Σε έναν ακόμη καφέ με τον επικριτή μου, Φ., βρέθηκα σε μία εξομολόγηση σατανική και σκανδαλώδη. Όπως έπεσαν πολλοί άλλοι στην παγίδα, έτσι κι αυτός, μου άνοιξε την καρδούλα του και μου είπε πράγματα ανείπωτα. Ως άλλος ημιαυτιστικός Σέλντον ένιωσα αμέσως την πίεση του κοινωνικού συμβολαίου που σε υποχρεώνει όχι μόνο να ακούσεις τον άλλον, αλλά και να κάνεις καθημερινά follow-ups για να τσεκάρεις αν είναι καλύτερα. Δείχνεις λέει, έτσι, ενδιαφέρον.

Να ‘μαι λοιπόν στο μπαρ που πλέον μέσα δεν καπνίζουν, να νιώθω πιεσμένος. Φοράω τη γκριμάτσα της κατανόησης και ακούω για τα γεγονότα της ζωής που τον σημάδεψαν. Ήταν μία συνάντηση με σκοπιμότητα: να δεθούμε σαν φίλοι μέσω εξομολογήσεων. Σου λέω εγώ αυτά που με πλήγωσαν, μου λες κι εσύ αυτά που σε πλήγωσαν, και μετά είμαστε μαζί δύο πληγωμένα κουτάβια ενωμένα να παλέψουν με τη ζωή.

Αφού κατάπια τον εμετό μου, συνέχισα να επιστώ την προσοχή μου στα τέρατα που συνέβησαν στον παραμελημένο Φ. Επιστρέφω στο κοινωνικό συμβόλαιο, α λα Σέλντον: Όταν κάποιος σου ανοίγει την καρδούλα του, περιμένει να του αφιερώσεις τόσο χρόνο εφεξής, ώσπου να εξιλεωθείς. Ναι, να εξιλεωθείς, γιατί αυτός έκανε μεγάλη υπέρβαση για να αξιωθείς εσύ την εξομολόγηση που τόσοι άλλοι στερήθηκαν. Τη στερήθηκαν βεβαίως βεβαίως, γιατί σου λέει, δεν ανοίγομαι σ’ όποιον κι όποιον. Για να ανοιχτώ, πρέπει ο άλλος να “το κερδίσει”. Πολλοί προσπάθησαν, αλλά εσύ το κέρδισες, πολύτιμε φίλε μου.

Τί κόλλημα κι αυτό, αρχίζουν με τη φράση: “Δεν τα ξέρει κανείς αυτά που σου λέω”, “δεν τα έχω πει σε κανέναν”, “είσαι ο μόνος που τα λέω” και άλλα τέτοια μυστικοπαθή, που εγώ τα μεταφράζω: “Μου ανήκεις πλέον γιατί, δε μπορεί να είσαι τόσο γαϊδούρι και να μην φροντίσεις περισσότερο τον πληγωμένο”. Χρησιμοποιούν το ταλέντο τους στην αφήγηση σαν όπλο: για να σε δέσουν μαζί τους για πάντα. Η εμπιστοσύνη για κάποιο λόγο είναι συνυφασμένη με την φιλία, ή, ακόμα περισσότερο, με την φιλία-για-πάντα. Το δέσιμο για αυτούς τους ανθρώπους προέρχεται αποκλειστικά από συζητήσεις. Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι είναι τα κοινά βιώματα στα οποία θα ανατρέχεις, κι όχι στις συζητήσεις. Μετά από 15 χρόνια δε θα θυμάσαι εκείνη τη συζήτηση στο μπαρ, αλλά το ότι γίνατε λιώμα και σας πετάξανε έξω επειδή ξερνοβολούσατε πάνω στη μπάρα που λέει ο λόγος.

Είναι και το άλλο βέβαια. Που με το τέλος της διήγησης σε κοιτάνε σαν να λένε: οκ, εντάξει είμαι εγώ, μου τελείωσε κι ο χρόνος, τί να κάνεις.. Ας περάσουμε σε ‘σένα. Πόσο κακά πέρασες στη ζωή σου; Πες μου, σου λένε με χαμόγελο. Πες μου, πες μου ό,τι χειρότερο σου συνέβη. Και δε θες να μιλήσεις, αλλά νιώθεις κι εσύ κάπως, στην ίδια κοινωνία ζεις άλλωστε, νιώθεις πως κάτι πρέπει να πεις. Κι αρχίζεις με τα πλασματικά προβλήματα της δουλειάς, επικαλείσαι προβλήματα στην αψογη σχέση σου. Ο καφές λήγει με την συντέλεση της ενεργειακής αντίδρασης που περιγράφεται από τον αντίστοιχο νόμο της αρχής διατήρησης ενέργειας: αυτός φεύγει γεμάτος από ενέργεια, την οποία απορρόφησε από εσένα, που επιστρέφεις στο σπίτι κουρέλι. Η θερμότητα θα βρει τον τρόπο και από τα θερμά σώματα θα πάει στα ψυχρά.

Περιμένει λοιπόν ο άλλος να τον φροντίσεις. Να ασχοληθείς, να αφιερώσεις χρόνο και ενέργεια, να δείξεις ότι νοιάζεσαι. Και έρχεται το πλήρωμα του χρόνου και ακούς παράπονα πως δε νοιάστηκες αρκετά. Λες και είχες υποχρέωση να ασχοληθείς με τα βιώματα του άλλου. Λες και εσύ βιώματα δεν έχεις. Μη με βλέπετε σκληρό, ξινό και άκαρδο. Μπορώ να αφιερώνω χρόνο και ενέργεια στους άλλους, αρκεί να μην το εκβιάζουν. Όμως σε όλων τις ζωές υπάρχουν τοξικοί άνθρωποι, και το παραπάνω είναι ένα μόνο από τα εργαλεία τους. Μακρυά από μας οι τοξικοί. Μακρυά!

Σχόλια