, ενός αυτόχειρα που με την πράξη του αυτή κάλυψε τον διεφθαρμένο προϊστάμενο του, τον Κλαύδιο ( στον έργο ως Ιβάμπουσι ). Στην ταινία δεν υπάρχουν πολλά που να θυμίζουν τον Άμλετ παρά μόνο η βούληση του πρωταγωνιστή να εκδικηθεί τον άνθρωπο που ευθύνεται για τον θάνατο του πατέρα του με κάθε κόστος. Η ταινία, όπως και οι περισσότερες του Κουροσάβα, είναι πικρή και απαισιόδοξη – σχεδόν μηδενιστική. Ο Κόιτσι ενώ ήταν πολύ κοντά στον στόχο του, δηλάδή να ξεσκεπάσει τους διεφθαρμένους της εταιρείας και να δικαιώσει την μνήμη του πατέρα του, τελικά δολοφονείται από τον Ιβάμπουσι με τα ίχνη και αυτού του φόνου να καλύπτονται, αφήνοντας τον δολοφόνο ατιμώρητο. Το “Οι κακοί κοιμούνται ήσυχα” δείχνει ακριβώς ότι λέει και ο τίτλος του. Το πως οι άνθρωποι χωρίς αρχές και ηθικούς φραγμούς κινούν τα νήματα αυτού του κόσμου με όσους προτάσουν την τιμή και το καθήκον να ισοπεδώνονται. Η ταινία είναι ουσιαστικά μία κριτική για την διαφθορά, σε μια μεταπολεμική Ιαπωνία που βρίσκεται σε κρίση αξιών χωρίς να αφορίζει την παραδοσιακή Ιαπωνική κουλτούρα προς όφελος της Δυτικής, ή το αντίστροφο. Ο Κουροσάβα αναλύει την ανθρώπινη ψυχή και το χάος που προκαλείται όταν ο άνθρωπος καλείται να ζήσει κοινωνός με άλλους ανθρώπους, παραβιάζοντας ιερά και όσια για το δικό του μόνο υποκειμενικό καλό.
Μετά από τον Μακβέθ και τον Άμλετ, ο Κουροσάβα καταπιάνεται με τον Βασιλιά Ληρ, στην τελευταία επική του ταινία, το “Ραν” (1985). Ο βασιλιάς Ληρ και οι τρείς κόρες του στην Βρετανία για τον Κουροσάβα γίνονται ο φεουδάρχης Χιντετόρα Ιτσιμόντζι και οι τρεις γιοί του στην μεσαιωνική Ιαπωνία. Ο Ληρ στο πρωτότυπο έργο είναι ενας ισχυρός μεν άντρας που, εξαιτίας της δε προχωρημένης ηλικίας του, παραχωρεί τον θρόνο του στους απογόνους του, που τον ανταμείβουν με σκληρότητα, μηχανορραφίες και τέλος, τον θάνατο. Το χαρακτηριστικό του Ληρ είναι ότι έρχεται αντιμέτωπος με δυσάρεστα γεγονότα τα οποία δεν άξιζε, όντας καλός άνθρωπος. Στο Ραν όμως, ο Χιντετόρα είναι στην καλύτερη περίπτωση αυταρχικός, στην χειρότερη, κτήνος. Η εναντίωση των γιών του προς το πρόσωπό του μπορεί κάλλιστα να δικαιολογηθεί από τον απαίσιο χαρακτήρα του φεουδάρχη, καθιστώντας τον έτσι άξιο της μοίρας του. Επομένως, η ιστορία του Βασιλιά Ληρ μεταλάσσεται εντελώς. Ο ίδιος ο Κουροσάβα εξάλλου είχε δηλώσει πως είχε μείνει ανικανοποίητος από τον Βασιλιά Ληρ ως προς το ότι δεν του αποδίδοταν κανένα υπόβαθρο. Κεντρικά θέματα της ταινίας είναι η μοναχικότητα του ανθρώπου στο σύμπαν, η γελοιότητα της ελπίδας για το μέλλον, η ισοπέδωση των θείων και η ματαιότητα της άνθρώπινης ύπαρξης σε έναν κόσμο που δεν ενδιαφέρεται. Καλοί χαρακτήρες, όπως η Σουέ, χάνονται εξαιτίας του φαύλου περίγυρου τους, μια ολόκληρη γενιά αποδεκατίζεται από τον ίδιο τον πατριάρχη της με εκείνον, γέρο πια και αναλύοντας όλη του την δύναμη, να μένει μόνος χωρίς οικογένεια, σπίτι, ακόλουθους. Ως “Διαταραγμένος” και “Επανάσταση”μπορεί να μεταφραστεί ο τίτλος της ταινίας, και όντως το “Ραν” διαταράσσει τον θεατή – προκαλεί για επανάσταση – .
Το 2007 τώρα, στην τηλεόραση, εμφανίζονται δύο πολύ διαφορετικές μεταξύ τους σειρές βασισμένες στον Σαιξπηρ, μία σειρά αφιερωμένη στον Σαίξπηρ αποτελούμενη απο 2 τηλεταινίες, με τίτλους “Osama No Shinzo” και “Romeo and Juliet” (που βασίζονται στον Βασιλιά Ληρ και Ρωμαίο και Ιουλιέτα αντίστοιχα) και η άλλη σειρά, άνιμε, βασισμένη και αυτή στο Ρωμαίος και Ιουλιέτα, όπως μαρτυρά και ο τίτλος της, Romeo X Juliet.
Η τηλεταινία Osama No Shinzo (σε ελληνική μετάφραση “Η Καρδιά του Βασιλιά”), το πρώτο μέρος της σειράς, τοποθετημένη στην μοντέρνα Ιαπωνία, πραμματεύεται την ιστορία ενός μεσόκοπου και ταπεινού εστιάτορα που εξαιτίας της κακής του υγείας πρέπει να παραδώσει το εστιατόριο του στις 3 κόρες του. Όπως και στο πρωτότυπο έργο, έτσι και εδώ, οι δυο μεγαλύτερες του κόρες έδειξαν την αχαριστία τους με την μικρότερη να μην ενδιαφέρεται να αναμειχθεί σε ίντριγκες. Όμως ο Σαίξπηρ έγραψε τον Βασιλιά Ληρ ως τραγωδία και το Osama no Shinzo, αποφεύγοντας τα μέλανα σημεία του έργου μετέτρεψε τον Σαίξπηρ σε μελόδραμα. Η οικογένεια του Ληρ δεν πεθαίνει όπως είθισται, αλλά το τέλος της ταινίας είναι γλυκόπικρο. Θίγει το χάσμα των γενεών, την σημασία της πίστης των παιδιών στους γονείς τους και την απληστία του μοντέρνου κόσμου με ιδιαίτερο focus τα βάρη και τις υποχρεώσεις μιας όλο και πιο καταπιεζόμενης μεσαίας τάξης. Το δεύτερο μέρος της σειράς, Romeo and Juliet, μας δείχνει μια ερωτική ιστορία με εμπόδια, όχι ακριβώς όπως το Ρωμαίος και Ιουλιέτα αλλά σε επιρροή με αυτο. Η Ιουλιέτα στην προκειμένη περίπτωση, κορή αστυνομικού, φοιτήτρια σε ένα καλό πανεπιστήμιο και αδέξια στον έρωτα, αναλογίζεται αν ο Σαιξπηρ που μελετά στη σχολή μπορεί να έχει καμία σύνδεση με τον μοντέρνο τρόπο ζωής. Ο Ρωμαίος, πρώην γόνος εκατομυριούχου και νυν εργάτης βαρεών και ανθιυγεινών με την μητέρα του στο νοσοκομείο και τον πατέρα του σε φυγή από την αστυνομία, ζει μέρα παρά μέρα στην μιζέρια. Όταν συναντιούνται αυτοί οι δύο αλληλοσυμπληρωνονται. Ξεπερνούν τις αντιξοότητες που τους επιβάλουν οι οικογένειες τους και οι κοινωνικές τους τάξεις και ζουν το δικό τους αίσιο τέλος.
Το άνιμε Romeo X Juliet, από τα Gonzo Studios (Basilisk, Afro Samurai), βασισμένο στο ομώνυμο μάνγκα που δανείζεται χαρακτηριστικά και από άλλα έργα του Σαίξπηρ, , μας δίνει μία σειρά με δράση, μαγεία και, φυσικά, δράμα. Σε μία φανταστική Βερόνα, η Ιουλιέτα, με την οικογένεια της δολοφονημένη από την οικογένεια του Ρωμαίου για να καταλάβει την εξουσία, αναλαμβάνει το χρέος της να εκδικηθεί τον χαμό της οικογένειας της και να υπερασπιστεί τον λαό από την αυταρχικότητα των Μοντέγων. Σε έναν κόσμο που εξαρτάται από ένα μαγικό δέντρο που φυλάσσεται από ένα μυστηριώδες πνέυμα, την Οφηλία, το ζευγάρι παραμερίζει την αγάπη του για το κοινό καλό και θυσιάζεται για να σωθεί ο κόσμος. Επίσης, μέσα στην ίδια την σειρά, βλέπουμε τον ίδιο τον Σαίξπηρ να λέει πως η Ιουλιέτα και ο Ρωμαίος, με τις πράξεις τους, του έδειξαν την χαρά της αγάπης. Το Romeo X Juliet χτίζει αργά αλλά σταθερά την πλοκή, μετατοπίζοντας την πίεση που δεχόταν το ζευγάρι από τις οικογένειες του, όπως στο πρωτότυπο έργο, στην ίδια την μοίρα, παρουσιάζοντας τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα, όχι επαναστάτες και τραγικές φιγούρες, αλλά ήρωες.
Τον επόμενο χρόνο, στην τηλεόραση εμφανίζεται μια σουρρεαλιστική, χιπ-χοπ σειρά, με τίτλο Mirai Seiki Shakespeare (σε ελληνική μετάφραση Ο μελλοντικός Αιώνας του Σαίξπηρ). Στην σαιζον 2008-20009, σε μεταμεσονύχτια προβολή, με 12 επεισόδια διαρκείας 30 λεπτών και με την πλοκή της, οι δημιουργοί της σειράς φαίνεται ότι κάνουν την πλάκα τους. Αφιερώνοντας 2 επεισόδια για το κάθε έργο (Ο Έμπορος της Βενετίας, Οθέλλο, Ρωμαίος και Ιουλιέτα, Όνειρο Θερινής Νυκτός, Βασιλιάς Ληρ), περιπλέκεται το παρελθόν και το μέλλον, η πραγματικότητα με την φαντασία. Για παράδειγμα, βλέπουμε στην σειρά την Ιουλιέτα, κατατονική από το φίλτρο που ήπιε, με το που ξυπνά μεταφέρεται σε μια μικρή πόλη στην Ιαπωνία του 21ου αιώνα. Συναντά τυχαία κάποιους από τους κεντρικούς ήρωες της σειράς, νέους της underground χιπ κουλτούρας, και προσπαθεί να λύσει τα προβλήματα που έχει ένα ζευγάρι ώστε να ξαναενωθεί. Με το που οι δυο αυτοί νέοι ξανασμίγουν, η Ιουλιέτα μεταφέρεται στον κόσμο της για να ολοκληρώσει την ιστορία της.
Τέλος, η πιο πρόσφατη σειρά, μόλις το 2012-2013, είναι το άνιμε Zetsuen No Tempest (ελληνιστί ως Έκρηξη της Τρικυμίας), ή αλλιώς The Civilization Blaster. Βασισμένο στο ομώνυμο μάνγκα και από τα στούντιο Bones (Wolf’s Rain, Eureka Seven, Soul Eater), ενσωματώνει την Τρικυμία και τον Άμλετ στην σύγχρονη εποχή όπου η μαγεία μιας ισχυρής οικογένειας, κρυφά από τον υπόλοιπο κόσμο, πρόσπαθεί να επιφέρει την ολική καταστροφή. Με την ισχυρότερη μάγισσα της οικογένειας αυτής να ειναι εξόριστη σε ένα απομονωμένο νησί, και έναν από τους δύο κύριους πρωταγωνιστές να αναζητά, χωρίς να λογαριάζει το όποιο κόστος, εκδίκηση για τον άδικο θάνατο της αδερφής του, θα παρακολουθήουμε τον άνισο αγώνα του καλού ενάντια στο κακό. Η έμπνευση του δημιουργού (Κιό Σιροντάιρα) από τον Σαίξπηρ δεν περιορίζεται μόνο σε χαρακτήρες που ζουν υπό παρόμοιες συνθήκες με πρωταγωνιστές των σαιξπηρικών έργων, αλλά προχωρά και στην αποστήθιση πολλών στίχων σε κρίσιμες στιγμές μειώνοντας όλο και περισσότερο το κενό μεταξύ του κόσμου που δημιούργησε ο Σιροντάιρα και ο Σαίξπηρ.
Ας ελπίζουμε πως η λίστα των ιαπωνικών παραγωγών εμπνευσμένες από τον Σαίξπηρ θα εμπλουτίζεται συνεχώς.