Με beats που χαρακτηρίζονται από κινηματογραφική αισθητική, ο Moderator παρουσιάζει τη νέα του δουλειά με τίτλο “Sinner’s Syndrome”.
Σε ένα παράλληλο σύμπαν το εγχώριο beatmaking θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται από προστατευόμενη ονομασία προέλευσης, κάτι σαν το Κρόκο Κοζάνης δηλαδή. Οι Έλληνες παραγωγοί έχουν αγαπήσει τη τεχνική του sampling και με τις πύλες του εξωτερικού ορθάνοιχτες (ευχαριστούμε Internet) η “εξαγωγή” της μουσικής είναι ευκολότερη από ποτέ.
Και αυτά δεν είναι μόνο κούφια λόγια. O Fleck για παράδειγμα ζει και εργάζεται στην Αγγλία ως DJ/παραγωγός. Ο Kill Emil με τον Monomone έκαναν Ευρωπαϊκό tour το 2017. Ο Eversor μετράει αρκετές συνεργασίες τόσο με Ευρωπαίους όσο και Αμερικάνους rapper. Οι SUPERSAN έχουν ακουστεί μέχρι και στο BBC. Τα παραδείγματα είναι εντυπωσιακά πολλά.
Από αυτή τη λίστα beatmaker που δυναμώνουν την ελληνική παρουσία στο παγκόσμιο μουσικό στερέωμα, δε θα μπορούσε να λείπει και ο Moderator. Με δύο επίσημες κυκλοφορίες μέσω της Cult Classic Records (και πολλές ακόμα ανεξάρτητες στο bandcamp του) ο 25χρονος παραγωγός είναι ήδη αρκετά αναγνωρισμένος εντός και εκτός συνόρων. Ενδεικτικά το κομμάτι του “Words Remain” μετράει πάνω από ένα εκατομμύριο προβολές στο Youtube. Όχι πως τα νούμερα είναι το παν, αλλά όπως και να έχει είναι ένα σημαντικό ορόσημο.
Ο τελευταίος δίσκος του Moderator με τίτλο “Sinner’s Syndrome” μόλις κυκλοφόρησε, αυτή τη φορά μέσω της Ελληνογαλλικής Melting Records. Στα δεκατέσσερα κομμάτια του album συναντάμε κλασσικά hip hop και trip hop στοιχεία ανακατεμένα με πολλούς διαφορετικούς ήχους και samples, τα οποία δημιουργούν ένα αποτέλεσμα που απλώνεται σε πολλά μουσικά είδη και υπο-είδη, χωρίς όμως να χάνει καθόλου σε συνοχή.
Ξεκινώντας από το εξώφυλλο του “Sinner’s Syndrome” παρατηρούμε αρκετά κοινά στοιχεία με το εξώφυλλο του προηγούμενου του δίσκου, “The World Within”. Το τριγωνικό πλαίσιο που καταλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος του εξωφύλλου στο “World Within” εμφανίζεται ξανά, αυτή τη φορά αναποδογυρισμένο. Ακόμη μία επανάληψη βρίσκουμε στο λουλούδι που αν και δε καταλαμβάνει τόσο χώρο, παραμένει ευδιάκριτο. Η παλέτα χρωμάτων επίσης μοιάζει ανεστραμμένη, από κόκκινο-μαύρο σε λευκό-μπλε. Αυτή η επανάληψη των στοιχείων μου δίνει μία αίσθηση εξέλιξης. Ο δίσκος είναι σαν να σου λέει από το εξώφυλλο πως βαδίζει πάνω στην πετυχημένη συνταγή της προηγούμενης δουλειάς, αλλά έχει πάει ένα βήμα παραπέρα.
Με την πολύ πετυχημένη χρήση μπάσου και drums, ο Moderator έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα αρκετά συνεκτικό και αναγνωρίσιμο ηχόχρωμα στο “Sinner’s Syndrome”. Αυτά τα δύο συστατικά είναι οι κύριοι πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίζεται το album, καθώς πάνω σε αυτούς δημιουργούνται κομμάτια πότε παγωμένα και μελαγχολικά (Burning Bridges, When I Dream) και άλλοτε ζεστά, ανεβαστικά και “γκρουβάτα”(The Scene of the Crime, Zombie Girl).
Φυσικά ο δίσκος δεν έχει μόνο δύο άκρα όπως προαναφέραμε. Τα τζαζο-κεντρικά πνευστά του Sweet Curse θα σε ταξιδεύσουν μέχρι τη Νέα Ορλεάνη, οι κιθάρες και τα μπάσα στο My Witch έχουν ένα αέρα καθαρού rock’n’roll, ενώ εάν το χόμπι σου είναι να γυρνάς τη πόλη με τα ακουστικά στα αυτιά το No Other Love θα βρει σίγουρα μια θέση στη playlist σου.
Μπορώ να πω πως το “Sinner’s Syndrome” μου βγάζει παραμυθένια αύρα. Αυτό οφείλεται στη χρήση των sample-αρισμένων φράσεων και φωνητικών τα οποία χρησιμοποιούνται πότε ως δομικά στοιχεία των beats και πότε ως μικρά διαλείμματα για αφήγηση. Ακριβώς λοιπόν όπως σε ένα παραμύθι ο αφηγητής εξιστορεί την εξέλιξη της πλοκής, έτσι και εδώ ο Moderator διηγείται τη δική του ιστορία δανειζόμενος γυναικείες και αντρικές φωνές.
Το “Sinner’s Syndrome” είναι ένας δίσκος που μπορεί να σε μαγέψει στη πρώτη ακρόαση, να σε ταξιδέψει τη δεύτερη, να σε διασκεδάσει τη τρίτη. Με την εντυπωσιακά οργανωμένη ποικιλομορφία του προσφέρει μια διαφορετική εμπειρία κάθε φορά που πατάς το play, η οποία εξαρτάται από το δικό σου προσωπικό mood. Το μόνο που μένει είναι να κάνεις μία μικρή κίνηση.