Μια αρχαία γειτονιά της Αθήνας άνοιξε για το κοινό από φέτος το καλοκαίρι.
Η μεγάλη αυτή οικιστική περιοχή βρέθηκε σε συνέχεια της νότιας πλαγιάς του ιερού βράχου της ακρόπολης. Περιλαμβάνει σπίτια, δρόμους, λουτρά, εργαστήρια, τάφους και αποχωρητήρια. Φαίνεται πως έχει κατοικηθεί από τα προϊστορικά, την 4η χιλιετία έως τα βυζαντινά χρόνια, τον 12 αι. μ.Χ. Η ανασκαφή της σχετίζεται άμεσα με την υλοποίηση του πιο εμβληματικού μουσείου στην νεότερη ιστορία της χώρας, του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης.
Με οδύσσεια μοιάζουν οι προσπάθειες που έγιναν, μέχρι να ιδρυθεί ένα σύγχρονο μουσείο με προδιαγραφές. Από τη μεταπολίτευση ξεκίνησε μια αντιπαράθεση με αφορμή την χωροθέτησή του. Το οικόπεδο του στρατοπέδου Μακρυγιάννη προτάθηκε ως καταλληλότερο, παρά τις αντιδράσεις γιατί θεωρήθηκε ότι τα γύρω κτίσματα, περιόριζαν την οπτική επαφή με το βράχο. Επιπλέον σε τμήμα του οικοπέδου είχαν βρεθεί αξιόλογα αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία δεν έπρεπε να καταστραφούν.
Όταν ολοκληρώθηκαν οι ανασκαφές στο οικόπεδο και μελετήθηκε η στρωματογραφία, αποφασίστηκε να παραμείνουν τα ευρήματα και να εκτίθενται στη θέση τους «in situ». Το κτήριο του μουσείου θα τα άφηνε ορατά με διαφανές πάτωμα στο πρώτο του επίπεδο.
Ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός του 2000, έδωσε το πρώτο βραβείο στον Ιταλό Bernard Tschumi με συνεργάτη τον Έλληνα Μιχάλη Φωτιάδη. Έτσι το 2003 θεμελιώθηκε το νέο κτήριο του Μουσείου Ακρόπολης και άνοιξε στο κοινό στις 21 Ιουνίου 2009. Δέκα χρόνια μετά τα εγκαίνια, τα αρχαιολογικά ευρήματα στα θεμέλια του μουσείου, είναι πλέον επισκέψιμα.
Η ανασκαφή έχει διαμορφωθεί σε ένα σύγχρονο υπαίθριο εκθεσιακό χώρο, τρεις δεκαετίες μετά την αποκάλυψη της από την αρχαιολογική σκαπάνη. Το Μουσείο της Ακρόπολης έθεσε το πήχη ψηλά και κατάφερε να τον ξεπεράσει.
Ο επισκέπτης περπατά κατά μήκος ειδικά διαμορφωμένων μεταλλικών διαδρόμων, πάνω από τα απομεινάρια μιας γειτονιάς εκατοντάδων ετών. Ανάμεσα στα σπίτια, τις αυλές και τα σοκάκια συναντάμε υδραυλικές υποδομές, όπως δεξαμενές, αγωγούς και πηγάδια. Στο κέντρο της ανασκαφής διακρίνουμε μια αυλή στρωμένη με μαρμάρινες πλάκες και πολύχρωμα πλακίδια. Η αυλή ήταν ανάμεσα σε δύο οικίες, του 4ου με αρχές 5ου αιώνα μ.Χ., την Η και την Γ και διατηρούσε πηγάδι με πόσιμο νερό.
Στη νότια πλευρά βρίσκεται η οικία Θ. Κτίστηκε την τελευταία εικοσαετία του 5ου αιώνα π.Χ. και επιβίωσε μέχρι τα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. Ξεχωρίζει το δωμάτιο του ανδρώνα, όπου ο οικοδεσπότης δεχόταν τους φίλους του για φαγητό και ποτό, το γνωστό συμπόσιο. Το ψηφιδωτό δάπεδο του δωματίου εκείνη την εποχή έδινε μια αίσθηση πολυτέλειας ενώ επιπλέον επέτρεπε τον εύκολο καθαρισμό του με άφθονο νερό μετά το συμπόσιο.
Στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. γίνεται η μεγάλη τομή με τη ρυμοτόμηση της περιοχής. Όπως δείχνουν τα αλλεπάλληλα στρώματα κατοίκησης η γειτονιά συνεχίζει να αναπτύσσεται μέχρι την εγκατάλειψη της στις αρχές του 13ου αιώνα μ.Χ. Αργότερα, το 19ο αιώνα, στο βόρειο κομμάτι της ανασκαφής, στα κατάλοιπα της οικίας Ζ, ιδρύθηκε το Πρώτο Στρατιωτικό Νοσοκομείο της Αθήνας.
Η καθημερινή ζωή των Αθηναίων του παρελθόντος παρουσιάζει μια συνεχή δυναμική όπως των σύγχρονων κατοίκων της πόλης. Σήμερα το αστικό περιβάλλον μπορεί να έχει αλλάξει ριζικά αλλά οι ανάγκες των ανθρώπων μέσα στους αιώνες παραμένουν ίδιες. Στην ανασκαφή του μουσείου η γραμμή του χρόνου ανοίγει και μας δίνεται η ευκαιρία να ρίξουμε μια κλεφτή ματιά στην ιστορία της Αθήνας.