Ο Γιάννης Τσαρούχης γεννήθηκε στον Πειραιά στις 13 Ιανουαρίου του 1910
και πέθανε στην Αθήνα στις 20 Ιουλίου του 1989.
Ένας επαναστάτης δε γίνεται νάναι συνάμα και κλασσικός.Αλλά με τον Τσαρούχη γίνεται.Την ημέρα που ο ζωγράφος αυτός τόλμησε ν’αναζητήσει τον Ερμή όχι στο όρος Όλυμπος αλλά στο «καφενείον ο Όλυμπος»,ένας μύθος κατέβηκε από τα βιβλία στη ζωή,ενώ το μάτι του καλλιτέχνη υποχρεώθηκε να στενίσει αλλιώς τον κόσμο.Με άλλα λόγια,η νεοελληνική πραγματικότητα,παρμορφωμένη ως τότε από μια ψεύτικη φιλολογία,ερχόταν να πάρει τη φυσική της θέση μέσα στα πλαστικά ενδιαφέροντα του καιρού μας.Και ο ζωγράφος,εντοπισμένος μέσα στο χώρο που του όριζε αυτ,η,επωμιζόταν τις ευθύνες να βρει τη μοναδική έκφραση που άρμοζε στην ιδιοτυπία της.Στο μέτρο που ο Τσαρούχης φάνηκε άξιος να καθαρίσει το εικόνισμα του Ελληνισμού από τα περίσσια μαλάματα είναι ένας επαναστάστης που δεν πήγε να καταλύσει αλλά ν’ανακαλύψει μια παράδοση.Στο μέτρο όμως που πέτυχε ν’αξιοποιήσει τα κρυφά της διδάγματα είναι ένας κλασισκός.
Οδυσσέας Ελύτης.
Εξέθεσε τα πρώτα του έργα το 1929 στο «Άσυλο Τέχνης».Είχαν τόση επιτυχία που στη συνέχεια σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο.Καθηγητές του ήταν ο Ιακωβίδης,ο Βικάτος και ο Παρθένης.Απο αυτούς επηρεάστηκε βαθύτατα.Παράλληλα μαθήτευσε κοντά στον Κόντογλου οο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή αγιογραφία.Μελέτησε επίσης την λαική αρχιτεκτονική και ενδυμασία.Μαζί με τους Πικιώνη,Κόντογλου,Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης.
Την περίοδο 1935-1936,αφού πρώτα επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη,ταξίδεψε στο Παρίσι και στην Ιταλία.Στα διάφορα ταξίδια του, επισκεπτόταν μουσεία μέσα από τα οποία ήρθε σ’επαφή με δημιουργίες της Αναγέννησης και του Ιμπρεσιονισμού καθώς και με τα σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής του.Έτσι ανακάλυψε το έργο του Θεόφιλου και γνώρισε καλλιτέχνες όπως ο Ματίς και ο Τζακομέτι.
Παράλληλα με τη ζωγραφική ο Γιάννης Τσαρούχης ασχολήθηκε και με τη θεατρική σκηνοθεσία και μάλιστα από το 1928.Σχεδίασε σκηνικά και ενδυμασίες για τα θέατρα “Εθνικό” ή “Βασιλικό”, “Κοτοπούλη”, “Δημοτικό” Πειραιώς κ.ά. ειδικά πρόζας καθώς και για το κλασσικό έργο “Ρωμαίος και Ιουλιέττα” που ανεβάσθηκε το 1954 στο τότε Βασιλικό κήπο και σήμερα “Εθνικό”.
“Δύο είναι οι βασικές αναζητήσεις μου παρόλες τις χίλιες διαφορές που παρουσιάζουν τα έργα μου μεταξύ τους. Η μία είναι νεοκλασική και προσπαθεί να αφομοιώσει το αρχαίο κλασικό ιδεώδες, όπως το εξέφρασε το Μπαρόκ και η Αναγέννηση. Η άλλη μου τάση είναι να εκφράσω όλες μου τις αντιρρήσεις για το ίδιο το ιδανικό μου”
Έτσι περιγράφει τις καλλιτεχνικές του αναζητήσεις ο Τσαρούχης ενώ έγραφε «Μου αρέσει να ζωγραφίζω γυμνά, γιατί έτσι μπορεί κανείς να κατανοήσει την ψυχική γεωμετρία του ανθρώπου», έγραφε το 1982.
Στο έργο του Γιάννη Τσαρούχη εκφράζεται κυρίως η χαρά και το θαύμα της ζωής. Προσπάθησε να ισορροπήσει τις μεγάλες παραδόσεις και να συλλάβει τις αιώνιες καλλιτεχνικές αξίες. Οι πίνακές του περικλείουν αφομοιωμένα πολλά λαϊκά και λαογραφικά στοιχεία ιδιαίτερα του λιμένος του Πειραιά. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους με διεθνή προβολή και ιδιαίτερα στη Γαλλία. Σ΄ αυτόν οφείλεται η καθιέρωση, σχεδόν σε όλες τις σκηνές του ελληνικού κινηματογράφου που γυρίστηκαν σε λαϊκά κέντρα, της παρουσίας του ναύτη είτε σε χορό είτε όχι, θεωρούμενη μάλιστα και απαραίτητη. Το 1977 ανέβασε ο ίδιος τις Τρωάδες του Ευριπίδη σε δική του νεοελληνική απόδοση με δική του διδασκαλία & σκηνογραφία.Αυτός ο ιδιοφυής δημιουργός με το πολυπρισματικό έργο, απεικόνιζε το ζήτημα της πρόδηλης ή συγκαλυμμένης ομοφυλοφιλικής ερωτικότητας μέσα από πολύ σημαντικούς πίνακές του (π.χ με τους γυμνούς και ντυμένους ναύτες) που ήταν ένα είδος ταμπού, το οποίο, όμως, σέβονταν ιστορικοί και κριτικοί τέχνης.
Το ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη (Πολυτάρχου 28,Μαρούσι) παραμένει κλειστό για το κοινό επειδή το κτήριο του χρειάζεται επισκευές.Η λειτουργία του όμως δεν έχει σταματήσει,οι εκθέσεις του φιλοξενούνται στο Μουσείο Μπενάκη στο κτήριο της οδού Πειραιώς 138.Η τωρινή έκθεση «Γιάννης Τσαρούχης,εικονογράφηση μιας αυτοβιογραφίας,μέρος πρώτο (1919-1940) παρουσιάζει το ζωγραφικό του έργο που συνοδεύεται από τα κείμενα του,αυτοβιογραφικές του σημειώσεις,φωτογραφίες,οπτικοακουστικό υλικό του Δημήτρη Βερνίκου και του Φώτη Λαμπρινού.
Διάρκεια έκθεσης μέχρι και 27 Ιουλίου 2014
Το δεύτερο μέρος (1940-1989) της έκθεσης προγραμματίζεται για τις αρχές του 2015
Ώρες λειτουργίας Πέμπτη και Κυριακή 10.0-18.0
Παρασκευή και Σάββατο 10.0-22.0
Περισσότερες πληροφορίες :