~ Νεομποέμ ματαιότητα και νεοφιλελεύθερη εκπόρνευση σε πλάνα με νεονουάρ αισθητική

Η αλήθεια είναι σαν την ποίηση. Οι περισσότεροι την μισούν.

-Michael Lewis

Κάποιοι ζουν σε μοναστικούς καιρούς και κάποιοι ζουν ακόμη τις ημέρες του θυμού τους. Κάποιοι δεν ξεπέρασαν ποτέ τα 90s και κάποιοι δεν πρόλαβαν ποτέ την νέα χιλιετία. Η σύγχρονη νεολαία των απόκληρων επιμένει να περιφέρεται στους δρόμους, που βίαια την αμόλησαν, και να γυρνάει, όπου βρίσκει, ανήμπορη να διαλέξει ή ακόμη και να διακρίνει κάποια επιλογή. Κυκλοφορώντας από σπίτι σε σπίτι κι από υπόγειο σε υπόγειο κρατώντας την ταμπέλα του κομφορμισμού προσπαθεί να επιβιώσει στον μοναδικό κόσμο που γνωρίζει, ο οποίος έχει εξελιχθεί σε έναν κυκεώνα δηθενοποζεριάς και εσωτερικής ψευτοεπανάστασης. Οι αμπελοφιλοσοφίες εξακολουθούν να επιβιώνουν, όντας παντός καιρού και εξίσου ανίκανες να συνοδέψουν επαρκώς την πραγματικότητα. Οι αμπελοφιλόσοφοι συνδέονται άμεσα με τους χίπστερς. Δεν είναι απαραίτητα χίπστερς, βέβαια. Oι χίπστερς, όμως, είναι απαραίτητα αμπελοφιλόσοφοι. Μπορείς να τους δεις, οπουδήποτε κι αν πας, και η οντότητα τους να εξακολουθεί να είναι αποκρουστική. Το καλό και το κακό ταυτόχρονα με τον κύκλο αυτό είναι πως είναι ανοιχτός στον οποιοδήποτε, καθώς δεν αντιπροσωπεύει κάτι. Γεγονός, βέβαια, που φαίνεται να αποζητά ο ίδιος ο συγκεκριμένος κύκλος, που εν τέλει ίσως να μην είναι καν κύκλος. Η απογοήτευση υπήρξε τόσο μεγάλη από κάθε είδους αντιπροσώπευση, που φάνηκε ταιριαστό στον καιρό να μην υπάρξει αντιπροσώπευση καμιά. Μια Μεγάλη Άρνηση, που ισοδυναμεί, όμως, αν μη τι άλλο με μία άκριτη αποδοχή. Διαδικασία, που οδηγεί φυσικά σε έναν μετριοπαθή μηδενισμό, που απλώς επιβιώνει επιπλέοντας – το λεγόμενο «coming up for air». Είναι όμως πολύ πιθανό η οποιαδήποτε επανεκκίνηση ακολουθήσει, ιδίως αν δεν συνοδεύεται και με συνειδητή προσπάθεια για ανάδυση, να ισοδυναμεί με εκμηδενισμό, κάτι το οποίο μπορεί και να αποβεί ιδιαίτερα καταστροφικό.

Πέρα από μικροαστικούς μιμητισμούς και στατικά πάρτι ανακύκλωσης μιας παρωχημένης μόδας στη μουσική, στα γραφιστικά, στη λογοτεχνία και σε όλα τα πιθανά επίπεδα, η βρωμιά κιτρινίζει τα αφυδατωμένα ταβάνια και οδηγεί σε παροξυσμό τους ακόλουθους των προφητών. Όταν τα όρια στενεύουν, ο καιρός για άτοπες, γενικευμένες και πιθανόν ρητορικές ερωτήσεις έχει πλέον παρέλθει και δεν υπάρχει χρόνος παρά μόνο για λυτρωτικές απαντήσεις.

Μα την αλήθεια ποιος θα αποδειχτεί δυνατός αρκετά να την κυοφορήσει, όταν το πείσμα δεν αρκεί και ο φόβος περισσεύει;

Σε στενοσόκακα και λεωφόρους, ο κόσμος φαίνεται να φθείρεται πιο γρήγορα απ’ ότι εγώ και ομολογώ πως αυτό ήταν κάτι που δεν περίμενα. Κι όσο κι αν μου αρέσουν οι εκπλήξεις, δεν είμαι σίγουρος πως θα έπρεπε να νιώσω γι’ αυτό. Θυμάμαι, μόλις το συνειδητοποίησα, να νιώθω μια γλυκιά νοσταλγία που επέμενε πεισματικά να παραβλέπει όλα όσα στοίχειωναν τις παλιές καλές ημέρες. Μα, η αλήθεια είναι πως δεν υπήρξαν ποτέ παλιές καλές ημέρες. Απλώς υπήρχαν περισσότερες νικηφόρες ημέρες. Κι έπειτα από μία μεγάλη νίκη, δύσκολα μπορείς να φανταστείς που θα οδηγηθείς. Γιατί οποιαδήποτε ήττα κι αν ακολουθήσει την νίκη θα είναι πράγματι αποκαρδιωτική. Θες μονάχα να νικάς, όπως κι όλοι άλλωστε. Απλώς από διαφορετική οπτική ο καθένας. Δεν εννοούν όλοι με τον ίδιο τρόπο τη νίκη, άλλωστε. Κι όμως η νίκη και η ήττα είναι πολύ αντικειμενικές τις περισσότερες φορές, και καθόλου υποκειμενικές. Οι δικαιολογίες, απλώς, παίζουν, και σε αυτή την περίπτωση, το παιχνίδι τους. Όπως αντίστοιχα και στην περίπτωση των ιδεολογιών, βέβαια.  Γιατί οι ιδεολογίες είναι σαν τα καρφιά. Όσο τις χτυπάς, τόσο βαθύτερα μπαίνουν και θα χρησιμοποιήσουν αμέτρητες δικαιολογίες έως ότου βγουν απ’την πληγή.

Φτάνει, όμως, μία στιγμή στη ζωή κάθε ανθρώπου που νιώθει πως όλα τα μεγάλα συναισθήματα που του αναλογούσαν έχουν πλέον οριστικά παρέλθει κι ό,τι πρόκειται να συμβεί δεν θα είναι παρά μια φθαρμένη κόπια αυτού που κάποτε ειλικρινά υπήρξε. Κι αυτή είναι ίσως και η μόνη στιγμή, που μπορεί να αναθεωρήσει την όποια ιδεολογία έχει καρφωθεί μέσα του.

Παροδικά, ωστόσο, μονάχα, καθώς μόλις φτάσεις στο μηδέν επιστρέφεις σε ότι ξέρεις καλύτερα και τότε η έντασή του σταδιακά θα επανέλθει και μάλιστα με την φωτιά να καίει ακόμη πιο δυνατά και να απειλεί να τα κάψει όλα μια κι έξω. Στην πορεία, κιόλας, μπορεί να φανεί ιδανική αυτή η απειλή της αποτέφρωσης και της επανεκκίνησης από το μηδέν. Η αμφιβολία, όμως, της πραγμάτωσης αυτής της επανεκκίνησης θα σημάνει τελευταία στιγμή τους συναγερμούς. Εκείνη ακριβώς την στιγμή βρίσκεται κανείς ακριβώς σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Μια γλυκιά μελαγχολία ακολουθεί τον πυρετό της αφύπνισης και βέβαια αυτή του προηγείται κιόλας.

Όπως και σε κάθε άλλο σημείο χωρίς επιστροφή – γιατί σε πραγματικό χρόνο το σημείο αυτό ισοδυναμεί με μία μακριά γραμμή, παράλληλη της νοσταλγίας κι ενίοτε τέμνουσα της ελπίδας – η εποχή της πρέζας επιστρέφει. Μέσα από το ζανάξ και την κεταμήνη αυτή τη φορά, αφού οι μάσκες του βάλιουμ και του πρόζακ πάλιωσαν. Αναζητείται σωτηρία στο Τίποτα. Μα όσο και να εξασκήσεις την τέχνη του «κάνω τίποτα», όπως την ονομάζουν οι Κινέζοι, δεν μπορείς να της ζητάς υλικές απολαβές. Θα το καταλάβει ο καθένας αυτό σταδιακά, όπως κατάλαβε πως ξανά σε διάστημα μικρότερο ενός αιώνα οι πλάνες υποσχέσεις αθετήθηκαν ξανά και στα ερείπια τους ο βρικόλακας του Αμερικάνικου Ονείρου επιστρέφει, με μία απαστράπτουσα αμφιβολία ωστόσο στο πλάι του, να δαγκώσει τα κατοπτρικά είδωλα, πλέον, όσων προλάβαν λίγη άνοδο και πολύ κάθοδο. Επιχειρεί να αποτινάξει τις γεύσεις αλλοτρίωσης, μοναξιάς, πρωτοφανούς φτώχειας ιδεών και καταπίεσης από την θλιβερή Πραγματικότητα της Ευημερίας και να αναστήσει τον Μύθο της Αληθινής Ευημερίας, προτού προλάβει κάποιος να τον πλασάρει σε καλύτερη τιμή. Κι όλοι αναπολούν τις παλιές καλές ημέρες, καθώς στροβιλίζονται μέσα σε έναν αέναο φαύλο κύκλο. Και για ακόμη μία φορά παραβλέπουν πως αυτές δεν υπήρξαν ποτέ στην πραγματικότητα. Γίναμε καχύποπτοι, όμως, κι εμείς από τα πολλά ψέματα και τώρα δεν πιστεύουμε ούτε τον εαυτό μας, ακόμη κι αν οι στιγμές, που μας ψιθυρίζει την αλήθεια συνεχώς πληθαίνουν.

Ορισμένες στιγμές νιώθω πως ζούμε μέσα σε δυσνόητα πλάνα ταινίας του Terry Gilliam. Κι αν το τέλος των πλάνων αυτών πρόκειται να είναι θετικό, μένει η τύχη μονάχα να το αποδείξει, αν και δεν φαίνεται πολύ πιθανό. Το σίγουρο είναι πως δύσκολα θα εξελιχθούν όλα όπως φανταζόμαστε ή όπως θα μπορούσαμε έστω να είχαμε υποψιασθεί. Μπορούμε, ωστόσο να απολαύσουμε τον ρομαντισμό της παρακμής, καθώς περιμένουμε να διαφανεί το μέλλον.

Μένει μονάχα να δούμε εάν θα σώσει η ποίηση τον κόσμο αντί του εμπορίου ή εάν δεν θα καταφέρει να τον σώσει κανείς. Γιατί ο κυνισμός πια έβγαλε την καρδιά μας σε πλειστηριασμό και ο κομφορμισμός προσφέρει, όπως πάντα, τα περισσότερα.

Σχόλια