Στο βιβλίο της Πέμπτης Δημοτικού, στο κεφάλαιο για το Πολυτεχνείο, υπάρχει το παρακάτω κείμενο. Ο Μάνος Κοντολέων καταφέρνει να περιγράψει τα γεγονότα της 17 Νοέμβρη και το κλίμα που επικρατούσε εκείνες τις μέρες, μέσα από ένα αλληγορικό παραμύθι γεμάτο νοήματα:

 

Ο Φωκίων ήταν ελάφι

– Εμείς ξεκινήσαμε!

Ο Λευτέρης –ναι– ήταν περήφανος.

– Εμείς ξεκινήσαμε! ξανάπε. Κι άρχισαν να τρέμουν τα φίδια κι οι σαύρες απ’ τον φόβο τους! συνέχισε.

Και ήταν –ναι!– περήφανος ο Λευτέρης.

Ο Ιάκωβος σάστισε:

– Μπράβο σας!

– Κι εμείς που μόλις τώρα αρχίσαμε την προσπάθειά μας να σας βοηθήσουμε!

Το χελιδόνι φοβήθηκε πως τώρα κανείς δε θα το χρειαζόταν.

– Μα δε θα μπορούσατε να βρείτε πιο κατάλληλη στιγμή! Τώρα είναι που χρειαζόμαστε τη βοήθεια όλων! το καθησύχασε ο σπουργίτης.

– Συμφωνώ κι εγώ! Μια μικρή μονάχα αλλαγή θα γίνει στο σχέδιό μας. Μια ευχάριστη αλλαγή! χαμογελούσε ο σκίουρος. Λευτέρη, εξακολουθώ να θέλω να τραβήξω φωτογραφίες!

– Από φωτογραφίες όσες θες! Έλα μαζί μου!

Ο σπουργίτης φτερούγισε προς την πολιτεία.

Τα μερμήγκια είχαν γεμίσει όλη την πλατεία.

Παντού μερμήγκια τραγουδούσαν, φώναζαν, ύψωναν σημαίες και πλακάτ.

«ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ» ο σκίουρος διάβασε ένα.

«ΟΧΙ ΠΙΑ ΑΛΛΗ ΤΥΡΑΝΝΙΑ» συλλάβισε ένα άλλο το χελιδόνι δίπλα του.

Ο σπουργίτης ήταν όλο καμάρι. Πλησίασε πιο κοντά στους άλλους δυο. Είχε μεγάλη φασαρία και ήθελε να τον ακούσουν.

– Τα μερμήγκια πρώτα ξεκίνησαν τον αγώνα! τους φώναξε.

Το χελιδόνι απόρησε:

– Τα μερμήγκια!

– Και γιατί κλείστηκαν μέσα σ’ αυτό το κτίριο; ρώτησε ο σκίουρος.

– Είναι το πιο μεγάλο σχολειό της χώρας! Γι’ αυτό κλείστηκαν εδώ. Επειδή τα γράμματα δεν αντέχουν την καταπίεση! Όμως θα σας τα πει πιο καλά ένα απ’ αυτά τα μερμήγκια. Οποιοδήποτε απ’ αυτά.

Ο σπουργίτης έγνεψε σ’ ένα μερμήγκι που περνούσε δίπλα τους.

– Μπήκαμε εδώ μέσα κι αποφασίσαμε να μη βγούμε παρά μονάχα με βία, αν δε μας ξαναδώσουντη λευτεριά μας. Ήταν καιρός να δώσουμε ένα μάθημα σε όλα τα φίδια και στις σαύρες, σε όλους τους ποντικούς! τους εξήγησε αυτό.

– Καλά και τι περιμένετε πως θα πετύχετε; ρώτησε το χελιδόνι.

– Να σου πω εγώ! είπε ένα άλλο μερμήγκι που ήρθε και στάθηκε δίπλα τους. Ελπίζουμε πως έτσι θα κάνουμε τους συμπατριώτες μας να νικήσουν τον φόβο τους και να ενωθούν μαζί μας. Να ξεσηκωθούμε όλοι και να απαιτήσουμε λευτεριά και δικαιοσύνη.

– Και δε φοβάστε;

Ο σκίουρος έβλεπε κάπως μικρό το μερμήγκι για έναν τόσο μεγάλο αγώνα.

Εκείνο έδειξε πίσω απ’ τα κάγκελα που περιτριγύριζαν τον τοίχο του μεγάλου κτιρίου:

– Δείτε εκεί έξω!

Φίδια, σαύρες, ποντικοί με όπλα, με κράνη και με σκοτεινά, ολοσκότεινα πρόσωπα στέκονταν και κοιτούσαν τα κλεισμένα μερμήγκια.

Κάτι κρύο, παγωμένο, πέρασε πάνω απ’ τα πούπουλα του χελιδονιού.

Κάτι κρύο, παγωμένο, άγγιξε τη γούνα του σκίουρου.

– Ναι, φοβόμαστε! συνέχισε το μερμήγκι. Όμως πρέπει να νικήσουμε αυτόν τον φόβο.

Το άλλο μερμήγκι πλησίασε τα κάγκελα:

– Κι έπειτα δες! Δες εκεί πίσω. Πίσω απ’ τα φίδια, πίσω απ’ τα ποντίκια υπάρχουν όλοι εκείνοι που μας συμπαραστέκονται. Βουβά τώρα. Πιο ζωντανά σε λίγο. Κοντεύουμε να τους πείσουμε.

– Ναι, πρέπει κάτι να κάνουν! φώναξε ο σκίουρος κι η φωτογραφική μηχανή υψώθηκε στο μάτι του.

Ένα μερμήγκι με ένα πανό που έγραφε «ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ» πέρασε μπροστά απ’ τον φακό και καθρεφτίστηκε μέσα του.

Μάνος Κοντολέων, Ο Φωκίων ήταν ελάφι, εκδ. Kαστανιώτη, Aθήνα, 1992

 Του Σάββα Χρυσικόπουλου

Σχόλια