Η Μανίνα Ζουμπουλάκη γράφει πολλά χρόνια και ανάμεσα στα τόσα της βιβλία αφιέρωσε λίγο χρόνο για να μας μιλήσει για τη συγγραφή.
Η περίληψη του “Αόρατα Κορίτσια”: Σμαρώ, Ελπίδα, Ζωή. Τρεις γενιές γυναικών αφηγούνται αριστοτεχνικά τις μικρές ιστορίες τους, από την Μικρά Ασία του ’22 μέχρι την Ελλάδα του μέλλοντος. Η πρώτη είναι ηθοποιός, η δεύτερη σεναριογράφος, η τρίτη κάμεραγουμαν. Το κοινό τους σημείο είναι ότι κρύβονται πίσω από ανδρικές ταυτότητες για να επιβιώσουν, είτε στον χώρο του θεάματος είτε στην απλή καθημερινότητα…
Η περίληψη του “Κάτι μου κρύβεις”: Το νέο βιβλίο της Μανίνας Ζουμπουλάκη είναι ένα γρήγορο noir μυθιστόρημα, με μια καθημερινή ηρωίδα που αγωνίζεται να τα βγάλει πέρα στη σύγχρονη Αθήνα: η Δώρα είναι χωρισμένη, με δύο παιδιά στην εφηβεία, γοητευτική με τον τρόπο της, σχεδόν-άνεργη και… ίσως έχει ένα έξτρα χάρισμα, ή ίσως δεν έχει – ίσως απλώς διαθέτει ζωηρή φαντασία.
Πάντως «βλέπει» πράγματα μέσα στο κεφάλι των άλλων ανθρώπων, εικόνες από το παρελθόν ή το μέλλον. Είτε την πιστεύουν οι άλλοι είτε όχι.
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:
Η Μανίνα Ζουμπουλάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καβάλα και γράφει από τα 10. Σπούδασε στην Αμερική Ιστορία της Τέχνης και Σωματική Αγωγή. Στα περιοδικά γράφει από την αρχή της δεκαετίας του ’80 μέχρι και σήμερα χωρίς διακοπή. Έχει μεταφράσει αρκετά βιβλία και έχει δουλέψει στο ραδιόφωνο ως παραγωγός. Έχει γράψει επίσης σενάρια για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος κυκλοφορούν τα βιβλία της Πώς να γράψεις, Ευτυχία, Φερμουάρ και Αόρατα Κορίτσια. Το Κάτι μου κρύβεις είναι το όγδοο μυθιστόρημά της. Είναι παντρεμένη και έχει τρία παιδιά.
Η ίδια η συγγραφέας απαντά στις ερωτήσεις μας:
1)Ποιο ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσετε να συγγράφετε; Ποιοι παράγοντες στη ζωή σας έπαιξαν ρόλο σε αυτό;
«Διάβαζα ασταμάτητα, οι γονείς μου ήταν συνέχεια με ένα βιβλίο στο χέρι, μεγάλωσα σε σπίτι γεμάτο βιβλία και τα περισσότερα από αυτά ήθελα να τα είχα γράψει εγώ… με θυμάμαι εννιά χρονών να τελειώνω την ‘Μάνα’ της Περλ Μπακ και να λέω ‘πωωωω, γιατί να μην το έχω γράψει εγώ αυτό;’»
2)Θεωρείτε ότι τα έργα σας ανήκουν σε ένα λογοτεχνικό είδος; Ποιο είδος λογοτεχνίας θεωρείτε ότι ταιριάζει περισσότερο στο λογοτεχνικό σας ύφος;
«Σύγχρονη λογοτεχνία, λογοτεχνία του σήμερα – αυτό είναι το είδος που προτιμώ. Δεν γράφω επιστημονική φαντασία αλλά όλα τα άλλα είδη τα έχω δοκιμάσει κατά καιρούς. Το περιπετειώδες μυθιστόρημα με εκφράζει πιο πολύ από όλα…»
3)Πλήττεται η φιλαναγνωσία στην Ελλάδα, διαβάζουν οι Έλληνες και τι πιστεύετε έχει απήχηση σήμερα στο αναγνωστικό κοινό;
«Πρώτον, δεν έχω ιδέα τι έχει απήχηση, δεύτερον, γράφω ό,τι μου κατεβαίνει στο κεφάλι φροντίζοντας να είναι διαβαστερό ή/και διασκεδαστικό, με πολλά επίπεδα, με σύνθετη πλοκή, αληθινούς χαρακτήρες και βάθος… έχει πέσει στα Τάρταρα η δυνατότητά μας να αγοράζουμε βιβλία, όχι να διαβάζουμε (μετά το μαύρο καλοκαίρι των κάπιταλ κοντρόλ, οι πωλήσεις βιβλίων σημείωσαν γύρω στα 80% πτώση). Διαβάζουμε δανεικά βιβλία, ή τα ανταλλάσσουμε μεταξύ μας – περισσότερο από ότι αγοράζουμε, και από όσο θα θέλαμε να αγοράζουμε, δυστυχώς…»
4)Τι μήνυμα προσπαθείτε να περάσετε μέσα από το βιβλίο σας “Αόρατα Κορίτσια”;
«Είναι ένα περιπετειώδες μυθιστόρημα με γυναίκες ηρωίδες που κάνουνε όλα τα ηρωικά τα οποία συνήθως αποδίδονται σε άντρες. Ίσως το μήνυμα να είναι ότι είμαστε καταπληκτικές και αντέχουμε εμείς οι γυναίκες, ίσως ότι δεν πρέπει να το βάζεις κάτω στη ζωή – κάτι κοινότυπο δηλαδή, όπως όλα τα μηνύματα…. Σόρρυ αλλά νομίζω ότι είναι λάθος να αναζητάει κανείς μηνύματα στην Τέχνη.
Ένα βιβλίο γράφεται για να διαβαστεί από τον κόσμο, και λέει τις αλήθειες του συγγραφέα με τρόπο ευχάριστο ή έστω ταξιδευτικό για τους αναγνώστες. Τους προβληματίζει και τους οδηγεί σε διαφορετικά λούκια σκέψης, αλλά αυτό δεν είναι λόγω των μηνυμάτων του. Είναι λόγω των ηρωίδων του, της αφήγησης και της ζωής της ίδιας, όπως καταγράφεται στο βιβλίο.»
5)Από ποιους συγγραφείς εμπνέεστε και θαυμάζετε το έργο τους;
«Χιλιάδες, όσους και να πω θα είναι λίγοι. Ιούλιος Βερν, Ερνεστ Χέμινγουει, Σύλβια Πλαθ, Άλις Μάνρο, Χένινγκ Μανκέλ, Άγκαθα Κρίστι, Πηνελόπη Δέλτα, Κοσμάς Πολίτης, Βασίλης Βασιλικός…. Η λίστα είναι ατελείωτη.»
6)Το νέο σας βιβλίο “Κάτι μου κρύβεις” ανήκει στη σφαίρα των αστυνομικών μυθιστορημάτων. Τι σας ώθησε να γράψετε κάτι ανάλογο και πόσο δύσκολη ή εύκολη θεωρείτε τη συγγραφή ενός αστυνομικού μυθιστορήματος;
«Μου αρέσει να διαβάζω αστυνομικά μυθιστορήματα (όχι πολύ αιματοβαμμένα όμως). Ο επιμελητής του ‘Κάτι μου κρύβεις’, Θανάσης Τσιρταβής, είπε στην παρουσίαση ότι «ζούμε σε αστυνομική εποχή» και μου άρεσε αυτό, με εκφράζει – αισθάνομαι ότι όντως ζούμε σε μια εποχή που διέπεται από αστυνομικές πλοκές, διαπλοκές, ανατροπές και εκπλήξεις. Γενικά στα μυθιστορήματά μου έχω ‘αστυνομικές πλοκές’, με την έννοια των μυστηρίων, των μυστικών… των γεγονότων που συμβαίνουν σε μια χ στιγμή κι έχουν αντίκτυπο πολλά χρόνια μετά… των συμπτώσεων και σχεδόν πάντα, των ανατροπών. Μου φαίνεται αδιανόητο ότι θα αφήσω τον αναγνώστη να βαρεθεί! »
7) Τι ρόλο πιστεύετε παίζουν το γνωστικό και ακαδημαϊκό υπόβαθρο στη συγγραφή; Οι δικές σας σπουδές σε ποιο βαθμό σας βοήθησαν στη δημιουργία και στην έμπνευση;
«Στην Αμερική σπουδάζουν οι άνθρωποι Δημιουργικό Γράψιμο (ΔΓ) στο Πανεπιστήμιο, άρα κάτι γίνεται σωστά, γιατί βγάζουν συνέχεια καλούς συγγραφείς και καλά βιβλία. Θα ήθελα πολύ να είχα κάνει τέσσερα χρόνια ΔΓ αντί για ένα τετράμηνο. Αλλά πιστεύω ότι το γράψιμο είναι στενά δεμένο με το διάβασμα – διαβάζεις πολύ και κάποια στιγμή γράφεις. Γράφεις επειδή σου αρέσει τόσο πολύ το βιβλίο, που δεν μπορείς χωρίς αυτό. Και θέλεις οπωσδήποτε να μπεις στην δημιουργικότερη φάση, στην συγγραφή, οπότε περνάς όχι αναίμακτα ή αβίαστα, στο γράψιμο βιβλίων….»
8)Πως οραματίζεστε το μέλλον σας στη λογοτεχνία έχοντας ήδη ένα τόσο πλούσιο παρελθόν από γραφόμενα;
«Μπα, δεν σκέφτομαι έτσι – μακάρι να συνεχίσω να γράφω βιβλία ως τα βαθιά μου γεράματα, και μακάρι τα βιβλία αυτά που θα γράφω ως υπέργηρη να έχουν κάτι να πούνε σε κάποιους, να κάνουν καλή παρέα στον κόσμο που τα διαβάζει…»
9)Ποια είναι η διαδικασία που ακολουθείτε για να ολοκληρώσετε ένα λογοτεχνικό έργο;
«Στρώνω τον πισινό μου μπροστά στο κομπιούτερ και γράφω. Σταματάω όταν κολλάω, κάνω βόλτες, πάω στις λαϊκές και στα σουπερμάρκετ, διαβάζω, βλέπω ταινίες, βάζω πλυντήρια… και ξαναστρώνομαι στη δουλειά. Το σκέφτομαι ασταμάτητα αυτό που γράφω, το παιδεύω μέσα στο μυαλό μου. Ε και δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα τελειώσει – το φινάλε θα σκάσει σαν πυροτέχνημα μέσα στο μυαλό μου ή ακόμα καλύτερα, κατευθείαν στο χαρτί/ στην οθόνη του υπολογιστή…»
10) Μπορεί τελικά να βιοποριστεί κάποιος μέσα από τη συγγραφή στην Ελλάδα;
«Λέτε να μην βιοπορίζεται ο Βασίλης Βασιλικός; Ίσως να είναι η εξαίρεση – σε γενικές γραμμές μπορείς να ζήσεις γράφοντας, αλλά όχι απαραίτητα μόνον (γράφοντας) βιβλία. Έχω γράψει δισεκατομμύρια λέξεις – σε περιοδικά, σενάρια, θεατρικά, ότι μπορεί να σκεφτεί ο νους του ανθρώπου. Και σε καταλόγους, σε σάιτ, σε φυλλάδια, σε μεταφράσεις… ευτυχώς οι λέξεις δεν τελειώνουν ποτέ, και όλο και κάτι αποδίδουν όταν τις χρησιμοποιείς σωστά ».
11)Τι θα συμβουλεύατε κάποιον που ευελπιστεί να γίνει συγγραφέας;
«Να διαβάζει και να γράφει όσο περισσότερο μπορεί. Να μην τα παρατάει. Να ξαναδιαβάζει αυτά (τα βιβλία) που του αρέσουν και να ξαναγράφει διορθώνοντας τα κείμενά του συνέχεια. Να μην κουράζεται. Να ξεκινάει σαν καινούριος μετά από κάθε αποτυχία, που έτσι κι αλλιώς δεν θα την εκλαμβάνει ποτέ ως αποτυχία….»
***Ευχαριστώ την κ. Μανίνα Ζουμπουλάκη και τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος για την παραχώρηση της συνέντευξης.