Κάθε κοινωνία διέπεται από κανόνες, άτυπους και τυπικούς, οι οποίοι τη χαρακτηρίζουν ως “δημοκρατική”, “αυταρχική”, “απολυταρχική”, “φιλελεύθερη” κλπ. Η “κανονικότητα” είναι μία παγιωμένη κατάσταση σε κάθε κοινωνία και κοινωνική ομάδα, κάτι που είναι προαποφασισμένο πριν από τη γέννηση του κάθε ανθρώπου. Το άτομο δεν θα αποφασίσει μόνο του ότι το Α εκφράζει κάποιου είδους κανονικότητα, ενώ το Β δεν αποτελεί κομμάτι του παζλ της “φυσιολογικής” συμπεριφοράς. Τέτοια θέματα είναι αποφασισμένα σε κάθε κοινωνία. Έχουν αποφασιστεί από κάποιους για κάποιους άλλους. Άλλοι έζησαν την “κανονικότητα” του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, για παράδειγμα, και άλλοι ζούμε την κανονικότητα της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας.
Η επιβεβλημένη κανονικότητα συντηρείται και αναπαράγεται διαρκώς και όποιος τολμήσει να την παραβλέψει τιμωρείται. Κι αν δεν είναι η Ιερά Εξέταση, τα μπουντρούμια και τα ψυχιατρεία οι χώροι που θα “φιλοξενήσουν” τους “μη κανονικούς”, είναι η περιθωριοποίηση, ο αποκλεισμός, η διάγνωση κάποιας ψυχικής ασθένειας και οι ανίκητοι χαρακτηρισμοί της μάζας όλα αυτά που θα “θεραπεύσουν” το “δύστυχο” μη κανονικό άνθρωπο.
Πολλές φορές απορρίπτουμε την κανονικότητα και παράλληλα την αποδεχόμαστε. Αμφιταλαντευόμαστε ανάμεσα στο “είναι” και στο δεοντολογικό “πρέπει να είναι”. Στην πλειοψηφία θα φαινόταν απολύτως φυσιολογική μία από αυτές τις γεμάτες βία, και όπλα σκηνές στις χολυγουντιανές ταινίες, κι αυτό είναι το ανησυχητικό.
Χάνουμε το μέτρο και δεν ξέρουμε πια τι είναι το ακραίο. Ή μήπως δεν θα ήταν ακραία μία μη οικολογική συμπεριφορά, η οποία προσβάλλει εξίσου το περιβάλλον, τον τόπο που μας φιλοξενεί στην ουσία, και το διπλανό μας; Κι αν δεν είναι ακραία όλα τα ρουσφέτια, η ιδιοτέλεια μέχρι εκεί που δεν πάει, το γλείψιμο για μία θέση ή μία προαγωγή ή έναν καλό βαθμό, τότε τι τελοσπάντων είναι το ακραίο; Ακραίο σήμερα είναι το να μην έχεις facebook, να μην έχεις ένα σταθερό υπολογιστή και ένα λάπτοπ, παράλληλα ένα tablet και ένα smartphone σε διαστάσεις τηλεόρασης. Η καταναλωτική μανία και η καταναλωτική κοινωνία είναι για εμάς το κανονικό.
Το συνηθίσαμε το ακραίο, μοιάζει πλέον οικείο στα μάτια μας. Κάναμε το ακραίο κανονικό, και όσοι μας φαίνονται διαφορετικοί τους ονομάσαμε περίεργους. Τόσο “οι κανονικοί” όσο και “οι περίεργοι” είναι προϊόντα των κοινωνιών. Πόσο ακραίο θα ήταν να είσαι 20 χρονών αγόρι ή κορίτσι και να μην σπουδάζεις; Να είσαι εγγεγραμμένος σε μία σχολή βρε παιδί μου, κι ας μην πατήσεις για τα 3 πρώτα χρόνια, δεν πειράζει. Κι ας περάσεις τα μαθήματα με αντιγραφή, πάλι δεν πειράζει. Θα βγεις και θα βρεις δουλειά κατευθείαν. Το “ακραίο” ορίζεται διαφορετικά από τον καθένα. Όλοι όμως σχεδόν οι ορισμοί βρίσκονται μέσα στα επιτρεπτά πλαίσια του κοινωνικού μας περιβάλλοντος. Για μένα ακραίο είναι να μην μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου κάπου αλλού, πέρα από το χώρο στον οποίο βρίσκεται, να μην μπορείς να τον τοποθετήσεις σε ένα άλλο, πολύ μακρινό πλαίσιο. Για σένα;