Σίγκμουντ Φρόυντ..ένα όνομα ορόσημο στην ιστορία της ψυχανάλυσης και γενικότερα στον κλάδο της ψυχολογίας, μία προσωπικότητα αμφιλεγόμενη που ειδωλοποιήθηκε και κατηγορήθηκε από πολλούς για το έργο και τη ζωή του.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Σίγκισμουντ Σλόμο Φρόυντ, πολλοί είναι όμως αυτοί οι οποίοι τον χαρακτηρίζουν ως τον “κατακτητή της ψυχής”. Αναρίθμητοι είναι αυτοί που ασχολήθηκαν διεξοδικά με τη ζωή και το έργο του θεμελιωτή της ψυχανάλυσης παρ’ ότι ο ίδιος θεωρούσε ότι τίποτα απ’οτι έχει συμβεί στη ζωή του εκτός από τη σχέση του με την επιστήμη δεν είναι άξιο ενδιαφέροντος.
Ας αναφέρουμε όμως αρχικά ορισμένα βασικά βιογραφικά στοιχεία του Σιγκμουντ Φροόυντ. Γεννήθηκε στις 6 Μαΐου του 1856 στη σημερινή πόλη της Τσεχίας, Πρζίμπο που αποτελούσε τότε τμήμα της Αυστρίας. Ο ίδιος δεν αναφέρθηκε ποτέ ιδιαίτερα στην παιδική του ηλικία ωστόσο γνωρίζουμε οτι ξεκίνησε σπουδές ιατρικής στη σχολή του Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Το 1876 έγινε δεκτός στο Ινστιτούτο Φυσιολογίας του Μπρύκε στο πανεπιστήμιο, όπου εργάστηκε κατέχοντας τον τίτλο του famulus, αποτελώντας ερευνητή φοιτητή. Η θεωρητική του σταδιοδρομία έλαβε τέλος το 1882, όταν εξαιτίας της οικονομικής του κατάστασης αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του στο ινστιτούτο, προκειμένου να εργαστεί ως γιατρός στο Γενικό Νοσοκομείο της Βιέννης, όπου θα εξασφάλιζε περισσότερα χρήματα.
Οι μελέτες που πραγματοποίησε ο Φρόυντ στο Γενικό Νοσοκομείο, σχετικά με την κλινική χρήση της κοκαΐνης θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικές και χαρακτηρίζουν την αποκαλούμενη «περίοδο της κοκαΐνης». Το Σεπτέμβριο του 1885 διορίστηκε με τον τίτλο του Privatdozent (υφηγητή) στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, στο τμήμα Νευροπαθολογίας. Εκείνη την περίοδο και μέσα από το ταξίδι του στο Παρίσι θεωρείται πως ανακάλυψε την ψυχολογική πλευρά της νευροπαθολογίας. Τον Απρίλιο του 1886 ο Φρόυντ άρχισε να δέχεται ασθενείς στο ιδιωτικό του ιατρείο, ενώ από το Δεκέμβριο του 1887, στράφηκε στην μέθοδο της ύπνωσης, με την οποία σημείωσε αρκετές επιτυχίες και έγινε υπέρμαχος της υπόθεσης του υπνωτισμού μέχρι το 1896 οπότε απελευθερώθηκε από την μέθοδο της ύπνωσης και μετατοπίστηκε από την καθαρτική μέθοδο στην ψυχαναλυτική.
Μέσα από μία τεχνική ελεύθερων συνειρμών του ασθενούς, παρατήρησε πως αναδυόταν στην επιφάνεια ένας σημαντικός αριθμός από μνήμες του, που αφορούσαν σεξουαλικές εμπειρίες, γεγονός που τον οδήγησε στη βαθύτερη διερεύνηση του ρόλου των σεξουαλικών παραγόντων στις νευρώσεις. H περίοδος μέχρι το 1906 υπήρξε εν γένει μία από τις δημιουργικότερες φάσεις στη ζωή του Φρόυντ, κατά την οποία διαμόρφωσε αρκετές από τις καινοτόμες θεωρίες του, παρά το γεγονός πως βρισκόταν σχεδόν απομονωμένος από τον υπόλοιπο ιατρικό κόσμο μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα περίπου. Ιδιαίτερης αξίας θεωρείται η ανακάλυψη του οιδιπόδειου συμπλέγματος, το οποίο υποδηλώνει την αγάπη κάθε παιδιού για τον ένα γονιό και τη ζηλότυπη εχθρότητα προς τον άλλο.
Από τις αρχές του 20ου αιώνα,βέβαια, η απομόνωση του Φρόυντ άρχισε να μειώνεται, καθώς αρκετοί διακεκριμένοι ψυχίατροι χρησιμοποιούσαν την ψυχαναλυτική μέθοδο για την αντιμετώπιση νευρώσεων, ενώ το 1908 πραγματοποιήθηκε στο Σάλτσμπουργκ μία διεθνής συνάντηση, ένα ιδιότυπο συνέδριο που ονομάστηκε «επισήμως» από τον Γιουνγκ Συνάντηση για τη “Φροϋδική Ψυχολογία”. Ακόμα και μετά το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έως τις αρχές της δεκαετίας του 1920 θα λέγαμε ότι το έργο του γινόταν ευρύτερα γνωστό, ενώ τα βιβλία του μεταφράζονταν και γίνονταν περιζήτητα. Η αύξηση της δημοτικότητάς του αντιμετωπιζόταν από τον ίδιο ως βάρος, χαρακτηρίζοντας τη ως «απωθητική», καθώς τον αποσπούσε από το «ήρεμο επιστημονικό έργο».
Το Φεβρουάριο του 1923, ο Φρόυντ ανακάλυψε έναν καρκινώδη όγκο στη δεξιά πλευρά του ουρανίσκου, τον οποίο αφαίρεσε. Τα επόμενα χρόνια, το συγγραφικό του έργο περιορίστηκε ενώ λίγο καιρό μετά την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία, στα τέλη Μαΐου του 1933, βιβλία του Φρόυντ κάηκαν, όπως και άλλα ψυχαναλυτικά έργα, την ίδια στιγμή που σύμφωνα με διαταγή απαγορευόταν η συμμετοχή Εβραίων σε επιστημονικά συμβούλια. Τους τελευταίους μήνες της ζωής του, η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε, υπομένοντας μεγάλη σωματική καταπόνηση μέχρι το θάνατό του στις 23 Σεπτεμβρίου του 1939. Η σορός του αποτεφρώθηκε τρεις ημέρες αργότερα και η τέφρα του φυλάσσεται μέσα σε μία ελληνική υδρία, από την πλούσια συλλογή αρχαιοτήτων που διέθετε ο Φρόυντ. Η τεφροδόχος περιέχει επίσης την τέφρα της Μάρθας Φρόυντ και βρίσκεται στο κρεματόριο του Γκόλντεν Γκρην στο Λονδίνο.
Ωστόσο υπάρχουν και ορισμένα στοιχεία τα οποία δεν θεωρούνται ευρέως γνωστά σχετικά με τον “πατέρα της ψυχανάλυσης” και ομολογουμένως δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό του ως “αμφιλεγώμενη προσωπικότητα”!
- Οι “παραλήψεις” του σχετικά με την κοκαΐνη.
Ο Φρόυντ εξέδωσε ένα άρθρο με τίτλο:” Περί Κοκαΐνης” το οποίο εξυμνούσε τα οφέλη της κοκαΐνης, αποκαλώντας τη “μαγική” ουσία το 1884, χωρίς, όμως, να είναι ένας αντικειμενικός κριτής. Χρησιμοποιούσε κοκαΐνη τακτικά, τη χορηγούσε ως συνταγή στη φίλη του και στον καλύτερο του φίλο και τη συνέστηνε για γενική χρήση. Ο Φρόυντ χορήγησε κοκαΐνη στον φίλο και δάσκαλό του Ερνστ Φλάισλ φον Μάρξοφ. Ο Φλάισλ είχε εθιστεί στη μορφίνη, την οποία χρησιμοποιούσε για να αντιμετωπίσει τον πόνο εξαιτίας συνεχούς νεοπλασίας νευρωμάτων στον ακρωτηριασμένο, λόγω μόλυνσης, αντίχειρά του.
Ο Φρόυντ πίστευε πως με τη χορήγηση κοκαΐνης θα ξεπερνούσε τον εθισμό του στη μορφίνη, ωστόσο οδήγησε σε χειρότερο εθισμό και χρόνια δηλητηρίαση. Η μελέτη του Φρόιντ για την κοκαΐνη είχε ορισμένες σοβαρότατες παραλήψεις καθώς δεν έκανε τα απαραίτητα πειράματα για να επιβεβαιώσει τις υποθέσεις του σχετικά με τα θεραπευτικά οφέλη της κοκαΐνης.Παράλληλα, ενώ παρατήρησε ότι η κοκαΐνη οδηγούσε σε “φυσική και ηθική κατάπτωση”, συνέχισε να προωθεί την κοκαΐνη στους κοντινούς του φίλους. Επίσης, ο Φρόυντ πίστευε ότι “για να γίνει τοξική η δόση της κοκαΐνης πρέπει να είναι πολύ υψηλή, και δεν υπήρχε θανατηφόρα δόση”, κάτι το οποίο διαψεύθηκε αργότερα με το θάνατο του Φλάισλ φον Μάρξοφ. Ο Αλμπρεχτ Ερλενμαγιερ, αυθεντία σχετικά με τον εθισμό των ναρκωτικών την εποχή του Φροιντ, τον κατηγόρησε οτι εξαπέλυε την τρίτη μάστιγα της ανθρωπότητας. Επιπροσθέτως, ο Φρόυντ συμπέρανε ότι η κοκαίνη αν καταναλωθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα αλλά σε μέτριες ποσότητες δεν είναι επιβλαβής για το σώμα και ανακάλυψε στον εαυτό του και σε άλλους παρατηρητές ότι μια πρώτη δόση ή ακόμη και πολλές δόσεις, δεν προκαλούν την εθιστική επιθυμία για περισσότερη χρήση του τονωτικού…
- Λάτρευε την Ελλάδα.
Μία επιπλέον πληροφορία η οποία είναι σχετικά άγνωστη είναι οτι ο Φρόυντ ήταν λάτρης της Ελλάδας και του ελληνικού πολιτισμού γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται από τις πολλαπλές επισκέψεις του σ’αυτή καθώς και από το γεγονός οτι η τεφροδόχος του είναι μία ελληνική υδρία. - Αυτοκτόνησε.
Ο Φρόυντ ήταν φανατικός καπνιστής, πρώτα κάπνιζε τσιγάρα, και στη συνέχεια πούρα σχεδόν αποκλειστικά. Το 1923, ανέπτυξε καρκίνο της γνάθου. Έκανε πάνω από 30 χειρουργικές επεμβάσεις για τη θεραπεία του καρκίνου του στόματος. Σωματικά άρρωστος (και κουρασμένος από την αύξηση του αντισημιτισμού), ο Φρόυντ αυτοκτόνησε με τη βοήθεια του γιατρού του και της κόρης του Άννα, μόλις 22 ημέρες μετά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο ίδιος έκανε ένεση στον εαυτό του με την απαιτούμενη δόση μορφίνης, η οποία τον έριξε σε κώμα από το οποίο δεν ξύπνησε ποτέ. - Ήταν υπερβολικά προληπτικός.
Ο Φρόυντ είχε πάντα εμμονή με τους αριθμούς. Πιθανόν αυτό να συνέβη λόγω της εκμάθησης του ιουδαϊκού μυστικισμού, ή λόγω της μελέτης των βιορυθμών που τον έκανε να διακρίνει ότι οι αριθμοί 23 και 28 ήταν μαγικοί για αυτόν. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο Φρόυντ είχε εμμονή με τον αριθμό 51, πιστεύοντας ότι θα είναι η ηλικία που θα πέθαινε. Αργότερα, αφού ξεπέρασε την ηλικία αυτή, η εμμονή μετατοπίστηκε στο 62 , αριθμός ο οποίος επαναλαμβανόταν σε όλη τη ζωή του μέσα από ημερομηνίες, αριθμούς τηλεφώνου, αριθμούς δωματίου του ξενοδοχείου, και ούτω καθεξής. Τελικά, ούτε ένας από αυτούς τους αριθμούς δεν αποδείχθηκε ιδιαίτερα σημαντικός αφού πέθανε το 1939 σε ηλικία 83 ετών. - Ήταν γνώστης 8 γλωσσών.
Ο Φρόυντ μιλούσε τουλάχιστον οκτώ γλώσσες: γερμανικά, εβραϊκά, λατινικά, ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά, ισπανικά και ιταλικά. Τα Γερμανικά ήταν η μητρική του γλώσσα. Ως Εβραίος, έμαθε εβραϊκά στο σπίτι. Τα Λατινικά και τα Ελληνικά τα έμαθε ως μέρος της κλασσικής παιδείας του, και τα συνέχισε ο ίδιος περισσότερο.