Στις 13 Νοεμβρίου 2015, το Παρίσι, η πόλη του φωτός, βυθίστηκε στο πιο βαθύ σκοτάδι και τράβηξε πάνω της τα βουρκωμένα και τρομαγμένα βλέμματα του πλανήτη.
Ήταν 21:20 (τοπική ώρα) όταν το φιλικό αγώνα ποδοσφαίρου μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας στο Stade de France, τον οποίο παρακολουθούσαν περίπου 80,000 άτομα, ανάμεσά τους και ο Γάλλος πρόεδρος François Hollande, διέκοψε ο δυνατός κρότος μιας έκρηξης. Ήταν ένας καμικάζι που πυροδότησε ζώνη εκρηκτικών σκοτώνοντας τον ίδιο και έναν ακόμη άνθρωπο, λίγο έξω από το γήπεδο. Η μεγαλύτερη και πιο επώδυνη νύχτα για το Παρίσι είχε μόλις ξεκινήσει.
Πέντε λεπτά αργότερα, ένα μαύρο αυτοκίνητο βρίσκεται στην οδό Rue Bichat, στο 10ο διαμέρισμα του Παρισιού. Δύο ένοπλοι άντρες κατεβαίνουν, εισβάλλουν στο μπαρ Le Carillon και στο εστιατόριο Le Petit Cambodge και πυροβολούν με όπλα τύπου καλάσνικοφ. 15 άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους, ενώ 10 είναι σοβαρά τραυματισμένοι.
Ένας δεύτερος καμικάζι πυροδοτεί ζώνη εκρηκτικών κοντά στο Stade de France. Κανένας άνθρωπος εκτός από τον ίδιο δε χάνει τη ζωή του. Στην ίδια περιοχή θα εκραγεί στις 21:53 και τρίτη βόμβα χωρίς να υπάρξουν νέα θύματα εκτός από τον ίδιο το βομβιστή.
Εν τω μεταξύ στις 21:32 και στις 21:36 στο Cafe Bonne Bière και στο εστιατόριο La Belle Equipe ένοπλοι άντρες ανοίγουν πυρά σκοτώνοντας 5 και 19 άτομα αντίστοιχα και τραυματίζοντας σοβαρά άλλα 14 συνολικά άτομα.
Κι όμως, το μεγάλο χτύπημα για το Παρίσι δεν έχει έρθει ακόμα. Η ώρα ήταν 21:40 όταν ένοπλοι άνδρες εισέβαλαν στο θέατρο Bataclan, όπου πραγματοποιούσε συναυλία το αμερικάνικο συγκρότημα Eagles Of Death Metal, και άρχισαν να πυροβολούν αδιακρίτως μέσα στο πλήθος.
Ήταν η πιο πολύνεκρη επίθεση της φρικτής νύχτας, που έζησε το Παρίσι στις 13 Νοεμβρίου 2015.
Οι τρεις άνδρες εισβάλουν στο Bataclan, όπου 1,500 άτομα παρακολουθούν τους Eagles of Death Metal, και αρχίζουν να πυροβολούν σκορπίζοντας το θάνατο και τον τρόμο. Φωνάζουν συνθήματα για τη Συρία και “Allahu Αkbar” (= ο Αλλάχ είναι μεγάλος).
Μαρτυρίες ανθρώπων που σώθηκαν από τη συγκεκριμένη επίθεση αναφέρουν πως στην αρχή πολλοί πίστευαν ότι πρόκειται για μέρος του σόου. Κατάλαβαν, όμως, πως κάτι δεν πήγαινε καλά όταν η μουσική σταμάτησε και τα μέλη του συγκροτήματος εγκατέλειψαν τη σκηνή.
“Ένιωσα ζέστη, σα να είχε χυθεί κάποιο ποτό στον ώμο μου. Ο Ντέιβιτ καθόταν πίσω μου. Όταν κατάλαβα ότι κάποιοι πυροβολούσαν σκέφτηκα πως αυτό που νόμιζα πως ήταν ποτό ίσως ήταν το αίμα του μπροστινού μου που έπεσε στο πάτωμα. Ο Ντέιβιτ, έπεσε πάνω μου για να με προστατέψει. Πέσαμε στο πάτωμα και το πάτωμα ήταν γεμάτο αίμα. Άναψαν τα φώτα και όταν άναψαν κατάλαβα πως δε νόμιζα απλώς ότι αυτό ήταν αίμα, είδα πως ήμουν καλυμμένη από το αίμα, πως πραγματικά αυτός ήταν ένας άνθρωπος που πυροβολήθηκε, πως όλο αυτό πραγματικά συμβαίνει. Μπορούμε να το δούμε τώρα.”
Katie
Το πλήθος πανικόβλητο άρχισε να τρέχει ψάχνοντας για κάποια έξοδο. Μέσα στην ταραχή ο ένας πατούσε τον άλλον ενώ πτώματα συνέχιζαν να πέφτουν στο έδαφος. Το αίμα απλωνόταν παντού. Οι πυροβολισμοί συνέχισαν για 12 με 15 λεπτά.
Κάποιοι κατάφεραν να βγουν από το θέατρο από τις πλαϊνές εξόδους. Μια γυναίκα προκειμένου να δραπετεύσει, κρατιόταν από το παράθυρο του τρίτου ορόφου και αιωρούνταν. Άλλοι ανέβηκαν στον πρώτο όροφο προσπαθώντας να κερδίσουν λίγο χρόνο από τους τρομοκράτες που τους πλησίαζαν. Ένας νεαρός ζητά απελπισμένος βοήθεια μέσω του λογαριασμού του στο facebook.
Όταν σταματούν τους πυροβολισμούς, οι τρεις άνδρες ψάχνουν μέσα στα πτώματα για επιζώντες. Όσους βρίσκουν τους κρατούν ομήρους. Στο μεταξύ, κάποιοι που έχουν καταφέρει να σωθούν βοηθούν και άλλους ανθρώπους να βγουν από το θέατρο.
“Νομίζω ήταν κάπου στη μέση της συναυλίας. Ακούσαμε αυτούς τους κρότους και η πρώτη μου αντίδραση ήταν «είναι κάποιο μέρος του σόου». Μετά είδα ανθρώπους να πέφτουν κάτω. Όλοι σκύψαμε στο πάτωμα. Μπορούσα να νιώσω τους άλλους να σπρώχνουν μπροστά. Έτσι είπα στον εαυτό μου «Σήκω πάνω και τρέξε!». Τότε ένιωσα τη σφαίρα να χτυπά τον αγκώνα μου, κάτι που με έφερε πίσω στο πάτωμα. Και τότε ήταν όταν είδα τους τρεις τους… Δύσκολα μπορώ να περιγράψω τον τρόπο που πυροβολούσαν τους ανθρώπους. Ήταν τόσο ψύχραιμοι. Αυτή η εικόνα έχει κολλήσει στο μυαλό μου: αυτοί να σφάζουν τους ανθρώπους που ήταν στο έδαφος. Δε σταμάτησε ποτέ. Πυροβολούσαν και πυροβολούσαν και πυροβολούσαν… Είδα τον άνθρωπο μπροστά μου πυροβολημένο στην πλάτη. Τότε ήταν που είπα «Τελείωσε!», σφαίρες πετούσαν εδώ κι εκεί και σκότωναν όποιον πετύχαιναν. Στην έξοδο κινδύνου είδα πολλούς ανθρώπους. Δεν υπήρχε τρόπος να βγεις έξω, ήταν μπλοκαρισμένη από ανθρώπους. Έβγαλα το χέρι μου έξω αλλά όχι το σώμα μου ενώ τους άκουγα ακόμα να πυροβολούν πίσω μου. Τότε είδα έναν τύπο και το μόνο που θυμάμαι είναι το κόκκινο πουκάμισό του. Αυτό το κόκκινο απ’ το αίμα πουκάμισο θυμάμαι μόνο. Με έπιασε από τα χέρια, με τράβηξε με όλη του τη δύναμη και με έβγαλε έξω. Ξέρω ότι έσωσε κάποιους ακόμα. Τρεις ή τέσσερις ήταν ακόμα εκεί και τραβούσαν ανθρώπους έξω από το Bataclan. Άρχισαν να φωνάζουν «Τρέξτε, τρέξτε, τρέξτε!». Οπότε έτρεξα όσο πιο πολύ μπορούσα και κρύφτηκα σε ένα κτήριο μερικά τετράγωνα παρακάτω.”
Gauthier
Η αστυνομία θα μπει στο θέατρο στις 00:15, μετά από αναφορές ότι οι δράστες είχαν αρχίσει να δολοφονούν τους ομήρους. Η κατάσταση ομηρίας θα λήξει στις 00:58. Οι δύο από τους τρεις τρομοκράτες θα πυροδοτήσουν τις εκρηκτικές ζώνες τους. Ο τρίτος θα πεθάνει από τα πυρά των αστυνομικών. Οι νεκροί στο θέατρο Bataclan ανέρχονται στους 87.
Ένας από τους σκοπούς κάθε μουσικού -και γενικότερα, κάθε καλλιτέχνη- είναι να επικοινωνήσει, μέσω της Τέχνης που υπηρετεί, τις ανησυχίες του, τα πιστεύω του, τις θέσεις του πάνω σε καίρια κοινωνικά ζητήματα, απευθυνόμενος τόσο σε ανθρώπους που ταυτίζονται μαζί του, όσο και σε ανθρώπους που πιθανόν διαφωνούν.
Αυτό σημαίνει πως η Τέχνη πρεσβεύει την ελευθερία σε κάθε τομέα. Και αυτό είναι που ακύρωσε η επίθεσή στο Bataclan.
Μια ομάδα ανθρώπων που κυριεύονται από το φανατισμό και αρνούνται κατηγορηματικά να αποδεχθούν ο,τιδήποτε το διαφορετικό στις δικές τους νόρμες και “κανονικότητες” , επιλέγουν, μέσω της τρομοκρατίας, να αφαιρέσουν το δικαίωμα ελευθερίας λόγου, απόψεων, πίστης από όσους έχουν επιλέξει να ζουν ελεύθεροι. Χωρίς προκαταλήψεις και στερεότυπα. Χωρίς το μικρόβιο του φανατισμού.
Ίσως οι επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου στο Παρίσι να οφείλονται και στον τρόπο με τον οποίο η Γαλλία διαχειριζόταν τις θρησκευτικές ή/και εθνικές μειονότητες, περιορίζοντας τους ανθρώπους αυτούς στις υποβαθμισμένες περιοχές του Παρισιού και φαλκιδεύοντας και εμποδίζοντας με διάφορους τρόπους την ομαλή ενσωμάτωσή τους στο σύγχρονο γαλλικό κόσμο.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, ο ζυγός των ευθυνών κλίνει προς τους ίδιους τους δράστες, που επέλεξαν τον αθλιότερο και πιο απάνθρωπο δρόμο, αυτόν της τρομοκρατίας, προκειμένου να λύσουν τις διαφορές τους με το γαλλικό κράτος και να σπείρουν το φόβο σε όλη την υφήλιο.
Κάθε άνθρωπος, όμως, που επιλέγει να ζει τη ζωή του και να μην την σκέφτεται μόνο, που δε θέλει να παραδοθεί στο φόβο των φανατισμένων, ας έχει στο μυαλό του πως καμία τρομοκρατία δεν μπορεί να αποτελέσει φόβητρο και εμπόδιο της διεκδίκησης των ελευθεριών μας!