Γιώργος Ιωάννου 

γράφει η Μαρία Στρατήγη

ιωάννου

Νοσταλγία, πόνος κι αγάπη για την πατρίδα. Αυτά είναι μερικά απ’ τα συναισθήματα που συνθέτουν την προσφυγιά. Και σίγουρα, ένας από τους καταλληλότερους λογοτέχνες ως προς την απόδοση της προσφυγιάς είναι ο Γιώργος Ιωάννου.

Αν και ο ίδιος δεν υπήρξε ποτέ πρόσφυγας, μεγάλωσε ακούγοντας τις ιστορίες της προσφυγιάς από το οικογενειακό του περιβάλλον, καθώς κατάγεται από οικογένεια προσφύγων.

Αντιμετωπίζοντας πάντα με ευαισθησία και σεβασμό, τολμά πολλές φορές να παρουσιάσει τον πόνο της προσφυγιάς κι από άλλες οπτικές γωνίες εκτός αυτής των Ελλήνων. Στα κείμενά του πάντα φροντίζει να αποδώσει με δίκαιο τρόπο την αμοιβαιότητα του πόνου τόσο στους Έλληνες όσο και στους Τούρκους, οπότε και λειτουργεί ως ευαίσθητος ακροατής όλων των επίπονων ιστοριών της προσφυγιάς που μεταφέρει.

Καταφέρνει και μεταδίδει με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο τη μαρτυρία και το βίωμα της προσφυγιάς καθώς ο λόγος του παίρνει τη μορφή μιας συγκλονιστικής εξομολόγησης. Έργα του όπως τα Στου Κεμάλ το σπίτι, Μες στους προσφυγικούς συνοικισμούς, Η μόνη κληρονομιά, Ψηλά στο Εσκί Ντελίκ είναι χαρακτηριστικά δείγματα της ταύτισης του Ιωάννου με το θέμα της προσφυγιάς ενώ καταφέρνουν να δημιουργήσουν στον αναγνώστη το ίδιο αίσθημα συμπόνιας και ταύτισης, καθώς με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συνειδητοποιεί πως η προσφυγιά είναι κάτι που μας αφορά όλους.

Μέλπω Αξιώτη 

γράφει ο Θεόδωρος Δαγλής

Η Μέλπω Αξιώτη γεννήθηκε στις 15 Ιουλίου 1905, στην Αθήνα και ήταν κόρη του Μυκονιάτη µουσικοσυνθέτη και τεχνοκριτικού Γεωργίου Αξιώτη και της αριστοκράτισσας Καλλιόπης Βάβαρη. Οι γονείς της χώρισαν το 1908 και η Μέλπω µεγάλωσε ανά διαστήματα στη Μύκονο µε τον πατέρα της (και την μητριά της), και αργότερα στην Αθήνα με την μητέρα της.

kadmo

Το 1936 προσχώρησε στο Κ.Κ.Ε., εγκαινιάζοντας τη δια βίου πολιτική της προσχώρηση στην Αριστερά. Ένα χρόνο αργότερα γνωρίστηκε µε το δικηγόρο Νίκο Αλεξίου µε τον οποίο συνδέθηκε ερωτικά. Το 1933 πρωτοεµφανίστηκε στη λογοτεχνία µε τη δηµοσίευση του διηγήµατος ”Απ’ τα χτες ως τα σήµερα” στο περιοδικό Μυκονιάτικα Χρονικά του Γιαννούλη Μπόνη.

Ακολούθησαν κι άλλες δηµοσιεύσεις στο ίδιο περιοδικό και το 1938 κυκλοφόρησε το πρώτο της µυθιστόρηµα, που είχε τίτλο ”∆ύσκολες Νύχτες” και τιµήθηκε ένα χρόνο αργότερα µε το πρώτο βραβείο του Γυναικείου Συλλόγου Γραµµάτων και Τεχνών.

Κατά την προπολεµική περίοδο ήρθε σε επαφή µε τους αθηναϊκούς λογοτεχνικούς κύκλους και γνωρίστηκε µε το Νίκο Εγγονόπουλο, το Γιώργο Θεοτοκά, το Νίκο Καββαδία, τον Κλέωνα Παράσχο, το Γιώργο Σεφέρη, ενώ κατά τη διάρκεια της γερµανικής κατοχής εντάχτηκε στην Εθνική Αλληλεγγύη του ΕΑΜ και συνεργάστηκε στον παράνοµο Τύπο, µαζί µε τις ∆ιδώ Σωτηρίου, Έλλη Αλεξίου, Έλλη Παππά, Τιτίκα ∆αµασκηνού και άλλες ελληνίδες της αντίστασης.

Στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελλάδα και έζησε αυτοεξόριστη στην Γαλλία, την Ιταλία, την Σοβιετική Ένωση, την Πολωνία και την πρώην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, όπου ήρθε σε επαφή με διάσημους συγγραφείς, όπως ο Louis Aragon, Elsa Trionet, Paul Elyard, Andre και Alice Bonnard, Pablo Neruda κ.α. Δίδαξε Νεοελληνική Λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο του Ανατολικού Βερολίνου της Γερμανίας το 1958.

Το ∆εκέµβριο του 1964 επισκέφτηκε την Ελλάδα µετά από επίπονες προσπάθειες τεσσάρων χρόνων και το καλοκαίρι του επόµενου χρόνου επαναπατρίστηκε µε απόφαση του τότε υπουργού εξωτερικών Ηλία Τσιριµώκου. Μετά την εγκατάστασή της στην Αθήνα συνέχισε τα ταξίδια της στην Ιταλία και τη Γαλλία.

Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου αντιµετώπισε οικονοµικά προβλήµατα, βοηθήθηκε κυρίως από φίλους όπως η Νανά Καλλιανέση, ο Αντρέας Φραγκιάς και ο Γιάννης Ρίτσος. Το 1971 µετά από νέα επιδείνωση της υγείας της και εµφάνιση προϊούσας αµνησίας και σωµατικής καχεξίας έζησε στην κλινική Λυµπέρη και τον επόµενο χρόνο µετακόµισε στην πανσιόν Maison de repos, όπου και πέθανε.

Μενέλαος Λουντέμης 

γράφει η Μαγδαληνή Γκόγκου

λουντεμης

Σε όλες τις εποχές, όταν ο πολιτικός καταναγκασμός γίνεται αφόρητα βαρύς, η ελευθερία αναζητά καταφύγιο στο λογοτεχνικό Τύπο”, έλεγε ο Jean-Noël Jeanneney κι εμείς στη θέση του “λογοτεχνικού Τύπου” τοποθετούμε τη λογοτεχνία στην ευρύτερή της μορφή. Βρίσκουμε στα βιβλία του Μενέλαου Λουντέμη την ελευθερία που αναζητά ο άνθρωπος σε όλο το φάσμα της ζωής του, παράλληλα με μια νοσταλγία και τρυφερότητα. Με το Λουντέμη μεγάλωσαν πολλές γενιές. Βιβλία του πέρασαν από παππούδες σε γονείς και από γονείς σε παιδιά.

Η γοητεία που αποπνέουν τα μυθιστορήματά του, η συγγραφική του δεινότητα αλλά και η δυσχερής ζωή του συγγραφέα, η οποία αποτυπώνεται στα έργα του, είναι ίσως αυτά που έλκουν τον αναγνώστη. Ο Λουντέμης γεννήθηκε στο χωριό Αγία Κυριακή της Μικράς Ασίας το 1912, από εύπορη οικογένεια, η οποία όμως κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή έχασε όλα της τα υπάρχοντα.

Ο Λουντέμης με την οικογένειά του βίωσε το βίαιο επαναπατρισμό των προσφύγων της Μικράς Ασίας, όταν ήρθε από τη Γιάλοβα στην Ελλάδα για να εγκατασταθεί, έπειτα από αδιάκοπη περιπλάνηση, στο χωριό Εξαπλάτανος της Πέλλας. Η προσφυγιά και οι συνθήκες που αυτήν επιφέρει ανάγκασαν το μεγάλο συγγραφέα να δοκιμάσει διάφορα επαγγέλματα, προκειμένου να επιβιώσει.

Η “προσφυγική ζωή” δεν τελείωσε για το Λουντέμη με τον ερχομό του στο ελληνικό έδαφος. Συγγραφέας αριστερών πεποιθήσεων και ενεργό μέλος της Εθνικής Αντίστασης κατά την Κατοχή, το 1958 δικάστηκε για το βιβλίο του “Βουρκωμένες Μέρες”, με την αιτιολογία της εσχάτης προδοσίας. Εκπατρίστηκε στο Βουκουρέστι και το 1967 έχασε την ελληνική ιθαγένεια, για να την αποκτήσει ξανά το 1976 και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Πέθανε το 1977 από καρδιακή προσβολή.

 

Σελίδες: 1 2

Σχόλια

1 2